Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Ράπτουσα και κεντώσα τα ξένα φορέματα είχεν αποκτήσει τόσον λεπτήν ειδικότητα περί το ενδύεσθαι, ώστε οσάκις την έβλεπον, έδακνον τα χείλη τα ζηλότυπα του χωρίου κοράσια.

Εγώ δεν ηρώτησα την κυρίαν τι έχει το παιδάκι της. Δεν την γνωρίζω. Η γραία ύψωσε την χείρα της εις τα χείλη και περιστρέφουσα χαριέντως τα δάκτυλα περί το στόμα επροσπάθησε να κρύψη το μειδίαμα, το οποίον εφανέρωνον οι γελώντες οφθαλμοί της. Αντί απολογίας απηύθυνε προς τον έπαρχον δευτέραν και διπλήν μάλιστα ερώτησίν. — Δεν την γνωρίζεις; Ξένη είναι;

Και τοιουτοτρόπως πρώτον μεν έκτισαν τα χείλη της τάφρου, έπειτα δε το τείχος με τον αυτόν τρόπον. Επί του τείχους δε έκτισαν μονόπατα οικήματα αντικρύζοντα προς άλληλα, και μεταξύ των οικημάτων άφησαν διάστημά τι διά να δύναται να στρέφεται τέθριππον άρμα. Εκατόν πύλαι κατεσκευάσθησαν πέριξ του τοίχους, όλαι χάλκιναι, με παραστάτας και υπέρθυρα ομοίως εκ χαλκού.

Ο Δημητράκης έμενε ακίνητος στη θέση του, χλωμός σα θειαφοκέρι και κύτταζε τον αδερφό του με θλίψη. Τον κύτταζαν κ' οι άλλοι κ' έσφιγγαν τα χείλη τους να μη σκάσουν τα γέλοια. Μα εκείνος σα να ήταν ολομόναχος εξακολουθούσε να γροθοκοπάη τον αέρα και να μπομπαρδίζη τον οχτρό του. — Μπαμ! μπουμ!.. φσ. ... φσ.... μπαμ! μπουμ! .. μπιμ! ... Άξαφνα όμως βρόντησαν τα γέλοια.

Ανεξήγητος τρόμος και αγωνία παράδοξος την εκυρίευσαν· ενόμιζεν ότι θα κρημνισθή εις τα τάρταρα, ότι εις ανήλιον σκότος έμελλε να βυθισθή, και ηθέλησε να φωνάξη, ίνα καλέση βοήθειαν· αλλ' η φωνή της εκόλλησεν εις τον λάρυγγά της, τα χείλη της εκινήθησαν σπασμωδικώς, και ότε τέλος ησθάνθη ότι δεν εκινείτο πλέον, ότι η φοβερά εκείνη κατάβασις είχε τελειώσει, ενόμισεν ότι εξέπνεε την εσχάτην αυτής πνοήν.

Με ολίγον θα περιπτυχθώσιν αλλήλους γνωστοί και άγνωστοι, θα ενωθώσιν εις ένα κοινόν ασπασμόν. Μακράν την ημέραν εκείνην αι έχθραι και τα μίση, εις όλων δε τα χείλη πρέπει ν' ανθή η θεία και κοσμοσώτειρα φράσις « Αγαπάτε αλλήλους. . . .» Βαρύς στεναγμός παραπόνου εξήλθεν από τα πονεμένα στήθη του Κλέωνος και εγερθείς ησυχώτερσς, έρριψε το βλέμμα του διά του παραθύρου εις την οδόν.

Εις το αναμεταξύ που εγώ εθλιβόμουν διά την κατάστασιν, εις την οποίαν ευρισκόμουν βλέπω επάνω εις τα χείλη της θαλάσσης ένα μικρόν πουλί, που εις εμένα έρχουνταν.

Τα χείλη του Ησαΐα Αραχνιασμένα και βουβάτον ύπνο τους σπαράζουν Και μουρμουρίζουνε βραχνά: — » Αφωρεσμένος νάναι» ... Έφτυσεν αίμα καταγής του Παπαγιάννη η γλώσσα Κι' ανταποκρίθηκε κι' αυτή: — » Αμήν... αφωρεσμένος.» — Εχάθηκ' ο διαλαλητής... ανατριχύλα... τρόμος. Μηρμύγκιαζε η Αρβανιτιά. Τάλογο του Βριόνη Τους διαχωρίζει εδώ κ' εκεί και τους δαγκάει την πλάτη. Σαλάγα τους Ομέρπασα!

Μια από τις ωραιότερες εντυπώσεις που μου έκανε η σκηνή ήταν όταν ο Salvini στην τελευταία πράξη του Ληρ, τραβώντας το φτερό από το καπέλλο του Κεντ το άγγιζε στα χείλη της Κορδέλας τη στιγμή που είχε φτάσει στο στίχο: «Αυτό το φτερό κουνιέται· εκείνη ζη». Ο κ.

Εμπρός μου βλέπω κύπτουσαν και την Βηρσαβεέ, που τον Δαυίδ οπίσω της τον έσυρεν ως πτώμα, κι' ο Προφητάναξ έκραζε «συγχώρει με, Θεέ, το πνεύμα είναι πρόθυμον, αλλ' ασθενές το σώμα». Ω Σαμαρείτις, είδωλον και ξόανον ωραίον, η δροσερά σου λάγηνος τα χείλη μου ας βρέξη, κι' ειπέ γελώσα κι' εις εμέ καθώς 'στόν Ναζωραίον πως άνδρα δεν εγνώρισες, ενώ επήρες έξη.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν