United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να σας πω την αλήθεια; Όταν μπήκα στο σύνορο του χωριού μετάνοιωσα π' άφηκα την Ξενιτειά για νάρθω σ' άλλη Ξενιτειά. Όταν μπήκα στο χωριό, μου φάνηκε πως δεν είταν το χωριό μου, που το είχα πάντα στο νου μου σαράντα χρόνια, μαζύ με τους σπιτιακούς μου και την πίστη μου.

Στον κόσμο σαν προτήτερα ναρθώ να κατοικήσω Να ελεήσω ηθέλησα του μάταιους ανθρώπους, Που την αμάθια κείτονται με ταλαιπώριας κόπους. Σ' αυτούς να λάμψω καθαρή, την πλάνη να σκορπίσω 75 Να ξαλειφθούν η πρόληψες, και τα κακά να σβύσω. Να φέρω πάλι μάθησες, να φέρω πάλι φώτα Να οδηγήσω τους θνητούς εις το καλό, σαν πρώτα.

Να τον πιάση τεταρταίος πυρετός, να πάη στο διάβολο! Να τον θερίση η πανούκλα! Αν τον είχα στα χέρια μου αυτό το σκυλορράφτη, αυτό τον μπερμπαντορράφτη θα τον.. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Α! ήρθες επί τέλους! ήμουν πολύ θυμωμένος μαζί σου. ΡΑΦΤΗΣ Ήταν αδύνατο νάρθω γρηγορώτερα, είχα βάλει είκοσι καλφάδες για το φόρεμά σας.

Και τι θα κάμουμε μαθές τώρα σαν αγριέψουν οι Τούρκοι, που είμαστε και στου χωριού την άκρη! γυρίζει και λέει της Ασήμως σαν άκουσε το δεύτερο φονικό. — Δε θα τα φαν τα γουρούνια σου οι Τούρκοι, κ' έννοια σου. Μόνον τρέχα στο λείψανο. Στάσου! νάρθω κ' εγώ. Στοχάστηκε πως καλλίτερα να πάη κι αυτή, μια και τους ξαπόλυκε τους Τούρκους, να τάχη καλά με τους Χριστιανούς, ανίσως και σηκωθή πόλεμος.

Έσκουξε τότε ο Πάνταρος με μια φωνή μεγάλη «Τρώες, ομπρός, λιοντόκαρδοι, αλόγων 'μερωτάδες! Βρήκα τον πρώτο απ' τους οχτρούς! Πολύ δε θα βαστάξει θαρρώ στη γοργοσαϊτιά, αλήθια αν ο αφέντης του Δία ο γιος με σήκωσε, όταν ναρθώ κινούσα105 Έτσι είπε και παινέφτηκε.

Εκείνος όλα τα φταίει. Γίνεται τέτοιο πράμα; Εγώ, εγώ να φοβούμαι; Εγώ να τρέμω; Εγώ να πιστέβω σ' αφτά και να πεθάνω γιατί τα πιστέβω; Δε γίνεται. Να συλλογιστώ, νάρθω στο νου μου. Δεν μπορώ. Είναι αλήθεια που δεν μπορώ; Και γιατί, γιατί; Τι ανεξήγητο που είναι! Διάβαζε, σπούδαζε στα βιβλία, δυνάμωνε τα μυαλά σου· ύστερα να που κατάντησες· ακούς και πιστέβεις τέτοια παραμύθια!

Ποιος είνε; απήντησεν η Γερακούλα. — Να, εγώ είμαι, θα πάτε ς' Κεχρεά; — Λέμε να πάμε· τι να κάμουμε! — 'Σαν είνε, ναρθώ κ' εγώ μαζί σας. — Καλώς ναρθής. — Ξέρεις, φοβάμαι μοναχή μ'. Τώρα δεν έρχουνται οι αγρουφύλακες κ' εγώ φοβάμαι μοναχή μ'! — Μη φοβάσαι. Δεν είναι τίποτα. Ημείς πήγαμετη Γλώσσα. Δεν είνε τίποτα. — Ξέρω κ' εγώ. Ρέματα είνε, αλάργα είνε, φόβος είνε. — Χριστός και Παναγία!

Τουλόου σ' θα το βαφτίσης, κουμπάρα! . . . Τι κρίμα που δεν μπορώ κ' εγώ νάρθω, να γείνω νουνά. — Ας είσαι καλά, συντέκνισσα, είπεν η γραία. Μου έχεις βαφτίσει δύο παιδιά απ' το λαιμό σου, και τα δυο ζούνε . . . Τώρα εγώ θα κάμω τη νουνά. Επήγαν μέχρι του ενοριακού ναού, είτα εξεκίνησαν.

Εδά, που δε θάχουνε πολλές δουλειές, θα περάσης καλλίτερ' απού την άλλη βολά. Κοντεύγει κιο δεκαπεντάγουστος και θα πας στη χάρη τση να παρακαλέσης.. Επειδή όσο θάμενα στο χωριό, θάτον φόβος νάρθω σε συνάφεια με την άρρωστη, η μητέρα μου σκέφθηκε, για μεγαλείτερη ασφάλεια και για νάχη το κεφάλι της ήσυχο, να με στείλη στη Μεσαρά.

Είνε τέσσερις ημέρες μόνο που εγύρισα απ' αυτά τα μακρινά μου ταξείδια, και το ενδιαφέρον που αισθάνομαι για ό,τι σας αφορά, μ' έκανε ναρθώ, για να σας αναγγείλω την πλέον ευχάριστη είδησι του κόσμου. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ποια; ΚΟΒΙΕΛ Εμάθατε πως ο γυιός του Μεγάλου Τούρκου ευρίσκεται εδώ; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Εγώ; όχι. ΚΟΒΙΕΛ Πώς; Ζη με μια μεγαλοπρέπεια καταπληκτική. Όλος ο κόσμος τρέχει να τον ιδή.