Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Αλλ' ήκουσε και πάλιν την σύζυγόν του, η οποία συνεβούλευε μετριοπάθειαν και έλεγεν ότι περισσότερο ψωμί τρώγεται με το μέλι παρά με το ξύδι, Εις επικουρίαν της μητρός ήλθαν όλοι οι συγγενείς και ενουθέτουν τον Μανώλην. Αλλ' όλον εκείνο το μέλι κατηναλώθη εις μάτην. Ο Μανώλης επροτίμα την ξυνήν αγουρίδα και έμενεν αμετάπειστος.

Αυτά μ' έκαμαν να θυμώσω. Της είπα με χονδρή φωνή πως ένα κορίτσι που δεν έχουν οι γονιοί του να το χορτάσουν ψωμί δεν πρέπει να κάμη τη χαδούσα και να ψιλολογά για το χρώμα των ματιώ. Εχαμήλωσεν η καϋμένη τα δικά της και άρχισε να κλαίη και να μας λέγη ότι θα κάμη το θέλημά μας. Η μεγάλη μας συλλογή ήταν ο Πέτρος πού πρώτα μας έγραφε τακτικά και τώρα μας άφισεν ένα μήνα χωρίς είδησι καμμία.

Συνεπαρμένος από την επιτυχία του ο τυφλός ζωήρεψε, σηκώθηκε, διηγήθηκε την ιστορία της Θάμαρ με τις πίτες. Οι βοσκοί γελούσαν δίνοντας μεταξύ τους και καμιά αγκωνιά. Έφεραν γάλα, ψωμί και έδωσαν και μερικά κέρματα στον τυφλό.

Ο σκύλος χαίρεται το φως μέσα στη γούνα του, και το μαλλί του γυαλίζει σαν μετάξι. Απ' τη μεγάλη πόρτα του μεγάρου βγήκε μια παχουλή υπηρέτρια, με κόκκινα δροσερά μάγουλα. Έδωκε με καλωσύνη μια φέτα ψωμί κ' ένα κομμάτι κρέας στο ζητιάνο και πέταξε με περιφρόνησι ένα κόκκαλο στο σκύλο. Ο άνθρωπος πήρε το κομμάτι το κρέας, με ντροπή, κι αναστέναξε, σαν να τούδιναν φαρμάκι.

Κι' οι προεστοί των Αχαιών μαζέφτηκαν κατόπι στον Αχιλέα ολόγυρα και τον περικαλούσαν να φάει και κάτι, μα όχι αφτός τους έλεγε βογγώντας «Να ζήστε, αδρέφια, αν μ' αγαπά κανείς σας, μη μου λέτε 305 ψωμί ή κρασί προτύτερα στο στόμα μου να βάλω, γιατί έχω μες στα στήθια μου τα σπλάχνα ματωμένα. Κι' ως να νυχτώσει αν καρτερώ, σας λέω μη με φοβάστε

Αχάριστοι, ταράζετε την ώρα που ο αφέντης σας ζητά ν' αναπαυθή· για σας κοπιάζει τόσα χρόνια τώρα, για να κάμη τη χώρα σας τρανή. Ντροπή, λαέ! τι θέλεις συναγμένος—; Στου παλατιού την έξω πόρτα ορθός έτσι έκραξε ένας στα χρυσά ντυμένος. «Ψωμί, ψωμί», τον έκοψε ο λαός.

Είναι χρέος του. Αμαρτία τόχει αν δεν πάη το βράδυ σε μια Συνέλεψη να πολεμήση, να δώση και λόγο γιατί πολεμάει τους πολιτικούς του αντίπαλους. Όταν όμως σηκωθή το πρωί, &στη δουλειά του& θα πάη. Εμείς είναι που τα κάμαμε δουλειά τα πολιτικά. Ντελιγιάννης εδώ πάει να πη ψωμί, Τρικούπης πείνα.

Από τη μια έμπαινε σπίτι με την ακριβή του Μιχάλαινα, κι από την άλλη οι παραφρενιασμένοι οι Τούρκοι έστελναν την Ασήμω να πάη και να μάθη ποιος την έπαιξε τη στερνή τη μπαλλοτέ. Έτρεξε η Ασήμω στης θειας της, κι απ' άκρες μέσες που άκουσε από τη γριούλα βρήκε πάλε μονομιάς το φταιξάρη. Λέει της γριάς πως πάει ναπονυχτερέψη με του Χουσεήνη το χαρέμι, πως τόταξε και πρέπει, αφού το ψωμί τους τρώνε.

Η ώρα το είχε; της ηλικίας είταν; της μοίρας του; Αναπόφευγη λαχτάρα τονε συνεπαίρνει να κινήση και να βρη την κοπέλλα. Ίσως και λιγουλή περιέργεια. Τράβηξε τον κάτω το δρόμο δίχως δεύτερη συλλογή. Άμα ζύγωσε τη δασωμένη κοιλάδα, άρχισε κι αλαφροπάταγε σα να κυνηγούσε περδίκι, τηρώντας από παντού. Την είδε δεν την είδε, και χώθηκε πίσωθε χοντρόκορμης καστανιάς. Είταν ό,τι τέλειωνε το ψωμί της.

Η θεωρία της μου εσκότισε τους οφθαλμούς, έμεινα όλος εκστατικός· έλαβα το ψωμί χωρίς να ηξεύρω τι κάνω, και έμεινα ακίνητος εμπρός εις την γερόντισσαν σκλάβαν· αντίς να την ευχαριστήσω κατά το χρέος μου, ήμουν έτσι χαμένος, έτσι σκοτισμένος και έτσι πληγωμένος από τον έρωτα, ώστε εκείνη με εστοχάσθη τρελλόν.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν