Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025


Κατά αλήθειαν, του είπα, εσύ δεν έχεις λογικόν· ημπορείς εσύ να δώσης πίστιν εις ένα φόβον τόσον γελοιώδη; στοχάζεσαι ότι η θεωρία μιας ωραίας θα ημπορέση να με κάμη να χάσω το λογικόν; εσύ ηξεύρεις καλώτατα, πως εις το παλάτι του πατρός μου είχε πολλές ωραιότατες σκλάβες, και ποτέ καμμία δεν με έκανε να σαλεύση ο νους μου προς αγάπην· μην πιστεύης λοιπόν ότι εις μίαν στιγμήν ημπορεί να μου προξενήση η θεωρία της ένα τοιούτης λογής αποτέλεσμα· στάσου χωρίς φόβον επάνω εις την περιέργειάν μου, και μη σε μέλλη τίποτε πως η ωραιότης της Ρετζίας θα μου κάμη κακόν αποτέλεσμα.

Θα γίνω... είπε και ξανάκλεισε τα μάτια του. Ο Βαγγέλης καθότανε και τον κύτταζε. Μια στιγμή δεν του φάνηκε διόλου καλά. «Αγγελοκρούζεται», είπε μέσα του. Σηκώθηκε και ζύγωσε στη γυναίκα με τρομάρα. — Κυρά Ασημίνα... καλέ, κοιμάσαι, καλέ; — Τι είνε; έκανε κείνη ξαφνιασμένη και τινάχτηκε απάνω. — Δεν τονέ βλέπω καλά. Τον χάνομε. Κουράγιο τώρα. Να σύρω να μιλήσω στη γειτόνισσα...

Στην αρχή ο Ιστένε έσκυψε το κεφάλι μέχρι που το έβαλε σχεδόν ανάμεσα στα γόνατα, έπειτα ανασηκώθηκε, άρπαξε τα πόδια του επιτιθέμενου και τον τράνταξε ολόκληρο, μη μπορώντας όμως να τον ρίξει κάτω του δάγκωσε το γόνατο. Δε μιλούσαν και η σιωπή τους έκανε τραγικότερη τη σκηνή.

Τελικά, λέγανε οι κακές γλώσσες, από υπηρέτης που ήταν ανέβηκε στην κατηγορία του συγγενή, ή καλύτερα του προστάτη των κυριών Πιντόρ. Αυτό που έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση ήταν η συναίνεση του ντον Πρέντου, ο οποίος εδώ και λίγο καιρό έμοιαζε διαφορετικός, μέχρι που είχε αδυνατίσει κιόλας και μια παράξενη φήμη κυκλοφορούσε ότι τον μάγεψε κάποια μάγισσα με τα ιερά βιβλία.

Μόλις όμως έκανε να σηκωθεί ξανάπεσε, σαν να γλίστρησαν τα πόδια του στο λιθόστρωτο της εισόδου, και χτύπησε το κεφάλι στον τοίχο και τα χέρια στο έδαφος. Μόλις άκουσε να κουδουνίζουν τα κέρματα επάνω στην πέτρα, ο άλλος ζητιάνος ανασήκωσε το ωχρό του πρόσωπο και άνοιξε διάπλατα τα ανέκφραστα μάτια του σαν να άκουγε έναν απειλητικό θόρυβο. Ο γέρος βογκούσε.

Εκείνο που μας έκανε να θαυμάζωμεν περισσότερον ήτον ότι αυτό το νησί δεν ήτον κατοικημένον και μας εφαίνετο πολλά παράξενον, ότι ένας τέτοιος καρποφόρος τόπος θα ευρίσκετο χωρίς ανθρώπους.

Ο Καπετάν-Πρέκας, βράδυ-βράδυ, έφυγε απ' το σπίτι τουόπως είπε μια ψυχοπαίδα, που είχανε στο σπίτιπαίρνοντας μαζί του το αρμίδι του και τα δολώματά του να πάη να ψαρέψη κάτω στο μώλο, καθώς έκανε χρόνια τώρα. — Απ' τη μέρα, που συχωρέθηκε η ψυχομάννα, πάνε τρεις μέρες τώραείπε η κοπέλλαδεν είχε βγη από το σπίτι. Εχθές είπε πως στενοχωρήθηκε μέσα στο σπίτι κ' έφυγε.

Δε θα λησμονήσω ποτέ την απελπισιά, που με κυρίεψε, όταν κάθε βδομάδα που περνούσε παρατηρούσα ολοένα καθαρότερα πως όλα όσα έβλεπε γλυστρούσαν εμπρός της, σα να μην είτανε πραματικά γι' αυτή. Μου έκρυβε πολλά, μου έκρυβε ακόμα και τα δάκρυά της κ' εννόησα πως το έκανε γιατί είδε πως ζούσα μόνο με την ελπίδα να την ξαναφέρω στη ζωή κ' ήθελε να κρατήσω όσο το δυνατό περσότερο την ελπίδα αυτή.

Και έτσι λέγοντας την επήρεν εις τες αγκάλες του, και με το στανικόν της την έφερεν εις το καράβι του και βάνοντας την μέσα έκανε πανιά και εμίσευσεν.

Κι αφού είπεν αυτά έκλαψε ο Δάφνης κ' έφερε τους χωριανούς σε μεγάλη ψυχοπόνεση, ως που ο Φιλητάς ο κριτής ορκιζότανε στον Πάνα και στις Νύμφες, ότι δεν έκανε κανένα άδικο ο Δάφνης μα μήτε και τα γίδια του, παρά ο άνεμος κ' η θάλασσα, που άλλους έχουνε για κριτάδες τους.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν