Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Τι τόσο βιάστηκες, γαμπρέ, στον ύπνο να το ρίξης; δεν σου βαστάν τα γόνατα ή μη αγαπάς τον ύπνο; ή μήπως ήπιες πιο πολύ πριν πέσης στο κρεββάτι; Αν ήθελες να κοιμηθής, ας διάλεγες την ώρα κι ας άφηνες την κορασιά με τάλλα τα κοράσια να παίζη ως τα χαράμματα στης μάννας της το πλάι, αφού 'δική σου θάν' αυτή και σήμερα και πάντα.

Ως τόσον κατ' εκείνας τας τριάκοντα εννέα ημέρας επεράσαμεν εις ξεφάντωσιν και συναναστροφήν με κάθε χαράν και αγαλλίασιν. Την τριακοστήν ενάτην ημέραν, ο νέος εκείνος, αφού ελούσθη εις το λουτρόν, επλάγιασεν εις το κρεββάτι του· και μου ζητεί να χωρίσω ένα χειμωνικόν να του δώσω να φάγη με ζάχαριν διά δροσιστικόν.

Τότε η Αροούγια διά να δείξη την προθυμίαν και αυτή προς αυτόν, του είπε· εγδύσου το λοιπόν, και πέσε εις ετούτο το κρεββάτι που βλέπεις· και εγώ ως τόσον υπάγω να ιδώ αν κοιμάται ο άνδρας μου, και ευθύς γυρίζω. Ο Κατής εις ετούτα τα λόγια στοχαζόμενος πως θα έχη το υποκείμενον εις τας αγκάλας του, ευθύς εγδύθη και εισέβη εις το κρεβάτι.

Χωρίς να βγάλη το καπέλλο του, πήγε τα ίσα στο κρεββάτι κι απίθωσε τη μαγκούρα απάνω στην κουβέρτα. Έπιασε το σφυγμό της Βεργινίας, έβαλε το χέρι στο λαιμό της και στην καρδιά.. έβαλε ταυτί του στο στήθος. . . Λιποθυμία είναι, μα είναι πολύ αδύνατη.

Πήγε να μπήξη τις φωνές εκείνη. Ο Βαγγέλης της έφραξε το στόμα με το χέρι, μα έτρεμε ολόσωμος κ' εκείνος. Δεν τον περιμένανε τόσο γρήγορα. — Τι κάνεις εκεί; Για το Θεό! τσιμουδιά! Ζυγώσανε κ' οι δυο στο κρεββάτι. Ο άρρωστος άνοιξε τα μάτια του θολά και σαστισμένα σαν να μην ήξερε πού βρίσκεταιΔε γνωρίζει!... άσπρισε το μάτι του!... — Αλλοίμονο! Δυστυχία μου!

Άξαφνα κλονίστηκε όλο το μικρό του σώμα από φοβερούς, συγκρατητούς σπασμούς. Αρχίζανε από το κεφάλι, που είχε γυρίσει πλάγια, και φαινόντανε πως κλαδώνανε στα μέλη, που είχανε γίνει αλύγιστα και γαλανωπά. Τότε έγειρε η γυναίκα μου το κεφάλι για να μη βλέπη πια. Όταν όμως πάψανε οι σπασμοί, έκλαιγε σιγά και μου άπλωσε πάλι το χέρι της απάνω από το μικρό κρεββάτι.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δεν βαρύνεσαι; Θα τρέξω άνω κάτω, θα ετοιμάσω κάθε τι κ' ησύχασε, γυναίκα· ‘ς την Ιουλιέταν πήγαινε κ' ιδέ τα νυμφικά της. Δεν πάγω ‘ς το κρεββάτι μου απόψε. Άφησέ με· θα κάμω την 'νοικοκυράν. — Ποιος είν' εκεί; — Κανένας! Εβγήκαν όλοι! Το λοιπόν μονάχος μου πηγαίνω εις τον γαμβρόν, δι αύριον να τον προετοιμάσω.

Ξακολούθησα να γράφω ακούραστα κ' η γυναίκα μου καθότανε κοντά στο κρεββάτι του παιδιού, του κρατούσε το χέρι και του διηγότανε παραμύθια όταν είτανε σε κατάσταση νακούη.

Που η πάστρα και η ταχτοποίηση που κρατούσε η Λιόλια ! Τους ξανάρθαν τα κλάματα, της Λιόλιας και της θειας Ελέγκως, σαν είδαν την ανακατοσούρα και ταδειανό κρεββάτι της Βεργινίας, σπρωγμένο σε μιαν άκρη. . Έπιασ' η θεια Ελέγκω με τη γειτόνισσα, που ήτανε μια καλή γυναικούλα πονόψυχη, να συγυρίσουνε λιγάκι, ναερίσουν το κρεββάτι.

Μα επειδή ο μικρός είτανε καλά σε όλα τάλλα, ο μπαμπάς τονέ σήκωνε από το κρεββάτι και του έλεγε πως έπρεπε να ντυθή και να βγη όξω στον καθαρόν αέρα. Τότε σηκωνότανε ο Σβεν κι όσο είταν ο μπαμπάς μέσα προσπαθούσε να φορέση τις κάλτσες του. Μόλις όμως έβγαινε ο μπαμπάς στην πόρτα, πήγαινε στο κρεββάτι της μαμάς και την παρακαλούσε να τον αφήση να ξαπλωθή εκεί μαζί της.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν