Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουλίου 2025
Του φάνηκε πως το βήμα του αλόγου αντηχούσε επάνω στον τοίχο, από πάνω του, κι έπειτα χαμηλότερα, επάνω στο κορμί του, επάνω στην καρδιά του. «Έφυγε χωρίς να μου πει τίποτε! Εγώ όμως, όταν μου είπε την ιστορία του με το λιμενάρχη, δεν έκανα το ίδιο!» Ξαφνικά πετάχτηκε επάνω, σαν κάτι να τον τσίμπησε.
Καμιά φορά, ξαφνικά ο Ψυχομάνης αγριέβει· ρίχνει το χέρι μορμή, του κόβει το σελάχι από τη μέση του άμοιρου Καναβιού. Απόμεινε αφτός στην άκρη αποσβολωμένος απ τη ντροπή του. — Να, του λέει, κ' εγώ σα δεν έχης! Αποτραβήχθη με το σελάχι στα χέρι αλλαξοπρόσωπος.
Να, το πρωί που είμουν ανεβασμένη στη μουριά, μ' έπιασε ξαφνικά μια λύπη, μια βαθειά λύπη. Είπα πως κάτι κακό θα μου γίνη. Δεν πέρασε λίγη ώρα που ήρθατ' εσείς, μ' εκείνες τις άγριες τις φωνές σας. Όμως αυτή τη στιγμή, πατέρα μου, είμαι όλο χαρά, είμαι γιομάτη χαρά, κάτι καλό θα μας συμβή, το αιστάνουμαι, το βλέπω, Δε θα σου συμβή το καλό. Σου συμβαίνει.
Μ' αυτόν μπορεί να εκθέση το ζήτημα απ' όλες του τις όψεις και να μας το δείξη κυκλικό, όπως μας δείχνει ο γλύπτης ταντικείμενα, που έτσι κερδίζουν όλον τον πλούτο και την αλήθεια της εντυπώσεως, που γεννιέται από τις πλευρικές εκείνες εκλάμψεις, τις οποίες υποβάλλει ξαφνικά η κεντρική ιδέα στην εκτύλιξή της και που πράγματι φωτίζουν τελειότερα την ιδέα, ή από τις ευτυχείς εκείνες δεύτερες σκέψεις που δίνουν πλήθια την τελειότητα στο κεντρικό σχέδιο κι ωστόσο φέρνουν κάτι από τη λεπτή μαγεία του τυχαίου.
Εκείνος άνθρωπος του κόσμου, της ζωής, του ξεφαντώματος, νιος της ξενευρισμένης εποχής, εκείνος που δεν άφησε να μη δοκιμάση σταλαματιά, σταλαματιά τη ζωή παράφορα και την ηδονή αχόρταγα, κουρασμένος και ξασθενισμένος, φαίνουνταν πως είχε βρη ξαφνικά το γιατρικό της παραλυμένης ζωής του μέσα στην ερημική αυτή γωνιά της γις.
Και ο Έφις σχημάτισε ξαφνικά την εντύπωση ότι οι δύστυχες κυράδες του είχαν βρει επιτέλους ένα στήριγμα, έναν προστάτη πιο ικανό από εκείνον. Α, δοξασμένο το όνομα του Θεού! Δεν εγκαταλείπει τα πλάσματά του. Τότε ξαναζωντάνεψαν οι παλιές του ελπίδες ξαφνικά: να παντρευόταν ο ντον Πρέντου τη Νοέμι, να ανασταινόταν από τα ερείπια το σπίτι των Πιντόρ.
Αυτό τούδωσε στα νεύρα κι άρχισε να περπατά εξαιρετικά γρήγορα, όταν ξαφνικά ένα παιδάκι κάτω από ένα θολωτό δρόμο τρέχοντας βρέθηκε ανάμεσα στα πόδια του κ' εκυλίσθη χάμου.
— Στη βάρκα σου, καπετάν Βασίλη, γυρίζει σε μένα· στη βάρκα σου και μας σήκωσε. Το φαγί το φυλάω γι' άλλη φορά, σαν ξανανταμωθούμε με το καλό. Άνεμον ξαφνικά μας έβγαλε ο Καράμπαμπας. Εσφύριζεν άγριος και ανατάραζε από άκρη σε άκρη τη θάλασσα. Τα ξύλα, τόσες ημέρες ξένοιαστα, τ' άρπαξε στην τρελή του δύναμι και τα εσκόρπισε φτερά σε όλο το πέλαγο.
Νοιόθει η Νεράιδα την κλεψιά και 'ς το χορό που σειέται Κοντοκρατάει το χορό και κόβει το τραγούδι. — Μ' εκλέψανε! λαχταριστά και ξαφνικά φωνάζει Και παίρνει τον κατήφορο 'ς του κυνηγού τα πόδια. Σαν ωργισμένος άνεμος, σαν σίφουνας, σαν μπόρα Κ' η άλλαις την ακολουθάν και φτάνουν τον Γιαννούλα, Μ' αυτός βαστάει το φυλαχτό, μπαρούτι και λιβάνι, Και να τον πιάσουν δεν μπορούν, ούτε να παν σιμά του.
Πήγα και κει μου είπαν πως ο γιατρός είχε φύγει για το σπίτι μου και πως έπρεπε να πάρω αμέσως ένα αμάξι και να τρέξω και γω εκεί. Το χτύπημα, που μου ήρθε τόσο σφοδρά και ξαφνικά με παράλυσε κ' η κίνηση, που έβαλα σ' ενέργεια μου φαινότανε και μέ του ίδιου όλως διόλου αυτόματη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν