Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Και κάποτε πετούσαν ο ένας στον άλλο μήλα και κτένιζαν ο ένας του αλλουνού το κεφάλι, κάνοντας χωρίστρα τα μαλλιά τους. Η Χλόη παρομοίαζε τα μαλλιά του με σμέρτα, επειδή ήτανε μαύρα, κι ο Δάφνης το πρόσωπο της Χλόης με μήλο, επειδή ήτανε λευκό και ρόδινο.
Έτεροι ωρχούντο περί τας πυράς, ή κατακείμενοι επί της χλόης εβύθιζον τους δακτύλους εις τας χύτρας και τα ποτήρια εις τους πίθους· άλλοι πάλιν κρατούντες φλέγοντα δαυλόν έτρεχον περί τον κήπον αναζητούντες ιεράκιον προς φυγάδευσιν των δαιμόνων ή τετράφυλλον τριφύλλιον, το οποίον καθίστα τα καταχθόνια πνεύματα υποτελή τω ανευρίσκοντι τοιούτον φυτόν κατά την νύκτα εκείνην.
Οι άλλες εξομολογούμενες προσεύχονταν εδώ κι εκεί μέσα στην εκκλησία, γονατισμένες επάνω στο πρασινωπό πάτωμα. Μια βαθειά σιωπή, ένα γαλάζιο φως, μια μυρωδιά χλόης πλημμύριζαν την εκκλησία που ήταν υγρή και θλιβερή σαν σπηλιά.
Κι άρπαζε πολλά κοπάδια, πολύ σιτάρι και κρασί, επειδή μόλις είχε τελειώσει ο τρύγος· μα κι ανθρώπους όχι λίγους, όσοι απ' αυτούς δουλεύανε στα χτήματα. Έπεσεν επάνω και στης Χλόης και του Δάφνη τα υποστατικά· κι αφού βγήκεν έξω, άρπαζεν όσα έβρισκεν εμπρός του.
Πόσον θα χαρής ότι θα τους ίδης μετά τόσον μακράν από της πατρίδος σου αποδημίαν ! Επειδή όμως ο δρόμος ήτο πολύς, έμειναν ίν' αναπαυθώσι παρά τα δροσερά ύδατα πηγής, αυταί και οι ίπποι, και εκάθισαν να προγευματίσωσιν επί της χλόης του λειμώνος, εγώ δε μόνος ήλθον προ αυτών, ίνα σοι αναγγείλω τούτο.
Αυτού βαρυστενάζαμε πότε να φέξ' η ημέρα. εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και της κοπής τ' αρσενικά να βόσκουν πεταχθήκαν, κ' εβέλαζαν ανάρμεκτα τα θηλυκά 'ς ταις μάνδραις, ότ' οι μαστοί τους έσκαζαν και ο κύριος σπαραγμένος 440 από τους πόνους έψαχνε ταις ράχαις των προβάτων όλων, ως στέκονταν ορθά, ουδ' ένοιωσε ο χαμένος 'που 'σαν δεμένοι 'ς ταις δασειαίς αγκάλαις των προβάτων. κ'έβγαινε απ' όλα υστερνό 'ςτην θύρα το κριάρι, αγκουσεμένο απ'το μαλλί κ'εμέ τον δολοπλόκον. 445 εμάλαζέ το ο δυνατός Πολύφημος και του 'πε• «καλό κριάρι, απ' τ' άντρο πώς μου 'βγήκες των προβάτων ύστερος; και δεν έμενες ως τώρα οπίσω απ' τ' άλλα, αλλά συ πρώτος έκοβες τ' άνθη απαλά της χλόης μακροπατώντας, κ' έφθανες ο πρώτος 'ς τα ποτάμια, 450 και πρώτος ήσουν πρόθυμος 'ς την μάνδρα να γυρίσης, το εσπέρας• τώρ' είσ' ύστερος• τω όντι, του κυρίου ποθείς το μάτι, 'πώσβυσε κακούργος με συντρόφους κακούς, αφού με κέρασμα τα λογικά μου επήρε, ο Ουδένας, 'που απ' τον συντριμμό, θαρρώ, δεν θα λυτρώση. 455 και αν ήσουν σύμφωνος μ' εμέ, και ομίλημ' αποκτούσες, να ειπής που κείνος κρύβεται από την δύναμί μου, θα 'βλεπες τότε σκορπιστά 'ς το σπήλαιο τα μυαλά του 'ς την γη σκασμένα, και άνεσι θα 'λάμβανε η ψυχή μου των κακών, όσα μώδωσεν ο ουτιδανός Ουδένας». 460
Όταν εγίνηκαν αρκετές οι γιορτές στην εξοχή, αποφασίσανε να γυρίζουνε στην πολιτεία, και για ν' αναζητήσουν της Χλόης τους γονιούς και για να μην αργοπορούν πια για τους γάμους τους.
Μύλος τις εφαίνετο υποκάτω δεξαμενής, όστις άλλοτε πρέπει να είχε και τροχόν, ως ηδύνατό τις να συμπεράνη εκ της ρωγμής δι' ης εχύνετο το ύδωρ. Παρά το ερείπιον τούτο έβλεπέ τις κειμένας δέσμας καλάμων και ράβδους αιγοκλήματος, και ο κηπουρός εκάθητο, ή μάλλον έκειτο βλέπων μετά ζηλοτύπου οφθαλμού κύνα τινά, όστις ήτο εξηπλωμένος μακαρίως επί της πεπατημένης χλόης.
Κι αυτές εκεί που εκοιμόταν ο Δάφνης τη νύχτα, του παρουσιάζονται με τα ίδια σχήματα καθώς προτήτερα· κ' η πιο ψηλή έλεγε πάλι: — Για το γάμο της Χλόης θα νοιαστή άλλος θεός· μα εμείς θα σου δώσουμε δώρα, που θα μαγέψουν το Δρύαντα.
18. — Τι λοιπόν μούκαμε της Χλόης το φιλί; Τα χείλη της είναι πιο τρυφερά κι από τα τριαντάφυλλα και το στόμα της πιο γλυκό κι από τις κερήθρες· μα το φιλί της πιο φαρμακερό κι από το κεντρί της μέλισσας. Πολλές φορές εφίλησα κατσικάκια· πολλές φορές εφίλησα σκυλάκια νιογέννητα και το μουσκάρι που εχάρισε ο Δόρκωνας· μα το φιλί τούτο είναι αλλιώτικο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν