United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είδα πολλούς, οι οποίοι ελπίζοντες από το παιγνίδι κανένα σημαντικό φιλί ετοίμαζαν προς τούτο τα χείλη των και ελύγιζαν. — Θα παίξωμεν το μέτρημα, είπε. Προσέχετε λοιπόν.

Αφού δε ηυχαρίστησαν την περιέργειάν των, εφρόντισαν να κορέσωσι και των ξένων την πείναν, προσκαλούσαι αυτούς να συγκαθίσωσιν εις την τράπεζαν του δειλινού, όπου κατά πρώτον εγεύθησαν τα τέκνα εκείνα της Άρκτου τους γλυκείς της μεσημβρίας καρπούς, τα σύκα και τας σταφίδας εκείνας, περί ων ηρώτα η σοφή Ιωάννα, λείχουσα τα χείλη και τους δακτύλους, αν ταύτα ήσαν ο γλυκύς του λωτού καρπός.

Μαθαίνουν στο κρασί τα λόγια και τους σκοπούς που θα βάλη αργάγλήγορα στο χείλη των γλεντζέδων. Εκεί ψηλά που την ξόρισε η απονιά του Χαγάνου κ' η περιφρόνηση του Ευμορφόπουλου, τίποτ' άλλο δε φυτρώνει από το κλήμα. Φύτρωσε απομοναχό του κ' η Ελπίδα με τους Μαλαματένιους το καλλιέργησαν. Ένα κλήμα ήταν και τώρα δασοφύτρωσε. Κάνει σταφύλι ραζακί και το κρασί μοσκάτο.

Τα αιμοβόρα πάθη σας και την ακολασίαν τελείως συγχωρώ, αν και δεν έχω άνωθεν προς τούτο εξουσίαν, αλλ' ούτε ειμπορώ. Ας κύψω έντρομος κι' εγώ εμπρός εις τας Ανάσσας της αληθούς τρυφής, κι' ας πέσω σφάγιον κι' εγώ υπό τα φάσγανά σας εις αίματα βαφείς. Εις λήθην ρίπτω του λοιπού τα αίσχη σας τανόσια και δεν ταναδιφώ, μα δώσετε και προς εμέ τα χείλη σας ταμβρόσια το νέκταρ να ροφώ.

Νά τι είνε όλον το μυστικόν! προσέθηκεν η κόρη, και με έδειξεν εις τον τρυφερόν της καρδίας της τύραννον. — Ω! ω! . . ανέκραξεν εκείνος, έχομεν και μετοχάς, βλέπω, Μαριγάκι; και η φωνή αυτού ήτο μελωδίας αυλού μελωδικωτέρα, και μειδίαμα γόητος διέστελλε τα μυστακοφόρα του χείλη. Μου την εχάρισε σήμερα η κυρία. — Και συ . . θα την χαρίσης βέβαια εις τον Δημητράκη σου.

Ανακινεί τα χείλη του ηδυπαθώς ο μπάρμπα- Σταύρος πιπιλίζων την κεχριμπαρένιαν άκραν του τσιμπουκίου του, βλέπει ευφροσύνως τον καπνόν αναθρώσκοντα κυκλοειδώς και διαλυόμενον εις την οροφήν του οίκου, και ενίοτε θωπεύει μαλακά- μαλακά τους στακτερούς του μύστακας.

Τα χείλη των πλουσίων προσκυνητών δυνατόν, να συνεστάλησαν μετά περιφρονήσεως προς την προσφοράν ταύτην, ήτις ήτο δυο λεπτά. Αλλ' ο Ιησούς ηυχαριστήθη από την ταπεινήν αυτοθυσίαν της χήρας. Ήτο η προσφορά αύτη ομοία με το ποτήριον ψυχρού ύδατος, το διδόμενον εξ αγάπης, και το οποίον εν τη βασιλεία του δεν θα μείνη αβράβευτον.

Αλλά τοιούτον μονόλογον ο Σαικσπείρος δεν θέτει εις τα χείλη του ήρωός του, ουδέ περιπίπτει εις το λάθος του να δώση σώμα και μορφήν εις ό,τι ώφειλε ν' αφήσει αόριστον και ασαφές. Εξ αυτών όμως των πρώτων του Μάκβεθ λέξεων διαβλέπομεν, ότι υφίσταται μυστηριώδης τις σύνδεσμος μεταξύ των Δαιμονίων του σκότους και των μυχίων αυτού στοχασμών.

Χθες οι στρατιώται μου ήκουον να λέγεται μεταξύ του πλήθους, ότι πρέπει να αναγορευθή αυτοκράτωρ είς άνθρωπος ως ο Θραπεύς. Ο Νέρων εδάγκασε τα χείλη του. — Λαός ακόρεστος και αγνώμων! Έχουν αρκετόν σίτον και αρκετήν θερμήν τέφραν διά να ψήσουν τους πλακούντας των τι τους χρειάζεται ακόμη; — Η εκδίκησις!! απήντησεν ο Τιγγελίνος. Πάντες εσιώπησαν.

Με τας χείρας της τον έλαβεν από τους κροτάφους, προσεπάθησε να τον ανασηκώση, αλλ' εις την προσπάθειαν ταύτην έκυψε προς αυτόν, ώστε τα χείλη της έψαυσαν την κόμην του Βινικίου. Προς στιγμήν επάλαισαν καθ' εαυτών και κατά του έρωτος, όστις τους ώθει τον ένα προς τον άλλον. Τέλος η Λίγεια εσηκώθη και έφυγεν.