Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Ο Άνθιμος ήταν άνθρωπος με θέληση, με χαρακτήρα, και σαν είχε μια ιδέα σταθερή, δεν του εγύριζε κανείς το κεφάλι. Στο γούμενο δεν είχε καμμιά υπόληψι· ετελείωσε. Ήξερε αυτός τι έκρυβε μέσα του ο πονηρόπαππας, αδιάφορο πως ήταν γλυκός και ζαχαρένιος. Τη διπροσωπία ο καλόγερος δεν την υπόφερε σαν τους άλλους και καλλίτερα να λείπη, παρά να κάθεται να βλέπη αδιάφορος τα ντροπιασμένα του καμώματα.
Όλα τανακύλαγαν κ' εσήκωναν σύγνεφα πυκνά το βρώμιον κορνιαχτό ανάγυρα, που ετίκλωνε ολούθε μέσα στο προάβλιο, έκρυβε τους φαντάρους, εκαθόταν στα πηλήκια και στα αστραφτερά κομπιά τους, άσπριζε τα μουστάκια και τα φρύδια τους κ' εφάνταζαν καταπασπαλημένοι μυλωνάδες. Ο Βλαχογιώργος έψαχε και αφτός. Ανάδεβε ολούθε. Ψάχοντας από σωρό σε σωρό, ξεμακρύθηκε από τους φαντάρους του.
Ο Έφις άκουγε το θόρυβο που έκαναν πλένοντας τα ρούχα τους κάτω στο ποτάμι οι πάνας, γυναίκες που είχαν πεθάνει στη γέννα, χτυπώντας τα με τις κοκάλες των πεθαμένων και νόμιζε ότι διέκρινε τον αματατόρε, ένα στοιχειό με εφτά σκουφιά που μέσα τους έκρυβε έναν θησαυρό, να πηδά εδώ κι εκεί κάτω από το δάσος με τις μυγδαλιές και να τρέχουν πίσω του βρικόλακες με ατσάλινες ουρές.
Δε θα λησμονήσω ποτέ την απελπισιά, που με κυρίεψε, όταν κάθε βδομάδα που περνούσε παρατηρούσα ολοένα καθαρότερα πως όλα όσα έβλεπε γλυστρούσαν εμπρός της, σα να μην είτανε πραματικά γι' αυτή. Μου έκρυβε πολλά, μου έκρυβε ακόμα και τα δάκρυά της κ' εννόησα πως το έκανε γιατί είδε πως ζούσα μόνο με την ελπίδα να την ξαναφέρω στη ζωή κ' ήθελε να κρατήσω όσο το δυνατό περσότερο την ελπίδα αυτή.
Τη φορά αυτή διαλέξαμε ένα άλλο μέρος και το κάναμε για να έχη γύρω της η γυναίκα μου όλα όσα είχε στερηθεί το περασμένο καλοκαίρι στα δυτικά ακρογιάλια. Γιατί, όσο κι αν της επιβλήθηκε κι αυτής η θάλασσα, έκρυβε ωστόσο στο βάθος της ψυχής της μιαν αντιπάθεια γι' αυτή, γι' αυτή που θέλει να κυριαρχή μ' ερημική μεγαλειότητα και δεν ανέχεται κοντά της ψηλά δέντρα κι ανθισμένα λιβάδια.
Αυτή αγροικώντας πως αυτός ήλθεν εις το κρεββάτι, εσυγχίσθηκεν εις το να ιδή πως ευρίσκεται υπόχρεη να υποφέρη τα χάιδια ενός που του έκρυβε το πρόσωπόν της· και μάλιστα ηξεύροντας ότι διά τέτοιες τάξες δεν έπαιρναν άλλους, παρά ανθρώπους γέροντας ή κακορίζικους.
Μα η Έλσα μου έσπρωξε το χέρι, γιατί είδε πως ο μαλακός μου τρόπος έκρυβε μια παρηγοριά, που την περιφρονούσε. Ήθελε μόνο συμπάθεια. Το πρόσωπό της πήρε σιωπηλή, απλησίαστη έκφραση, σα να είχε υποτάξει όλο της το είναι στη φαντασία, που την κυρίευε και που δεν ήθελε ναφήση να της την ταράξη κανένας.
Μου είπαν κάτου πως δεν είν' εδώ αυτή την ώρα. ΑΝΝΟΥΛΑ Όχι. Όταν έφυγε μας είπε πως πάει στο γραφείο του. Πάψη Περνά τη στιγμή αυτή από το νου μου η παλιά μου ζωή. Ποιά συγκίνηση πνίγει την καρδιά μου! Πόσες φορές στα ξένα δε θυμήθηκα όλες τις γωνιές του σπιτιού, που κάθε μια μου έκρυβε και μιαν ανάμνηση. Πόσες φορές δεν πεθύμησα τη μυρουδιά ενός ρόδου από τον κήπο μας.
Μα πιο πολύ απ' όλα τον βασάνιζε η τοποθέτηση της Δόξας. Ήθελε νάβρη για κείνη ένα βάθρο πολύτιμο, όλως διόλου άξιο για τέτοιο καλλιτέχνημα. Τις έφτιασε ένα από μάρμαρο λευκό και την τοποθέτησε δίπλα στο τραπέζι της δουλειάς του. Μα το μάρμαρο του φαινότανε πρόστυχο. Αντί να δείχνη την ωμορφιά της την έκρυβε. Παράγγειλε λοιπόν έναν κορμό καρυάς ψηλόν ως ένα μέτρο και τον έφεραν στο γραφείο του.
Τότε με παρεκάλεσε πρώτη φορά να της επιτρέψω να πεθάνη. Πρώτη φορά μου μίλησε για κείνο που έκρυβε μέσα της, για κείνο που τη βίαζα να μου πη και δεν μπορούσε να βγάλη από τα χείλη της άλλο από υπαινιγμούς. — Από τον καιρό που είμουνα μικρή, είπε, πολύ πριν γνωριστούμε, μου είτανε τόσο φυσικά να στοχάζουμαι πως δε θα ζήσω πολύ. Έπειτα βρήκα εσένα και τα λησμόνησα όλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν