Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Κι' ήβρε μες στη βαθιά σπηλιά τη Θέτη, και τριγύρω κάθουνταν του γιαλού οι θεές οι άλλες μαζωμένες· κι' έκλαιγε αφτή στη μέση τους του γιου της τ' αντριωμένου 85 τη μοίρα, πούτανε γραφτό αλάργα απ' την πατρίδα ναν της χαθεί στα λιγδερά της Τριάς τα φαρδοκάμπια. Και στέκει η γλήγορη Ίριδα κοντά της και της κάνει «Σήκω έλα, Θέτη, σε ζητάει ο βαθυγνώστης Δίας.»
Αυτά 'π' εκείνος και άπτερος 'ς αυτήν ειπώθη ο λόγος. και, άμ' έλουσε το σώμα της κ' εφόρεσε καθάρια, όλων ετάχθη των θεών τελείαις εκατόμβαις, ίσως θελήση τ' άδικα ν' ανταποδώση ο Δίας. 60
Κι' αφού με λάδι τρίφτηκαν, λουσμένοι και τριμένοι καθήσανε ψωμί να φαν, και της θεάς μοσκάτο στάζουν κρασί που κένωσαν γιομάτη από κροντήρα. Κι' απ' του λεβέντη Τιθωνού την αγκαλιά η Αβγούλα σηκώνουνταν να φέρει φως σ' όλους, θεούς κι' αθρώπους· κι' έστειλε ο Δίας στα γοργά καράβια την Αμάχη φριχτή, που πολεμόσκιαχτρο στα χέρια της βαστούσε.
Και στείλε μου όρνιο, μηνητή γοργό — που πλήθια ο ίδιος 310 αγάπη τούχεις και νικάει στη δύναμη καθ' άλλο — δεξύ, που με τα μάτια μου θωρώντας το να σύρω στον κάμπο με το θάρρος του και στο καραβοστάσι.» Είπε, κι' ακούει τη δέηση ο βαθυγνώστης Δίας, και να! του στέλνει εφτύς αητό, το τυχερότατο όρνιο, 315 νυχοσπαράχτη κυνηγό που τόνε λεν κι' αγιούπα.
Αυτά 'πε, και όλοι δάγκασαν τα χείλη τους εκείνοι, θαύμαζαν τον Τηλέμαχο με θάρρος πώς ωμίλει. και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος ανάμεσά τους είπε. 270 «Αν και πικρός είν' Αχαιοί, του Τηλεμάχου ο λόγος, ας τον δεχθούμε· ωμίλησε με τρομερή φοβέρα· το στόμα θα του κλείαμεν, αν είχε αφήσει ο Δίας, 'ς τα μέγαρά του, αν και υψηλά σηκόνει την φωνή του».
Έφεξε τώρα αβγή για μας η πιο χαριτωμένη τα πλοία ναν τους κάψουμε, που στων θεών το πείσμα 720 ήρθαν κι' εδώ μας ρήμαξαν, απ' των γερόντων δείλια που πάντα, εγώ σα γύρεβα να βγω ναν τα βαρέσω, οι έρμοι αφτοί μ' αμπόδιζαν και το στρατό κρατούσαν. Μα τότες κι' αν μας τύφλωνε ο βροντολάλος Δίας, να! αδρέφια, πάλε μας βοηθάει και μας θαρρύνει τώρα.» 725
Έτσι στα κοίλα πλοία ομπρός τριγύρω σου οι Αργίτες, γιε του Πηλιά, αρματώθηκαν, αχόρταγε πολέμων· και πάλε οι Τρώες αντικρύ στο καμποβούνι απάνου. Κι' ο Δίας λέει της Θέμιστας σε συντυχιά να κράξει κάθε θεό στου ορθόβραχου κορφοβουνιού την άκρη. 5 Κι' αφτή τρεχάτη από παντού προστάζει χέρι χέρι κάθε θεόνε ως στου Διός τον πύργο να κοπιάσει.
Κι' όταν στο πέρασμα έφτασαν τ' ασώπαστου Σκαμάντρου, πλήθιου ποταμού πούκανε ο βροχοδότης Δίας, εκεί τον βάζουν κατά γης και δροσερό του ρήχνουν 435 νερό· κι' αφτός ανάσανε, κι' ανοίγοντας τα μάτια στα γόνατα του κάθησε και ξέρασε αίμας μάβρο. Μα έγυρε πάλι πίσωθες, και χάμου τού πλακώνει το φως θολούρα, τι η πληγή τον δαιμονούσε ακόμα.
Όμως ο Προίτος τόβαλε στο νου ναν τον χαλάσει κι' απ' το χωριό τον έδιωξε, τι είταν στην Κόρθο απ' όλους πιο δυνατός, και βασιλιά τον είχε στήσει ο Δίας. Κι' ο λόγος, γιατί η Προίταινα τρελάθηκε μαζί του, 160 η θεϊκιά Άντια, κι' ήθελε να κρυφαγκαλιαστούνε, μα εκείνος δεν την άκουγε, σαν τίμιο παλικάρι.
Τρίδιπλα τώρα πλέρωσα και σώθηκα, κι' αφτή είναι 80 η μέρα μου η δωδέκατη που γύρισα στην Τροία πολλά παθόντας· όμως νά, στα χέρια σου με ρήχνει μοίρα άστοργη ξανά ... Αχ θα πει με καταράστη ο Δίας που τώρα πάλι μ' έπιασες. Λιγόχρονο η Λαθόα η μάννα μου αχ με γέννησε, του γέροντα Άλτη η κόρη, 85 τ' Άλτη π' ορίζει τους γερούς Λελέγους κι' έχει πύργο μες στην ολόρθια Πήδασο στο ρέμα εκεί του Σάτνη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν