Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουλίου 2025
Ας γίνει όμως το θέλημα του Θεού και ας προχωρήσουμε. Να που ανοίγει ξαφνικά η κοιλάδα και στην απότομη κορυφή ενός λόφου, όμοιου με έναν τεράστιο σωρό από χαλάσματα, εμφανίζονται τα ερείπια του Κάστρου.
Ένεκα που λιγοθύμησε ο ξένος τόσο ξαφνικά και τόσο ανεπάντεχα, έτρεξε όλο το χωριό στο σπίτι της Κώσταινας, για να μάθουν τι και πώς έγεινε, αλλά ο ξένος κοίτονταν βουβός και δε μπορούσε να μιλήση. Σ' αυτό απάνω κατάφτασε κι' ο παπάς, γιατί είχε μάθει από πριν ότι κάποια σχέση είταν ανάμεσα του ισκιωματιού, που φάνηκε τη νύχτα κι' εκεινού του ξένου.
Κοίταζε τις φιγούρες που περνούσαν στο μονοπάτι μπροστά του, μήπως καμιά τού ήταν γνωστή, και πράγματι, ξαφνικά έσκυψε κλείνοντας τα μάτια όπως τα μικρά παιδιά, όταν θέλουν να κρυφτούν. ΄Ενας άντρας κάπως ατημέλητος, καβάλα σ’ ένα μαύρο άλογο, ανέβαινε αργά, καλυμμένος ολόκληρος με ένα καπότο από ορμπάτσε με φόδρα από σκαρλάτο.
Λυπόμαστε και οι τέσσερες γι' αυτό πολύ. Αλλ' οφείλουμε να σου αποκαλύψουμε ό,τι ξαφνικά, εμάθαμε. Έδωσες την καρδιά σου στον Τριστάνο. Κι' ο Τριστάνος θέλει να σ' εξευτελίση. Άδικα σε είχαμε ειδοποιήσει. Για την αγάπη ενός ανθρώπου, περιφρονείς όλους σου τους συγγενείς κι' όλους σου τους βαρώνους, και μας αφήνεις μόνους. Μάθε λοιπόν, ότι ο Τριστάνος αγαπάει τη Βασίλισσα.
Επιτέλους ο δασοφύλακας λέει σιγά- σιγά. — Μεγαλειότατε, κοντεύουμε. Του κράτηοε τον αναβατήρα κ' έδεσε τα χαλινάρια τ' αλόγου στα κλαδιά μιας καταπράσινης μηλιάς. Πλησίασαν ακόμη, και ξαφνικά, σ' ένα ηλιοφωτισμένο πλάτωμα του δάσους είδαν την ανθοφορτωμένη καλύβα. Ο Βασιλιάς ξεκουμπώνει τον περίχρυσο μαντύα, τον ρίχνει κάτω, κι' εμφανίζεται το ωραίο του σώμα.
ΝΙΚΟΛΕΤΑ Τρέχω, κυρία, μ' όλη μου την καρδιά και σας βεβαιώ πως καμμιά άλλη παραγγελία δε θα μου ήταν τόσο καλόδεχτη. Θα ευχαριστηθούν πάρα πολύ. Τα συχαρίκια μου! Ό,τι ερχόμουν... ΝΙΚΟΛΕΤΑ Έτσι δέχεσθε; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Τι ξαφνικά είν' αυτά πάλι; Αγαπημένε μου Κοβιέλ, πες μου, σε παρακαλώ, τι σημαίνουν αυτά; ΚΟΒΙΕΛ Αγαπημένε μου Κοβιέλ! υποκρίτρια!
Απλώθηκε παντού βαθιά και σιγαλή μες τη χιονούρα η νύχτα. Πέρα προς τα μεσάνυχτα, η πόρτα ξαφνικά ανοίγεται. Αλαφιασμένος και αγριωπός, λεφκοχιονισμένος πάνω στα πλούσια τα άρματά του και την κάπα του, στο φοβερό θυμό του μανιασμένος, εμπήκε ο Τρύφος ο φυγόδικος. Τινάζεται ξεμάλλιαγη η γριά, στα πόδια του να πέση.
Στο δωμάτιο της, η Ιζόλδη η Ξανθή είναι καθισμένη και τραγουδάει σιγανά κάποιο θλιβερό ερωτικό τραγούδι. Λέει πώς έπιασαν ξαφνικά και σκότωσαν τον Γκουρόν για την αγάπη της γυναίκας που αγαπούσε πειο πολύ από κάθε τι στον κόσμο· και πώς με δόλο ο κόμης έδωσε την καρδιά του Γκουρόν στη γυναίκα του να τη φάη, και τη λύπη αυτηνής. Γλυκά τραγουδάει η Βασίλισσα, κανονίζοντας τη φωνή της με την άρπα.
Προβάλλει στο μπαλκόνι χλωμή, μαυροντυμένη με μαύρα μαλλιά που λες και παίρνουν κάποιες γαλαζόχρυσες ανταύγειες από τον ουρανό. Κοιτάζει κάτω προς το κάστρο, έπειτα σηκώνει ξαφνικά τα βαριά βλέφαρα και τινάζεται ολόκληρη κουνώντας τα χέρια. Μοιάζει με χελιδόνα που ετοιμάζεται να πετάξει.
Και τα λόγια του Τζατσίντο μπερδεύονταν, από την άλλη μεριά του μικρού τοίχου, με το θρόισμα των καλαμιών, με το μουρμούρισμα του αγέρα που περνά. Κι όμως, ξαφνικά φάνηκε να ανακτά τις δυνάμεις του και να ξαναζωντανεύει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν