Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Τότε είδα κεγώ το Βαγγελιό να κλαίη· αλλ' αν κη λύπη της πρόδιδε αγάπη για το Γιάννη, μέκαμε να τη συμπαθήσω περισσότερο κιακόμη να μου γίνη πειο μισητός ο Γιάννης. Τα χρόνια περνούσαν, το Βαγγελιό δεν παντρευότανε κεγώ εξακολουθούσα να την αγαπώ. Έτσι έγινα οχτώ ετών, έφτασα στα δέκα.

Αλλ' ω δυστυχία μου, με μισεί ενώ τον αγαπώ και με αποδιώκει ενώ του είμαι αφωσιωμένος• με αδικεί ενώ τον ευεργετώ και ενώ τον εγκολπούμαι με αποκηρύττει, τους δε φιλόπαιδας νόμους ως μισόπαιδας μεταχειρίζεται εναντίον μου. Τι πόλεμος είνε αυτός τον οποίον εγείρεις, πάτερ μου, μεταξύ των νόμων και της φύσεως;

Αλλά με την τελευταία λέξη δε μπόρεσε πεια να περιορίση την τρικυμία της ψυχής της. Κιάρχισε να κλαίη. Τη λυπόμουν, αλλά και δεν καταλάβαινα πολύ αυτές τις κλάψες κιάρχιζα να τις βαριούμαι, γιατί, ως είπα, και δε μάρεσαν. Εγώ ήθελα να την αγαπώ, όχι να τη λυπούμαι. Πάνω στο κλάμα την έπιασε κένας βήχας δυνατός, που την έσειε τη δυστυχισμένη, σαν καλάμι.

Αχ! δε λέω να μ' αγαπήση· ας διή μόνο πόσο την αγαπώ! Και πώς δεν τόβλεπε, πώς δεν το καταλάβαινε που μια φλόγα είταν αναμμένη στα στήθια μου μέσα; Δεν τόννοιωθε; Όχι! Δεν τόννοιωσε μήτε κείνη μήτε κανένας άλλος. Κάθησε τώρα μέσα στο μυαλό μου· και δε βγαίνει πια και βήμα δεν κάμνει που να μην τη διώ.

Επάνω εις αυτήν την βεβαίωσιν έπεσα εις τα γόνατα της Ρετζίας, χωρίς να χάσω καιρόν· Αχ βασίλισσά μου, της είπα· εσύ είσαι το λοιπόν εκείνη που βλέπω, τον καιρόν που με κανένα τρόπον δεν ήλπιζα να σε ξαναϊδώ; είμαι υπόχρεος διά ταύτην την χάριν εις την αγάπην ετούτου του μεγάλου φιλοσόφου, που με την τέχνην του με έκαμε να ανταμώσω την αγάπην μου και την χαροποίησιν μου· γνωρίζεις εις εμέ εκείνον τον νέον, που επαραστάθη έμπροσθεν σου εις μορφήν του περιβολάρη; και που δι' αγάπην σου εκαταντήθηκα να περάσω διά κασιδιάρης; εσύ ηξεύρεις με τι βαρβαροσύνην έκαμες να με σύρουν από το παλάτι σου έξω, οπόταν εκατάλαβες πως ήμουν μεταμφιεσμένος, και με ποίαν καλήν τύχην έφυγα τον σκληρόν θάνατον, που από αιτίαν σου μου ήθελε δοθή· και με όλες αυτές τες σκληρότητές σου δεν αφέθηκα που να σε αγαπώ.

Όταν επλησίασαν να με πλακώσουν τα γεράματα, να με κουράζουν αι διασκεδάσεις και να μ' ενοχλούν οι ρευματισμοί, αισθάνθηκα την ανάγκην να έχω ένα σπιτικό και μίαν γυναίκα δική μου να με περιποιήται. Καθώς πας άλλος αγαπώ κ' εγώ της εύμορφες, και πλούσιος καθώς είμαι, εύκολο ήτο να εύρω ένα νόστιμο κορίτσι, αν δεν εζητούσα προίκα.

ΚΡΕΩΝ Τίποτε δεν στοχάζεσαι καλά. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλ’ όμως χρειάζεται στους άρχοντας να υπακούσης. ΚΡΕΩΝ Όχι όμως στον κακόν τον άρχοντα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ω πόλις, πόλις. ΚΡΕΩΝ Κ’ εγώ την πόλιν αγαπώ. Όχι εσύ μόνος. ΧΟΡΟΣ Άνακτες, δέομαι, παύσατε. Γιατί στην ώραν που πρέπει βλέπω να έρχεται η Ιοκάστη απ’ το παλάτι, και μπορεί μαζί μ’ εκείνην, να διώξτε τη διχόνοια που σας διχάζει.

Αυτή, που για να μη βρίσκη άντρα, ευρήκε 'να μωρό, ένα παιδί αθώο να ξεθυμαίνη τον πυρωμό τση; Γιαυτό κιο Θεός την παιδεύγει. Εάν δεν καταλαβαίνεις είντα κουμάσι 'ν' αυτή μα σα μεγαλώσης, θα καταλάβης και θα θυμηθής τση μάνας σου τα λόγια. — Όσο την ατιμάζεις και την κακοθελάς ,τόσο περισσότερο την αγαπώ και τη λυπούμαι, γιατί κατέω πως δεν έχει κανένα ψεγάδι απ' όσα τση λες.

Μεγάλη ιδέα έχουνε για τον εαυτό τουςήλεγε η Σμαραγδούλα. — «Τους φαίνεται πως φτάνει να καταδεχτούνε να σε κυτάξουνε, εσύ ετρελλάθηκες απ' τη χαρά σου· αν έρθουνε δα και με τα βιολιά, τόχουνε γι' αμαρτία να μην ανοίξης την πόρτα σου. Εγώ δεν τ' αγαπώ αυτά και όσο θένε, ας τρέχουνε· δε με πλανούνε

ΛΟΥΠΟΣ. Α! το δυστύχημα είνε μεγάλο κι έτρεξα εδώ να σου το πω, γιατί όπως εγώ το αγαπώ το πένταθλο, έτσι και συ τη ζωή σου δίνεις τη μισή να βλέπης παλαιστάς στο στοίβο να κυλιώνται. Μάθε το. Να το κρύβω δεν βαστώ. Σκότωσαν τον Λυαίο!. . . ΕΠΑΡΧΟΣ. Τι λες; 1ος 2ος 3ος 4ος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ. Ω! ΛΟΥΠΟΣ. Ναι! ΕΠΑΡΧΟΣ. Δεν μπορεί! Δεν γίνεται! Τον έβλεπε κανείς και ν' απορή του 'ρχόταν. Τέτοια μπράτσα!

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν