United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πνεύμα ευθύ, διάνοια υψηλή και ευρεία, ο όντως εκείνος φιλόσοφος ανεκάλυπτε φως, όπου οι πολλοί ευρίσκουσι σκότος. Μετείχε της ουσίας του αληθούς και μετέδιδον αυτής προς πάντας.

Ήδη είχε ρητώς υποσχεθή, διότι ένεκα της εξαιρετικής εσοδείας θα εκέρδιζε πλέον των δεκαπέντε χιλιάδων δραχμών κατά τους αλανθάστους υπολογισμούς του, αίτινες τώρα θα εισήρχοντο εις το βαλάντιον του καπετάν Παρμάκη, όστις εφάπαξ γλυκανθείς δεν θα παρήτει πλέον τα δέκατα, θ' ανεκάλυπτε δ' επί τέλους και το μυστήριον του υπολογισμού εκάστης ευφορίας, έχων τας σημειώσεις μιας ενοικιάσεως, κ' ενθυμούμενος ασφαλώς τας θέσεις των ελαιώνων και το παραχθέν εξ εκάστης ποσόν.

Σου έγραψα νεωστί πώς εγνώρισα τον έπαρχον Σ . . . . και πως με παρεκάλεσε να τον επισκεφθώ εις το ασκητήριόν του ή μάλλον εις το μικρόν του βασίλειον. Παρημέλησα τούτο και ίσως δεν θα επήγαινα, αν η τύχη δεν μου ανεκάλυπτε τον θησαυρόν που κείται κρυμμένος εις τον ήσυχον αυτόν τόπον.

Είτα τα ζώα θα εσκιάζοντο, θα εξαφνίζοντο, θα ωπισθοχώρουν πηδώντα, και ο βοσκός, όστις και αν ήτο, θα την ανεκάλυπτε, θα επαραξενεύετο, και ίσως θα συνελάμβανεν υποψίας. Το καλλίτερον άρα θα ήτο ν' αντιμετωπίση, με την άφευκτον προσποίησιν, με το ψεύδος εις τα χείλη, την παρουσίαν του βοσκού.

Προέκυπτε δε ότι την νύκτα εκείνην θα ανεκάλυπτε το άσυλον της νεανίδος, και θα την ήρπαζον καθ' οδόν, όταν θα επέστρεφον από το Οστριανόν. Ο Βινίκιος, ακολουθών τας συμβουλάς του Πετρωνίου, διέταξε τους δούλους του να υπάγουν να του φέρουν τον Κρότωτα. Ο Χίλων, όστις εγνώριζε τους πάντας εν Ρώμη, μεγάλως καθυσήχασεν, όταν ήκουσε το όνομα του περιφήμου παλαιστού.

Ήτον εκ των γυναικών εκείνων των εχουσών δευτέραν νεότητα, ανθηροτέραν της πρώτης· ωχρά, και αφελής, και άπλαστος, εφαίνετο άσχημη εκ πρώτης όψεως, αλλά μετά δεύτερον βλέμμα ανεκάλυπτέ τις εις το πρόσωπον της άφατον γλυκύτητα. Ήτο νύμφη και ιέρεια και γυνή. — Πούαυτόν τον κόσμο, εξάδελφε! μου λέγει. Η εξαδέλφη Μαχούλα είχεν ελαιώνα εις τα μέρη εκείνα.

Το ηύρα! εφώνησε μετά πολύ πλειοτέρας χαράς ή ο Αρχιμήδης, ότε ανεκάλυπτε τον νόμον της ειδικής βαρύτητος των σωμάτων, και ηγέρθη της έδρας του. Ήνοιξε σιγά και μετά περισκέψεως την θύραν του παρακειμένου δωματίου, όπου ήτο ο κοιτών της μητρός και της αδελφής του, και ιδών ότι ο θάλαμος ήτο κενός, εισήλθεν εις αυτόν αθορύβως.

Ο καπετάν Γεώργης πονηρός και δόλιος, παρατηρήσας ότι ο πιστός αυτώ Θανάσης εκ του προς τες Νεράιδες φόβου του ανεκάλυπτε πρώτος πάσαν κίνησιν φύλλων και κλάδων, οσάκις διήρχοντο από ρευμάτων ή από δασών, διέτασσεν αυτόν να βαδίζη πάντοτε εμπρός, ίνα ανακαλύπτη ευκόλως πάσαν ενέδραν ή στρατιωτικήν κίνησιν. — Το καλλίτερο καραούλι είνε ο δειλός, έλεγε πολλάκις.