Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Ας πάρουμε πρώτα εκείνους που έχουν και μπορούν να δώσουν χρήμα για το κοινό καλό. Τα δυο τελευταία είδη είναι τα καλλίτερα. Ας κοιτάξουμε ως τόσο μια στιγμή εκείνους, που δίνουν για φιλάνθρωπα έργα. Τους κοστίζει να δίνουν και να μην ακούγεται τόνομά τους, και ίσως δίνουνε μόνο και μόνο για ν' ακούγεται.

Κι' ανάμεσ' από τα κλαριά φαίνεταιτο φεγγάρι 'Σάν να τινάζη γέρικο τη χαίτη του λιοντάρι. Το 'μάτι του χύνει αστραπαίς ας είνε γερασμένο· Κι' όταν αναστενάζουνε τα λάσια του τα στήθηα. 'Σάν να μουγγρύζη ακούγεται σύγνεφο φορτωμένο. Ποιος ξέρει τι να κρύβεται καιαυτουνού τα βύθηα, Τι πίκρα, τι παράπονο!

Από μακρυά, αχ' το βουκουλιό, ακούγεται φλογέρα. Κάπου βροντάει μια τουφεκιά ή κυνηγού ή δραγάτη, Και κάπου κάπου ο αντίλαλος βραχνό τραγούδι φέρνει Του αλογολάτη, του βαλμά, οπού γυρνάει κ' εκείνος. Του κάμπου τάγρια τα πουλιά γυρνούν αχ' τες βοσκές τους, Και μ' άμετρους κελαϊδισμούς μέσ' στα δέντρα κουρνιάζουν· Σκαλώνει ο γκιώνης στο κλαρί και κλαίει τον αδερφό του.

Περνάει τον κάμπο, κ' έρχεται 'ςτής ποταμιάς τα δέντρα. Φαίνεται μαύρο τ' άλογο και νηός ο καββαλλάρης, Διαβαίνει και την ποταμιά και ρίχνεται 'ςτόν πύργο. Ακούγεται το χνώτο του και η ποδοβολή του... 'Στό δάσος το χιονόστρωτο πούνε μπροστά απ' τον πύργο Μπαίνει σαν φείδι και περνά, και σταματά 'ςτήν πόρτα.

Δεν έχει ούτ' ένα 'κόνισμα, ούτε καντήλα μία, Μέσα του δεν ακούγεται η θεία λειτουργία, Και δεν μυρίζουν γύρα του τα μοσχολίβανά του· Μόνο την άνοιξι γλυκά λαλούν εκεί τ' αηδόνια, Και χύνουν τ' αγρολούλουδα μοσχοβολιαίς περίσσαις Και μουρμουρίζουν τα κλαριά, και τραγουδούν η βρύσαις, Και αιώνια το φωτίζουνε της νύχτας τ' άστρα αιώνια. Άλλον καιρό ήτον κι' αυτότα νειάτα, 'ς τη ζωή του.

Πρέπει μάλιστα να προσμένουμε τέτοιο τύπο· — η ονομαστική πράματο ίσως ακούγεται και σήμερα πουθενά στην Ελλάδα· τουλάχιστο θακουστή, αφού δεν παραδεχτήκαμε στα πεζά την κλίση πράμα, πραμάτου, γόνατο, γονάτου.

Τίποτις με το φακόλο δεν αλλάζει· η γλώσσα μήτε κούνησε . Το ίδιο και με τη γενική του καφέ. Για να είναι τόνομα γραικικό, πρέπει νάχουμε φωνήεντο στη γενική κι αφτό το φωνήεντο να είναι το ίδιο φωνήεντο που ακούγεται στην ενική ονομαστική. Ο γενικός αφτός ο νόμος είναι πολύ παλιός. Έχει την αρχή του στην ελληνική.

Και ώρα δεν περνάει, Κι' ακούγεται η βροντερή Του Λάμπρου του Τζιαβέλλα Και αγριόβραχνη φωνή: « Παιδιά! . . . Τη φουστανέλλα » Κυτάξατέ μου, τη λερή, » Τι βόλια έχει φάει . . .»

Μα το παιδί με κράτησε: — Γιατί ρουχαλίζει έτσι η μαμά; είπε. Κοκκίνησε, σα να είπε κάτι που δεν έπρεπε, και δοκίμασε να γελάση χωρίς να το κατωρθώση. — Έτσι ακούγεται η πνοή του ανθρώπου όταν πεθαίνη, είπα. Το παιδί δεν έβαλε τα κλάματα. Κούνησε μόνο το κεφάλι και κοίταξε αλλού. — Το περίμενε όπως και γω, συλλογίστηκα. Και την ίδια στιγμή είδα πόσο μικρός και πόσο μεγάλος είταν ο Ούλοφ.

Λοιπόν, είπεν ο αρχαίος θεός, ήρθεν η ώρα να πεθάνω. Το γέλιο του Λουκιανού ακούγεται στον Όλυμπο. Αφού όμως αυτό είνε το θέλημά σου, ώ άνθρωπε, τι μπορώ να κάμω; Είσαι το υπέρτατο Ον που πλάττει κι' αφανίζεικαι τίποτε δε μπορεί να γλυτώση απ' την καταστροφή όταν αποφασίσης να το λησμονήσης. Εμείς οι Θεοί το ξέρομε!

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν