Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025


Ήρθανε στα Ψαρά, χώρισε ο Παναγής από τον Καπετάν Βάγλη, και συντροφεύει με τον Καραθανάση. Ο Καραθανάσης είχε δυο αγαπημένα πράματα στον κόσμο. Την πατρίδα του, και την κόρη του. Σκοπός του είτανε ν' αρραβωνιάση τον Παναγή και με τις δυο, κι αυτό έκαμε. Στην αρχή φαίνεται πως ο Παναγής από τις δυο τις αρραβωνιαστικές πιώτερο αγάπησε τη Μαριώ, νόστιμη Ψαριανούλα. Και γύρευε κιόλας και παντρειά.

Διότι, εάν 10 λίτραι κρέατος είναι διά κάποιον πολλαί, αι δύο όμως ολίγαι, τότε ο τροφοδότης δεν θα διατάξη έξ λίτρας. Διότι και αυτό ημπορεί να είναι πολύ δι' αυτόν που θα φάγη, ή ολίγον. Δηλαδή διά τον Μίλωνα είναι ολίγον, δι' ένα όμως ο οποίος πρώτην φοράν αρχίζει την γυμναστικήν είναι πολύ. Ομοίως εις το τρέξιμον και εις την πάλην.

Κι αυτό γίνεται όχι σ' ένα, όχι σε δυο, μα σε πεντακόσια χωριά. Πιάνουν λοιπόν κι αυτοί κάτω στην Ελλάδα και γυρεύουν προστασία. Αυτά, κ. Σκληρέ, δεν είναι μεγάλες ιδέες, ούτε μικρές. Είναι πραγματικότητες.

— 'Σ εσένα πέφτει ο κλήρος, παιδί μου Γιάννη, είπεν αποτεινόμενος προς τον Μπουκώσην. Σύρε να γεμίσης τα δυο σταμνιά, νάχης την ευκή του παπά μας, και σε καρτερούμε, δεν τρώμε... Πάρε και μια αναμμένη λαμπάδα να βλέπης στο δρόμο, και πάτει γερά, ώμορφα ώμορφα... να μη σπάσης τα σταμνιά, και το πάθης σαν το τραγούδι που λένε... και μας αφήσης κ' εμάς χωρίς νερό.

Γύρισε πίσω να δη τη Λιόλια: πήγαινε κλαμένη, βαστώντας το ξένο καπέλλο με τα δυο της χέρια, κι αυτή μαζί σπρωγμένη πίσω απ’ το φέρετρο απ’ την ίδια δύναμη και κατάρα. . και κοντά της έσερνε η Θεια Ελέγκω τα γεροντικά της πόδια. . . Γύριζε ο άνεμος καμμιά φορά κ' έφερνε πίσω την ψαλμωδία εκεινού με το δεμένο μάτι, πούψελνε στον πιο αψηλό τόνο και μ’ όλη τη δύναμη της μύτης του, για να τονέ βουβάνη τον άλλο ψάλτη. . του φάνηκε πως έψελνε ολοένα: «Δόξα σοι ο Θεός!

Αναφέρεται το δράμα εις την τραγικήν μοίραν των δύο υιών του Οιδίποδος, οι οποίοι, μονομαχούντες διά την βασιλείαν των Θηβών, αλληλοφονεύονται. Ο ύμνος των Ερινυών και ο παθητικώτατος θρήνος της Αντιγόνης και της Ισμήνης είναι εκ των λυρικωτέρων της αρχαίας τραγωδίας. Δρ. 1.50

Ο παπά-Κονόμος, αν και επόθει τόσον να ίδη την ωραίαν αυτήν οπτασίαν, όμως ήρχισε να δειλιά. Την επικρατήσασαν ήδη ησυχίαν εκ της σιωπής των δύο ομιλητών διέκοψε κρότος ασυνήθης εν τω αγίω Βήματι. Ιδού δε εξέρχεται εξ αυτού ο Φραγκούλας, χασμώμενος και νυσταλέος και κατευθύνεται προς την θύραν.

Έν' απ' αυτά ψηλό, νευρωμένο κι άγριο άγριο, με μαλλί δασύ και σταχτερό σαν το θαμπό φως της αυγής, χύθηκε απάνω τους ίσα, ανοίγοντας τα σαγόνια του, πετώντας όξω κόκκινη φωτιά τη γλώσσα του και τα κοφτερά δόντια του. — Τι το φυλάτε, μωρέ, και δε το σκοτόνετε, φωνάζει, κ' ένας στρατιώτης σηκόνει τον κόπανο, του καταφέρνει μια και τ' ανοίγει σε δυο το κεφάλι.

Και είχον σωρεύσει παμπόλλας δέσμας ξηρών ξύλων και κλάδων οι εκεί καταφυγόντες. αιπόλοι, με τας ολίγας αίγας και τα ερίφιά των, όσα δεν είχον ψοφήσει ακόμη από τον βαρύν χειμώνα του έτους εκείνου, οι τραχείς αιπόλοι, οίτινες είχον σώσει και τους δύο υλοτόμους εκ του αποκλεισμού της χιόνος.

Βάλανε μέσα στη μηχανή τον Αγαθούλη και τον Κακαμπό· βάλανε ακόμα δυο μεγάλα κόκκινα πρόβατα με σέλλες και με χαλινάρια για να τους χρησιμέψουνε για καβάλλα, εάν θα περνούσανε τα βουνά, είκοσι πρόβατα σαμαρωμένα, κατάφορτα από τρόφιμα, άλλα τριάντα φορτωμένα με διάφορα δώρα από ό,τι ο τόπος έχει πιο αξιοπερίεργο και πενήντα φορτωμένα μάλαμα, πετράδια και διαμάντια.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν