Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Α' ΑΝΗΡ Συ;! κάνε τη δουλειά σου• γιατί φοβάμαι μην ειπής πως είνε και δικά σου, όταν στη στρατηγίνα μας αυτά θα καταθέσω. Να μια ιδέα πουν' ορθή. Τι κάθημαι κι' αργώ; Εμπρός λοιπόν για το φαΐ να τηλωθώ κ' εγώ! Αυλητής ευρίσκεται εξηπλωμένος παρά το δεξιόν παρασκήνιον. Μούσαι! ελάτε! βάλτε μου στο στόμα ένα γλυκό τραγούδ' Ιωνικό.

Μέσα εις τον οικίσκον εκείνον, μίαν καλυβίτσαν μάλλον προς τα Πηγάδια, χωρίς φως, χωρίς ζωήν καμμίαν, ήτο εξηπλωμένος επί ψιαθίου απλού ο μπάρμπα-Κώστας, φέρων δεμένας βαρέως τας σιαγόνας του κ' αισθανόμενος ισχυρόν πόνον ως να έπαθον οι οδόντες του. Τίποτε άλλο δεν είχε. Και επιχείρησε πολλάκις να εξέλθη την νύκτα και μεταβή εις την Ανάστασιν. Πλην πάλιν εμετανοούσε.

Εν τη συγχύσει μου ως εκ της πτώσεως δεν απέδωκα ιδιαιτέραν σημασίαν εις την άλλως εκπληκτικήν αυτήν λεπτομέρειαν· αλλά μετά τινα δευτερόλεπτα και ενώ ακόμη ευρισκόμην εξηπλωμένος κατά γης προσήλωσα την προσοχήν μου. Ενώ το πηγούνι μου ανεπαύετο επί του εδάφους της φυλακής μου, τα χείλη και το ήμισυ του προσώπου μου ευρίσκοντο εις τον αέρα.

Εξηπλωμένος επί της πρύμνης ησθανόμην υπ' εμέ το σκάφος υψούμενον και καταπίπτον και ήκουα τον άγριον ρόχθον της θαλάσσης πληττούσης τα πλευρά του, τον οργίλον συριγμόν των αφριζόντων κυμάτων, των σχοινιών τον γογγυσμόν, και του πηδαλίου το τρίξιμον. Είχα τους οφθαλμούς κλειστούς, αλλά δεν εκοιμήθην όλην την νύκτα. Τα μέλη μου ήσαν βαρέα, μου έλειπε δε και δύναμις και θέλησις να τα κινήσω.

Έν βήμα ακόμη και επήδων εντός της κοίτης του ποταμού, ότε ησθάνθην διά μιας κτύπημα και πόνον φρικτόν εις την αριστεράν μου κνήμην, πόνον όμοιον του οποίου δεν είχα αισθανθή ποτέ, και αντί να πηδήσω εντός της κοίτης, ενόησα ότι κρημνίζομαι εντός αυτής... Κατόπιν δεν ενθυμούμαι πλέον τίποτε, μέχρι της στιγμής καθ' ην εξύπνησα. Η πανσέληνος έλαμπεν άνωθέν μου· ήμην εξηπλωμένος κατά γης.

Η φρενίτις και η τρέλλα με εκυρίευσαν και ανέπτυξα όλην μου την δύναμιν διά ν' ανασηκωθώ, διά να πλησιάσω μόνος το τρομερόν γιαταγάνι, το οποίον επροχώρει προς εμέ. Είτα κατέπεσα, αιφνιδίως ησυχάσας, και περέμεινα εξηπλωμένος, μειδιών προς τον θάνατον αυτόν με την ασυνειδησίαν παιδιού, το οποίον πλησιάζει προς εξαιρετικά κοπτερόν αντικείμενον.

Ποδαλγός, πονών, ήτο εξηπλωμένος επί του ξηρού εκείνου μενδερίου, εγγύς ημισβόστου εστίας, χωρίς όρεξιν καπνίζων το τσιμπούκι του, ότε εισήλθεν η γραία μήτηρ της νύμφης του. — Δεν 'νομάζεις Θεό, καπετάν-Μαμμή; Επανέλαβε μετά δακρύων η γραία τρέμουσα από οργήν. — Καλά που σ' έφερεν η τύχη μου μέσατα χέρια μου! Εκραύγασεν αίφνης ο καπετάν-Μαμμής.

Και ιδού ότι η ιδέα ολόκληρος μου παρουσιάζετο, αδύνατος ακόμη, μόλις συγκεκροτημένη, μόλις σχηματισμένη, ουχ' ήττον πλήρης. Χωρίς ν' αργήσω, με την νευρώδη ενέργειαν της απελπισίας, ήρχισα να επιχειρώ την πραγμάτωσιν. Από ώρας τώρα τα πέριξ του ξυλίνου κουτιού, επί του οποίου ευρισκόμην εξηπλωμένος, έβριθον κυριολεκτικώς από ένα στρατόν εκ ποντικών.

Ο γέρω-Μάρτης εξηπλωμένος, σχεδόν αναίσθητος πλησίον του βαρελιού, με την μακράν φουστανέλλαν του κάθυγρον υπό του οίνου, με οφθαλμούς ημικλείστους, πρόσωπον κατακόκκινον κ' εκ των πολλών ρυτίδων όμοιον προς μεγάλην τομάταν, εδέχετο εις το μεγάλο και ανοικτόν στόμα του τας τελευταίας σταγόνας του οίνου. Οι μήνες ανεκάγχασαν και ήρχισαν να περιπαίζουν αυτόν.

Όταν εκινούσα τας σιαγόνας μου κατά την προσπάθειάν μου να φωνάξω, ενόησα ότι ήσαν φιμωμένοι, όπως συνηθίζεται εις τους νεκρούς. Ενόησα επίσης ότι ήμουν εξηπλωμένος επάνω εις σκληράν ύλην, και ότι ο θώραξ μου επιέζετο στενώς από κάτι ανάλογον πράγμα. Έως εδώ δεν διεκινδύνευσα ακόμη να μετακινήσω έν οιονδήποτε από τα μέλη μου.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν