Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Ε,ε,ε,ε, ω γυιέ του Δία τρανέ που στους πολέμους αίσιον και καλό τέλος δίνεις και Όγκα, δέσποινα θεά, που ’σαι στις πύλες μπροστά απ’ την εφτάπορτη έδρα σου μη ξεμακρύνης. Ω παντοδύναμοι θεοί, ω τέλειοι κι ω τέλειες της χώρας τούτης πυργοφύλακες, μην παραδώσετε τη χώρα, δαμασμένη από κοντάρι, σε ξενόφωνο στρατό° ακούτε ακούτε μας, π’ από ψυχής, παρθένες, με χέρια σας δεόμεθα υψωμένα.
Μα το πράγμα δεν τέλειωσε ίσαμ' εδώ, επειδή οι Μεθυμνιώτες, αφού πήγανε στην πατρίδα τους πεζοστράτες αντί για καραβιώτες και πληγωμένοι αντί για χαροκόποι, μάζεψαν τους συντοπίτες τους και, βάνοντας στους βωμούς λιόκλαδα, παρακαλούσανε να τους εκδικηθούνε, χωρίς όμως να λένε τίποτα από τ' αληθινά, μήπως τους περιγελάσουν, που έπαθαν τέτοια και τόσα από βοσκούς, παρά κατηγορούσανε τους Μιτυληνιούς, ότι τους έκλεψαν το καΐκι και τους άρπαξαν τα λεφτά.
«Δες, έτσι το ψωμί, λαέ, σου δίνουν», τινάζεται άγρια και φωνάζει ο νιος· το στόμα του χέρια βαριά του κλείνουν, κάτω: «ψωμί, ψωμί!» βογκά ο λαός. «Σκορπίστε τους!» ο άρχοντας προστάζει, και στους γονατισμένους τα σπαθιά χιμούν, χτυπούν τυφλά, το αίμα στάζει, γεμίζουν τον αέρα βογκητά.
Εκείνο που αξίζει περαστικά να σημειώσουμε είναι πως τ' αρχαιολατρικό το συνήθιο ναποδίνουνται ανθρώπινα συστατικά στους Θεούς μεταφέρθηκε κάπως κι αυτό στη Χριστιανωσύνη, με το να πίστευαν οι πιώτεροι τότες πως τις έννοιωθαν οι άγιοι και τις χαίρουνταν τις τιμές που τους έκαμναν, καθώς πάλε πως έστελναν κεραυνούς και παρόμοια δεινά για να τιμωρούν τους άπιστους και κακούς.
Ζωή κατηραμένη τι ποθητή μου είσαι!... το κάλλος σου το τόσον και γέρων θ' αλαλάξω, τους ζωικούς χυμούς σου 'στόν σκελετόν μου χύσε και δος μου τους μαστούς σου απλήστως να βυζάξω. Ο νους μου πτερυγίζει 'στούς κάλυκας των κρίνων, εκεί που εμφωλεύει μοσχοβολούσα πλάσις, εις των Νυμφών τους κώμους κι' εις άσματα Σειρήνων, όσα κηλούν τας μαύρας αβύσσους της θαλάσσης.
Η Ιζόλδη έχει τους φλογερούς κι' ωραίους έρωτές της και ο Τριστάνος κοντά της, τη χαίρεται, και τη νύχτα και την ημέρα: γιατί, όπως είναι συνήθεια στους μεγάλους άρχοντες, κοιμάται μέσα στη βασιλική αίθουσα, μαζύ με τους πιστούς και τους σπιτικούς. Η Ιζόλδη τρέμει μολαταύτα.
Βλέπεις πλησίον των πόλεων εκείνα τα αναχώματα, τας στήλας και τας πυραμίδας; Όλα αυτά είνε νεκροδοχεία. ΧΑΡ. Και δεν μου λες, διατί στεφανώνουν τους λίθους και τους χρίουν με αρώματα; Βλέπω και άλλους οι οποίοι έχουν ανάψη πυράν κοντά στους τάφους και έσκαψαν λάκκον και καίουν πολυτελή φαγητά, εις δε τον λάκκον χύνουν οίνον και μελίκρατα, ως δύναται κανείς να συμπεράνη.
Γιατί, — ποιο επιτέλους είναι το πρώτο μας χρέος στους Έλληνες; Απλούστατα το κριτικό πνεύμα. Κι αυτό το πνεύμα, που το εξασκήσαν σε ζητήματα θρησκευτικά κ' επιστημονικά, ηθικής και μεταφυσικής, πολιτικής και αγωγής, το εξασκήσαν το ίδιο και σε ζητήματα Τέχνης· και πράγματι, των δύο πιο υψηλών και υπερόχων Τεχνών μας άφησαν το πιο στερεό σύστημα κριτικής που είδε ο κόσμος.
Τι ήταν εκείνοι μπροστά στους Μορφόπουλους τον καιρό που έκαμε καταδώθε ο παππούς σου; Καν τίποτα· τ' όνομά τους καλά — καλά δεν ήξεραν. Πήρε ο παππούς τη γη τους με το φύσημα. Τώρα με ξένη βοήθεια πήρανε πάλε το δικό τους· και ριχτήκανε στη δουλειά με τα μούτρα. Να· αυτός ο Θεομίσητος κύτταξε αφέντη πως δουλεύει. Περβόλι τόκαμε το μετόχι του.
Και στη μοναξιά της, όλο λογάριαζε πώς θα λαμποκοπάη στα χρυσά της μαλλιά ο μικρός ήλιος, κορώνα της ομορφιάς της. Τίποτε άλλο δε λογάριαζε. Η καρδιά του Παύλου και τα συλλογικά του ήτανε δικά της και τα κρατούσε στα χέρια της. Ένα περίμενε μόνο, το διαμάντι. Μήνες ήρθανε απάνω στους μήνες κι' ο Παύλος δεν εφάνηκε. Πέρασε το καλοκαίρι, ήρθε κι' ο χειμώνας και τίποτε. Η Παυλίνα έσκαζε από μέσα της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν