United States or Georgia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΧΟΡΟΣ Εσείς π’ ακούτε, θεοί, από ψηλά τα δίκια μου παρακάλια κάμετ’ η πόλη να νικήση° και στων εχθρών, που πλάκωσαν τη γη μου, τα κεφάλια στρέψατε του πολέμου τα κακά, κι όξω απ’ τους πύργους κεραυνούς ο Δίας να τους κάψη ας ρίξη.

εκείνον ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Βουκόλε, αφ' ούτε ανόητος ούτε αγενής συ δείχνεις, κ' εγώ βλέπ' ότ' η σύνεσις ταις φρέναις σου φωτίζει, άκου τι λέγω και φρικτόν όρκον ομόνω ακόμη· μάρτυς μου ο Δίας ύψιστος, το ξενικό τραπέζι 230 και η γωνία, 'πώφθασα, του άπταιστου Οδυσσέα, συ δω θα ήσαι και άσφαλτα θα φθάσ' ο Οδυσσέας, και με τα μάτια σου θα ιδής, αν θέλης, τους μνηστήραις, 'που ηγεμονεύουν τώρα εδώ, να πέφτουν σκοτωμένοι».

Ζευγάρι τότε Κουνουπιών ηκούστη στον αέρα, Οπού βοάν με ταραχή ψηλά στην ατμοσφαίρα, 410 Με της μακριαίς τους σάλπιγκαις για να παρακινήσουν, Με το σημάδι της φωνής τη μάχη ν' αρχινήσουν. Ο Δίας προς βεβαίωσι των σαλπιστών βροντάει, Που τα ουράνια ετρόμαξε, τη γη καταφοβάει. Εδώ του Φουσκομάγουλου αντίς ν' ακολουθήσουν 415 Το εξαίρετο στρατήγημα, και να μη πολεμήσουν.

Μον άσ' την τώρα εσύ τη νια στο Φοίβο, κι' οι Αργίτες διπλά θα σ'τα πλερώσουμε και τρίδιπλα αν ο Δίας φέρει έτσι και κουρσέψουμε κάνα άλλο πλούσιο κάστροΤότες του κάνει ο δυνατός αφέντης Αγαμέμνος 130 «Μη δα εσύ πούσαι γνωστικός, θεόμορφε Αχιλέα, καμώνεσαι έτσι, κι' έφκολα δε με γελάς, δεν πείθεις.

Μα άχρηστοι οι όρκοι έτσι δεν παν και των αρνιών το αίμα, κι' οι άδολες δεξές σταλιές που παίρναμε όλοι θάρρος. Γιατί κι' αν δεν παιδέψει εφτύς ο Δίας, μα παιδέβει 160 ύστερα αργά, και με βαριές ζημιές ξεπαγαδιάζουν, με τις δικές τους κεφαλές, τα γυναικόπαιδά τους.

Και ο συνετός Τηλέμαχος• «Μητέρα, δεν αφίνεις 345 τον ποθητόν μας αοιδόν να τέρπη ως θέλει ο νους του; αίτιοι δεν είν' οι αοιδοί, μόν' αίτιος είν' ο Δίας, οπού εις καθένα των θνητών των σιτοφάγων δίδει όπως εκείνος βούλεται• ποσώς δεν έχει κρίμα τούτος εάν των Δαναών ψάλλη την μαύρη μοίρα• 350 ότι επαινούν οι άνθρωποι μάλιστα εκείνο τ' άσμα, 'που εις όσους τ' ακροάζονται νεώτατο αντηχάει. και την καρδιά σου σφίξε συ, με υπομονή ν' ακούης• και δεν εχάθ' η επιστροφή μόνου του Οδυσσέα, μες την Τρωάδ', αλλά πολλοί άλλοι εχαθήκαν άνδρες. 355 αλλ' άμε σπίτι, έχετον νου τα έργα τα δικά σου, την αλακάτη, τ' αργαλειό, και πρόσταζε ταις δούλαις να εργάζωνται, και αμ' άφησε για λόγους να φροντίζουν οι άνδρες, κ' εγώ μάλιστα, 'που 'μαιτο σπίτι ο κύριος».

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Δε φαντάζεται κανείς πόσο πανούργα είναι. ΑΙΝΟΒΑΡΔΟΣ. Όχι στρατηγέ. Το πάθος της είναι αγνός, αγνότατος έρωτας. Δεν μπορούμε να ονομάζουμε τους άνεμους και τις πλημμύρες της, αναστεναγμούς και δάκρυα: είναι πιο μεγάλες καταιγίδες από ότι περιγράφει το Αλμανάκ. Αυτά δεν μπορούν να είναι πανουργία. Αν είναι, είναι καλλίτερη στο να κάνει βροχή απ’ ότι ο Δίας.

Πασπάλαε αφρός τα στήθια τους, τ' άσπριζε γύρω η σκόνη, σα βγάζανε απ' τον τάραχο τον πονεμένο αφέντη. Και σαν τον είδε ο Έχτορας πως έφευγε οχ τη μάχη έσκουξε σ' όλο το στρατό μ' αψιά φωνή μεγάλη 285 «Δαρδάνοι κονταρόπλιστοι και Τρώες και Λυκιώτες, θάρρος, παιδιά, και βάρτε τους ατρόμητα σαν άντρες! Έφυγε ο πιο παλικαράς οχτρός, κι' εμένα ο Δίας μεγάλη δόξα μούδωκε.

Και ο Δίας κείνου απάντησεν ο νεφελοσυνάκτης• «Ωιμέ, λόγον 'που πρόφερες, μεγάλε κοσμοσείστη! 140 δεν σ' αψηφούν οι αθάνατοι• και ποίος θα τολμήση να υβρίση παλαιότατον θεόν και εις όλους πρώτον! και, αν τύχη κάποιος των θνητώντην δύναμί του αυθάδης να σ' αψηφά, συ δύνασαι να εκδικηθής κατόπι• ενέργησε όπως βούλεσαι και ως ήθελε η ψυχή σου». 145

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησεν εκείνου• «Αντίνοε, κείνο, 'που θα 'πω, θα κατακρίνης τάχα; και αν τούτ' ο Δίας μου 'δινεν, ήθελ' εγώ το πάρω• 390 αχρείον μη σου φαίνεται για τους ανθρώπους τούτο; πράγμα δεν είναι, όχι, κακό, τινάς να βασιλεύη• πλουταίνει ευθύς το σπίτι του, δοξάζεται κ' εκείνος• αλλ' είναι και άλλοι Αχαιοί πολλοί μες την Ιθάκη βασιλείς, νησί και γέροντες, και τούτων κάποιος θα 'χη 395 το σκήπτρον, αφού απέθανεν ο θείος Οδυσσέας• αλλά εγώτο σπίτι μου θα ορίζω και εις τους δούλους, 'που μου 'καμε ληστεύοντας ο θείος Οδυσσέας».