Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025


Τον πήρε όμως της Αθηνάς το μάτι τον Απόλλο πως το Διομήδη αδίκησε, και τρέχει και του δίνει το καμοτσί, και δύναμη ξαναφυσάει μες στ' άτια. 390 Έπειτα ξέχειλη θυμό τον Έβμηλο προφταίνει και του τσακίζει το ζυγό· κι' όξω τα ζα απ' τη στράτα τα άτια του φέβγουν, και μαζί γλυστράει και πέφτει τ' ατιμόνι.

Μα σαν να τρόμαξε από την ίδια του φωνή στάθηκε κατακίτρινος, με τα χέρι απλωμένο στην πόρτα, με τα μάτια γουρλωμένα· τα μαλλιά του ήταν άνω κάτω. Οι χωριάτες τον κύτταζαν· τον ρωτούσαν τι τρέχει. Τους κύτταζε κ' εκείνος δίχως να μπορή να βγάλη λέξη. Επί τέλους συνήρθε, κατέβασε το χέρι του, χαμογέλασε κ' είπε με φωνή παρακαλεστική.

Ήρχισεν η δευτέρα· αυτή ήτο συνηθισμένη να υφαίνη· είχαν εργαλειό εις το σπίτι των και ήτο και φυσικά πολύ επιτήδεια κόρη. «Πώς θέλω να έχω δικό μου εργαλειό! εσυλλογίζετο η χωρική, ενώ η σαΐτα τρέχειτα χέρια της.

Αλλ' εγώ, ο οποίος γνωρίζω πώς τρέχει ο ποταμός, πότε αριστερά και πότε δεξιά, αντί να πηγαίνω από μέσα, εβγήκα διά να κόψω δρόμον μέσα από τα χωράφια. Και τώρα θα έμβω πάλιν εις τον ποταμόν να εύρω το ποίμνιον, το οποίον μου εχάρισεν η κόρη. — Τύχην όπου την έχεις, είπεν ο μεγάλος Κλώσος. Και νομίζεις ότι αν πέσω κ' εγώ εις τον ποταμόν θα εύρω ζώα του νερού;

ΑΘΗΝΑ. Με τι προοίμια αρχίζει, ω θεέ μου! ΖΕΥΣ. Όντα παγκάκιστα, όπου η γη σας έθρεψεν... ω Προμηθεύ, ποία κακά μου έκαμες, προδότη. ΑΘΗΝΑ. Τι τρέχει τέλος πάντων; Δικοί σου είμεθα και θαρρετά να πης. Γιατί δεν μας 'μπιστεύεσαι; ΖΕΥΣ. Ω κεραυνέ μου φοβερέ, εις τι μου χρησιμεύεις; ΗΡΑ. Τι έχει πάλιν; Παύσε τον θυμόν και τας τραγικότητας.

Ακόμα, πάτερ Συμεών, είπε ο ηγούμενος, περιμένουμε απ' το χωριό τον αστυνόμο. — Τον αστυνόμο!, αα, τι τρέχει; — Δεν τάμαθες! — Είμουνα κάτου στ' αμπελάκια σήμερα, τόρα γιαγιά ήρθα, χαμπάρι δεν έχω. — Είχαμε φασαρίες σήμερα το γιόμα. Μας έκλεψαν, πάτερ Συμεών. Κι ο ηγούμενος χαμογέλασε. — Μας έκλεψαν, τι;, πώς;, πότε;. Μας έκλεψαν!...

Τίμιος, αγαθός, ευπροσήγορος, αστείος, πολυλογάς, επαγγέλλεται . . . όχι ωρισμένον τι, αλλά παν ό,τι του δίδει αφορμήν να ομιλή και να τρέχη, αδιάφορον αν τρέχη κατόπιν σκιάς, την οποίαν εκλαμβάνει ως πραγματικότητα! Εύπιστος, αισιόδοξος, δεν ταράσσεται διόλου εκ των αποτυχιών του των αλλεπαλλήλων. Και τρέχει και σχεδιάζει αδιάκοπα.

Μωρέ τι τρέχει; ρωτάω τον διπλανό μου εκεί που εδέναμε τον παπαφίγγο. — Η τρόμπα μωρέ· δε βλέπεις; Ο σίφουνας! Ο σίφουνας! έφριξα ολόκορμος. Ακουστά είχα τα θαύματά του· πως σαρώνει ό,τι τύχη στο διάβα του· σχίζει πανιά, ρίχνει κατάρτια, γονατίζει πλεούμενα. Τόρα όμως πρώτη φορά τον έβλεπα με τα μάτια μου. Δεν ήταν ένας· ήσαν τρειςτέσσερες.

Κι' ο Αίας τους σπλαχνίστηκε, πεσμένους σαν τους είδε, 610 και τρέχει αμέσως στέκεται σιμά σιμά στους διο τους και ρήχνει το σπιθόβολο κοντάρι, και τον Άρη σκοτώνει, του Σελάγου γιο, που στην Παισό 'χε πύργο κι' είχε σπαρτά και βιος πολύ, μα να στην Τροία η μοίρα τον έστειλε του βασιλιά βοηθό και των παιδιών του.

Το χαίρομαι αυτός μου απεκρίθη· αμ' η πηγή της Ζεμτέμ τρέχει πάντοτε; Ναι εγώ του είπα· μα αυτή θέλει έλθη καιρός που θα στύψη, με αντίκοψε, και η φθορά, θέλει είνε παγκόσμιος· όλα τα ανομόμητα θέλουν τα κάμνει οι αυτοί Μουσουλμάνοι με μίαν αχαλίνωτον ελευθερίαν· η μοιχεία και η πορνεία θέλουν βασιλεύσει ολούθεν, και θέλουν κάμνει καθημερινές ψευδορκίες, θέλουν πίνει κρασί, και θέλουν ιδεί τες γυναίκες ξέσκεπες.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν