Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Με τον καιρό όμως τόσο μεγάλωσαν αυτά τα έξοδα, που την απόφευγε ο καθένας αυτή την τιμή. Κ' επειδή πολλές φορές τους βοηθούσε και το δημόσιο ταμείο, κι ο Ιουστινιανός τάθελε τα χρήματα για άλλους σκοπούς, πρώτα τα περιόρισε αυτά τα έξοδα, και κατόπι αφήκε ταξίωμα και κοιμήθηκε.

Άρπαξε τ' όπλο ο βασιλιάς, και σα θεριό κοντά του τραβώντας, του το τίναξε όξω απ' το στέριο χέρι με βιά· και τον προβόδησε με μια σπαθιά στο σνίχι. 240 Έτσι έπεσε, κι' εκεί ύπνονε κοιμήθηκε χαλκένιο ξένους βοηθώντας, έρημος, αλάργα απ' τη νυφούλα, το τέρι που δε χάρηκε κι' είχε ακριβά πλερώσει βόδια πρώτα έδωκε εκατό, πολλά 'ταξε κατόπι, γίδια μαζί και πρόβατα που τούβοσκαν χιλιάδες. 245 Τότες εκεί τον γύμνωσε τ' Ατρέα ο γιος, και πήγε πίσω ν' αφίσει στο στρατό τα πλουμιστά άρματά του.

Ο ναύτης τρέχει αβάσταχτος μέσα στα χαλάσματα, αντιμετωπίζει το θάνατο για ναύρη χρήματα, βρίσκει, τα παίρνει, μεθά, κι' αφού κοιμήθηκε για να χωνέψει το κρασί, αγοράζει την εύνοια της πρώτης καλόβολης κοπέλλας, που συναντά πάνω στα ερείπια των γκρεμισμένων σπιτιών κι' ανάμεσα στους πεθαμένους και σ' αυτούς που ξεψυχούσαν.

Μα ο γερο-Φοίνικας εκεί κοιμήθηκε, όπως τούπε, 690 κι' έτσι θα πάει κι' αφτός μαζί στην ποθητή πατρίδα άβριο, αν το θέλει· στανικά δε θέλει ναν τον πάρειΈτσι είπε, κι' όλοι απόμειναν σαν αποσβολωμένοι, δίχως να κραίνουν· τι πολύ σφιχτά τους τόπε τ' όχι.

Αν δεν την ήξερα όχι εκατό φλωριά, αλλά και χίλια αν είχα θα μου τάπαιρναν οι κλέφτες. Κοιμήθηκε το βράδυ εκεί πέρα και την άλλη μέρα πρωί πρωί ξεκίνησε. Περπάτησεπερπάτησε και το βράδυ έφτασε σ' έναν άλλο σταθμό. Εκεί που ετοιμάζονταν να φάγη λαβαίνει κάλεσμα από τον άρχοντα του τόπου, να πάη στον πύργο του. Θέλοντας και μη, κίνησε και πήγε.

&Τι έπαθε ο Αγαθούλης με τους Βουλγάρους.& Ο Αγαθούλης, διωγμένος από τον επίγειο παράδεισο, περπάτησε πολύν καιρό χωρίς να ξέρει για πού, κλαίοντας, σηκώνοντας τα μάτια του στον ουρανό, στρέφοντας τα συχνά προς τ' ωραιότερο των παλατιών, που είχε μέσα του την ωραιότερη από τις βαρωνέσσες. Κοιμήθηκε νηστικός μέσα στους αγρούς ανάμεσα σε δυο αυλάκια· το χιόνι έπεφτε σε μεγάλες τουλούπες.

Μετά το πανηγύρι των Αγίων Αναργύρων της Μαμογιάντα ο Έφις και οι τυφλοί πήγαν στο Μπίτι για τη Θαυματουργή Παναγία. Πριν φτάσουν εκεί έκαναν στάση στο Ορούνε, αλλά, παρόλο που ήταν κουρασμένος, ο Έφις δεν κοιμήθηκε φοβούμενος μην του κλέψουν το δισάκι με το κομπόδεμα που είχε μαζέψει στα τελευταία πανηγύρια.

Ο υπηρέτης κοιμήθηκε ντυμένος για να είναι έτοιμος την άλλη μέρα το πρωί, επειδή ο κύριός του τού είχε πη πως τα ταχυδρομικά άλογα θα είναι προς στο σπίτι πριν των έξ. Μετά τις ένδεκα. «Το παν είναι τόσο σιωπηλό γύρω μου, και η ψυχή μου τόσο ήσυχη! Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου, που δίνεις σ' αυτές τις τελευταίες μου στιγμές τόση θερμότητα και δύναμη.

Αν, βαρυεστημένη να ετοιμάζη το κρεββάτι όπου πρώτη αυτή κοιμήθηκε την νύχτα του γάμου, αν τους μαρτυρούσε στον Βασιλέα; Αν ο Τριστάνος πέθαινε, από την απιστία της! . . . Έτσι, ο φόβος κάνει τρελλή τη Βασίλισσα. Όχι, δεν προέρχεται από την Βραγγίνα την πιστή, αλλά από την ίδια την καρδιά της, το βασανιστήριο. Ακούστε, άρχοντες, τη μεγάλη προδοσία που εσχεδίασε.

Μόλις όμως άκουσα ότι δεν κοιμήθηκε στο σπίτι, αλαφιάστηκα και έτρεξα στο νεκροταφείο, όπου δυστυχώς οι τάφοι ήταν όλοι τόσο ίδιοι που δεν μπορούσα να ανακαλύψω αυτόν που έψαχνα, αν και ξόδεψα τέσσαρες μέρες γυρεύοντάς τον.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν