Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Και για να εφαρμόσουν το στοχασμό τους αυτόν έπλασαν το μυθιστόρημα ή, όπως έλεγαν τότε την τέτοια πεζογραφία, τους «ερωτικούς λόγους», όπου τα πλάσματα της φαντασίας μπορούσανε να πάρουνε την κάπως ποιητική μορφή του λόγου χωρίς να μένουνε προσηλωμένα στους κανόνες της ποιητικής τέχνης κι ακόμη και στην ιστορική αλήθεια ή και στην παράδοση.

Τέτοια τραγούδια, θεριστή, πρέπουν στους θεριστάδες· κι όσο για την αγάπη σου, που κατατυραγνά σε, τραγούδα την στη μάννα σου ταχυά μόλις ξυπνήση. Νικία, για τον έρωτα βοτάνι δεν είν' άλλο, μηδέ κανένα γιατρικό παρά τα τραγουδάκια· αυτά αλαφρώνουν τα δεινά και τους καϊμούς γλυκαίνουν, φθάνει να νοιώθης να τα βρης και να τα τραγουδήσης.

Ήτανε λοιπόν σε τέτοιους ξεφαντωτάδες όλα απλά και χωριάτικα· ο ένας τραγουδούσε, όπως τραγουδούνε στο θέρο· ο άλλος έλεγε μέτωρα, όπως λένε στους ληνούς· ο Φιλητάς έπαιξε το σουραύλι, ο Λάμπης τη φλογέρα. Ο Δρύαντας κι ο Λάμωνας εχόρεψαν. Η Χλόη κι ο Δάφνης εγλυκοφιλιόντανε. Μα και τα γίδια εβόσκανε κοντά, σαν να είχανε κι αυτά μέρος στη γιορτή.

Πότε, για πε μου, εδείχθηκες μάντις αλήθεια; Όταν η Σφιγγοπρόσωπη εδώ ήτον Σφίγγα, και ξωτικά ετραγούδαε τα αινίγματά της, δεν έδινες σωτήριες τις συμβουλές σου° το αίνιγμα ευκολοξήγητο δεν ήτον τότε, ούτε ήτονε του καθενός για να το λύση° μαντείαν εχρειαζότανε που δεν τη βρήκες στους οιωνούς που εξέταζες, αλλ’ ούτε ακόμη θεός κανείς σ’ την έδωκεν.

Εκείνος όμως μήτε τρίχα δεν άλλαξε, παρά μεταγύρισε στους δικούς του στα 471, δίχως μήτε τόνομά του να ξέρη να γράψη· κι όσο για έχτρα με τους δικούς μας, μεγάλωνε με τον καιρό αντίς να λιγοστεύη. Άμα πήγε στα λημέρια του άρχισε τους πολέμους και τα γιουρούσια. Κυρίευαν χώρες και πήγαιναν· ως τη Θεσσαλονίκη ζυγώσανε.

Εφώτιζε του Σωκράτη του Καλόγερου το χασάπικο δίπλα με την πυκνόφυλλη, κατάχλωρη μουριά μπροστά. Εφώτιζε τα χαμόσπιτα δώθε και κείθε· στις στέγωσες απάνω, στους ξεβαμένους τοίχους, στα μικρούτσικα παραθυράκια τους, στις φράχτες τις ξερές, στις στοιβανιές τα ξύλα. Επερίχυνε και τη φανταχτερή νυχτερινή συντροφιά της Μαρουσώς.

Κάθε τόσο σταματούσε και γύριζε να κοιτάξει το κτηματάκι που ήταν καταπράσινο ανάμεσα στους δυο τοίχους που σχημάτιζαν οι φραγκοσυκιές και το καλύβι εκεί πάνω, μαύρο ανάμεσα στο γλαυκό των καλαμιών και στο λευκό του βράχου, του φαινόταν να μοιάζει με φωλιά, μια πραγματική φωλιά. Κάθε φορά που έφευγε από εκεί το κοίταζε έτσι, τρυφερά και μελαγχολικά, σαν ένα πουλί που μεταναστεύει.

Μον με τα μάτια στους οχτρούς απάνου, πίσω πάντα 605 τραβιέστε, και με τους θεούς πολέμους μη ζητάτεΕίπε, κι' εφτύς πολύ κοντά τούς ζύγωσαν οι Τρώες. Έσφαξε τότε ο Έχτορας καλούς διο ακοντιστάδες, διο σ' ένα αμάξι· Αχίγιαλο τους λέγαν και Μενέστη.

Και τούτοι τον ετραβούσαν προς το μέρος τους, επειδή ήτανε γέροι γεροί κ' είχανε χέρια δυνατά από το σκάψιμο· και ζητούσανε ν' απολογηθή πρώτα για τα όσα εγίνηκαν. Και με το να θέλουν κ' οι Μεθυμνιώτες τα ίδια, διορίζουν κριτή το Φιλητά το γελαδάρη, επειδή ήταν ο πιο γέρος από όσους βρίσκονταν εκεί κ' είχεν όνομα ανάμεσα στους χωριάτες για τη μεγάλη του δικαιοσύνη.

Λύσις : Διάλογος μεταξύ Σωκράτους και ωραίων εφήβων στην παλαίστρα, που ερευνά τα σχετικά με την φιλία που αρμόζει στους νέους απέναντι των μεγαλυτέρων τους και, πιο γενικά, την φιλία σαν ατομική και κοινωνικήν αρετή. Μεταφραστής ο Άριστος Καμπάνης.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν