United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εφώτιζε του Σωκράτη του Καλόγερου το χασάπικο δίπλα με την πυκνόφυλλη, κατάχλωρη μουριά μπροστά. Εφώτιζε τα χαμόσπιτα δώθε και κείθε· στις στέγωσες απάνω, στους ξεβαμένους τοίχους, στα μικρούτσικα παραθυράκια τους, στις φράχτες τις ξερές, στις στοιβανιές τα ξύλα. Επερίχυνε και τη φανταχτερή νυχτερινή συντροφιά της Μαρουσώς.

Νά το σπιτάκι μας! ανέκραξεν η Θωμαή. Με τα σφαλισμένα παραθυράκια του, σαν λυπημένον, με τα σφαλιστό μαγαζάκι του, σαν έρημο! Τo καϋμένο το σπιτάκι μας! Ποιος να του τώλεγε, πως θα τ' ανοίξουμε πάλιν! Ο Λαλεμήτρος συνεκινήθη από του χαρμοσύνου της πατρίδος του θεάματος και έκλαιε τα δάκρυα της χαράς του. — Νά και το αμπελάκι μου! ανέκραξε μετ' ολίγον η Θωμαή πάλιν.

Εκεί πέρα βρισκόταν ίσως η σωτηρία του. Χελιδονοφωλιές, που με τον καιρό είχαν πάρει το χρώμα της πέτρας, βρίσκονταν σε παράταξη, σαν διακόσμηση, ανάμεσα στη σκεπή και στα παραθυράκια του μικρού σπιτιού.

Κοντός, εύμορφος, με μαύρα ρούχα, με άσπρον υποκάμισον, εσυχνοπερνούσεν από κάτω από τα παραθυράκια της, σαν να ήλθεν από τον ξένον κόσμον επίτηδες δι' αυτήν. Και την έβλεπεν εκείνος, και τον εκρυφοκύτταζεν εκείνη, και έλαμπεν εις το στήθος του η χρυσή καδένα, ολόχρυσος, από βενετικό καθαρό μάλαμμα, θαμβόνουσα τους οφθαλμούς της.