Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025
Οι πραγματευταί, που ήσαν πληροφορημένοι από εμέ διά το τοιούτον συμβάν, λέγουσι του καραβοκύρη ότι ο Σεβάχ ο θαλάσσιος ελευθερώθη και ευρίσκεται εδώ σώος και υγιής· και ιδού που έρχεται συντροφιασμένος με άλλους πραγματευτάς, δείχνοντάς με με το δάκτυλον.
— Εγώ εκεί μέσα; Χίλιες φορές καλλίτερα εκειδά κάτω· δείχνοντας κατά την εκκλησιά, που είταν και τα μνημούρια. Πάμε όξω, στη μοναξιά. Εκεί που δε βλέπουμε και μούτρα να τα ντρεπούμαστε. Και λέγοντάς τα αυτά, κατρακύλησαν και δυο κόμποι από τα ξαγρυπνισμένα του μάτια απάνω στα κατάχλωμα μάγουλά του.
Τότες στη γραμμή παντού τον πήγε ο κράχτης, κι' απ' τα δεξά τον έδειχνε στους βασιλιάδες όλους· κι' αφτοί σαν δεν τον γνώριζαν, όχι είπαν ένας ένας. 185 Μα δείχνοντας τον στη γραμμή παντού, σαν ήρθε τέλος στον άντρα που τον χάραξε και στο χαλκένιο κράνος τον είχε ρήξει, στο λαμπρό τον Αία, τότε απλώνει το χέρι ο Αίας — πάει κοντά και του τον δίνει ο κράχτης — τι με χαρά τον γνώρισε σαν τούδε το σημάδι.
Δεν είχα φθάσει ακόμη εις το ήμισυ της στράτας, και ιδού που βλέπω τον Αμαδεδίν να έρχεται με πολύν λαόν, και με τους προεστούς του Μουσούλ εις συναπάντησίν μου και φθάνοντάς με επέζευσεν ευθύς από το άλογόν του, και ήλθε και με επροσκύνησε δείχνοντάς μου την καλήν του προθυμίαν, καθώς εις την επιστολήν του μου το εσημείωνεν.
— Όλοι στη γραμή! είπ' ο Κυρ-Λοχίας· κ' εμπήκαμε στη γραμή. Ύστερα έναν ένα διάβαινε μπροστά μας και μας μέτραε, δείχνοντας με το δάχτυλο· — Ένας!.. δύο!.. τρεις!.. πέντε!.. δέκα!.. είκοσι!.. εικοσιδύο!.. — Πλήρεις, πανοπλήρεις! είπ' ο Επιστάτης, χαμογελώντας μέσα στο ξανθό του μουστάκι και ξεδιπλώνοντας τα χαρτιά στα χέρια. Εμείς στεκόμαστε άλαλοι, βουβοί· σαν κούτσουρα αραδαριά.
Ο δυστυχής ιατρός, ακούοντας τέτοιαν άδικον και παράνομον απόφασιν, από τον φόβον του και δειλίαν έμεινεν ημιθανής και άρχισε να θρηνή απαρηγόρητα και να παρακαλά τον βασιλέα να τον ευσπλαχνισθή δείχνοντας πως είναι αθώος, και πως δεν έχει κανένα πταίσιμον άξιον θανάτου, λέγοντάς του· ότι αυτή είναι η ανταμοιβή που του δίδει διά την θεραπείαν της λέπρας του; αλλ' ο βασιλεύς ισχυρογνώμων εις την απόφασίν του και αμετάβλητος προστάζει τον διωρισμένον στρατιώτην να τον αποκεφαλίση.
Αυτός τα ήκουσε με μεγάλη απάθεια, είπε πως δε φταίει καθόλου κ' επρόσθεσε δείχνοντας τον γαμπρό που τον είχανε σηκώση. — Όποιος ανακατεύεται με τα πίτερα, τον τρώνε η όρνιθες. Ο Μαρούπας εφώναζε κι' αυτός πως δεν είνε πράματ' αυτά να μπένουνε με το ζόρι στα σπίτια και να μποδίζουνε τσοι γάμοι.
Φοβάσαι μήπως αληθέψη; Μη φοβάσαι!... — Μπα· τι να φοβηθώ; εψιθύρισα δείχνοντας αδιαφορία. Μα γιατί να ειπής τον κακό σου λόγο; — Τον είπα. Μα δε μου λες. Αλήθεια παίρνεις το Σμαρώ γυναίκα σου; Και χωρίς να περιμένει απάντησι έβγαλεν ένα τσαλακωμένο χαρτί, εσίμωσε στον φανό της πυξίδας κ' εδιάβασε τρεχάτα. «Το Σμαρώ, παιδί μου, δεν είνε για σένα.
Ο Τριστάνος της χαιρέτησε, αντιχαιρέτισαν εκείνες, κ' έπειτα οι δυο ιππότες κάθησαν δίπλα τους. Ο Καερδέν δείχνοντας τ' ωραίο τούλι που κεντούσε η μητέρα του: «Κυττάχτε, είπε, ωραίε φίλε Τριστάνε, τι εργάτισα είναι η μητέρα μου. Πώς ξέρει θαυμάσια να στολίζη τα πετραχείλια και τ' άμφια, για να τα χαρίζη στα φτωχά μοναστήρια.
Εκείνος σηκώθηκε· μα έμεινε ορθός μπροστά του με το κεφάλι σκυμμένο. Ήθελε να δείξη πως δεν τολμούσε να κυττάξη στα μάτια τον αφέντη του. — Έλα, Πέτρο· κάτσε! του είπε δείχνοντας θέση κοντά του. Εκείνος τίποτα. Ξαναπροσκύνησε μα δε σάλεψε από τη θέση του. Ο Χαγάνος καταυχαριστημένος τον έπιασε από το χέρι και τον έβαλε κάπως στανικά να καθίση.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν