Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Σεπτεμβρίου 2025


Οι γυναίκες χόρευαν και ανάμεσά τους η Γκριζέντα με το πρόσωπο ξαναμμένο γελούσε σαν να ήταν η τρελή του πανηγυριού και ο Έφις ψιθύρισε αγγίζοντας το γόνατο του Τζατσίντο: «Αφεντικό… λέω… κοίταξε εκείνο το κορίτσι… Είναι καλό, αλλά φτωχό και έπειτα είναι και ορφανό….» «Θα την παντρευτώ», είπε ο Τζατσίντο, αλλά κοίταζε καταγής και έμοιαζε να ονειρεύεται. Κεφάλαιο έκτο

Η γιαγιά μου όμως λέει ότι μπορεί να είναι από τον κυρ Τζατσίντο, τον ανιψιό που έχουν οι κυράδες σας». Ναι, ο Έφις το ένοιωθε• έτσι πρέπει να ήταν. Έξυνε ωστόσο σκεφτικός το μάγουλο, με χαμηλωμένο το κεφάλι, και έλπιζε αλλά και φοβόταν μήπως κάνει λάθος.

Ο Τζατσίντο δεν είχε πάρει ακόμη καμία απόφαση για την περίσταση, φαινόταν όμως ήρεμος, δούλευε, γύριζε στο σπίτι μόνο όταν ήταν η ώρα για φαγητό και αστειευόταν με το σπιτονοικοκύρη του ζητώντας του συμβολές πώς να υποδεχτεί το κορίτσι. «Δεν θέλω βέβαια να την χάσω, την καημένη την ορφανή! Εάν την παντρευόμασταν μαζί; Μια γυναίκα στο σπίτι χρειάζεται

Χοντρά δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό του, κατέβαιναν στο πηγούνι του που έτρεμε και σταγόνα σταγόνα έπεφταν στη γη. Ο Τζατσίντο τον περίμενε ξαπλωμένος μπροστά στην καλύβα. Μόλις τον είδε να ανεβαίνει με το καλάθι στο χέρι που φαινόταν να τον τραβάει προς τα κάτω παρόλο που ήταν άδειο, κατάλαβε πως τα ήξερε όλα. Τόσο το καλύτερο!

Η μορφή του Έφις ξεπήδησε μπροστά της σαν πρόβατο επί σφαγήν και έτρεξε στην αυλή και βγήκε στην εξώπορτα περιμένοντας να περάσει κάποιος για να τον παρακαλέσει να πάει να φωνάξει τον υπηρέτη. «Εκείνος, εκείνος φταίει για όλα! Εκείνος είχε υποσχεθεί να προσέχει τον Τζατσίντο και να μας προστατέψει από αυτόν…»

Κάθε μέρα η ίδια ιστορία: το όνομα του Τζατσίντο αντηχούσε σ’ όλο το σπίτι, και όταν οι τρεις αδελφές σώπαιναν εκείνος βρισκόταν ανάμεσά τους, όπως συνέβαινε, εξ άλλου, πάντα από την ημέρα της γέννησής του, και η άγνωστη μορφή του γέμιζε ζωντάνια το κατεστραμμένο σπίτι. Ο Έφις δε θυμόταν να είχε ποτέ πάρει άμεσα μέρος στις συζητήσεις των κυράδων του.

Γελούσαν και οι τρεις, το κορίτσι με κατεβασμένο το κεφάλι, ο Τζατσίντο αγγίζοντας το λαιμό του αλόγου. «Έφις», είπε ο ιερέας, τινάζοντας με το μαντήλι το ταμπάκο από το στήθος του, «να ο ντον Πρέντου. Καλύτερα, θα έχουμε και λίγη κακογλωσσιά. Και ο δικός σας ο Τζατσίντο είναι καλό παιδί∙ έρχεται στη λειτουργία και στις παρακλήσεις. Έχει καλή ανατροφή και είναι καταδεχτικός.

Λίγο καιρό μετά η Λία ξαναέγραψε αναγγέλλοντας τη γέννηση του Τζατσίντο. Εκείνες έστειλαν ένα δωράκι στον μικρό τους ανιψιό, αλλά δεν έγραψαν στη μητέρα. Και τα χρόνια πέρασαν. Ο Τζατσίντο μεγάλωνε και κάθε χρόνο το Πάσχα και τα Χριστούγεννα έγραφε στις θείες του και οι θείες του έστελναν ένα δώρο.

Ο τυφλός γνώριζε καλά πότε γίνεται κάθε πανηγύρι και ποιόν δρόμο έπρεπε να πάρουν και ήταν εκείνος που οδηγούσε το σύντροφό του. Περνώντας από το Νούορο ο Έφις τον οδήγησε προς το Μύλο, τον άφησε ακουμπισμένο σ’ ένα τοίχο και πήγε να χαιρετήσει τον Τζατσίντο. «Φεύγω για τόπους μακρινούς. Αντίο. Να θυμάσαι την υπόσχεσή σου.» Ο Τζατσίντο ζύγιζε ένα σακί αλεσμένο κριθάρι.

Και είμαι εγώ εκείνος που τα σκάρωσε όλαΣτην πόρτα η Νοέμι έστρεψε για να του κάνει αντίο με το χρυσό σταυρό. Αντίο. Κι εκείνος, όπως συνέβη και με τον Τζατσίντο, σχημάτισε την εντύπωση πως εκείνη ήταν που πέθαινε. Έβγαιναν όλοι, έφευγαν. Η ντόνα Έστερ έσκυψε απάνω του, σαν να ήθελε να τον σκεπάσει με τις μαύρες φτερούγες της. «Θα γυρίσω σύντομα, εγώ, μόλις τους συνοδεύσω.

Λέξη Της Ημέρας

γραμματοδιδάσκαλοι

Άλλοι Ψάχνουν