Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Αλλ' εις το Παλατίνον η τύχη του παιδίου είχεν αποφασισθή ήδη. Μόλις το φορείον της αυτοκράτειρας είχεν υπερβή την μεγάλην θύραν, δύο απελεύθεροι του Καίσαρος εισήλθον εις τον θάλαμον, όπου έκειτο ο μικρός Ρούφιος και εφόνευσαν την γραίαν Συλβίαν και τον μικρόν, του οποίου το σώμα το έρριψαν εις τον ποταμόν.

Ο Έφις, ντυμένος κι εκείνος όπως οι άλλοι ζητιάνοι, έσερνε πίσω του τους δυο τυφλούς και του φαινόταν πως ήταν η μοίρα του η ίδια: το έγκλημα και η τιμωρία του. Δεν τους αγαπούσε, αλλά τους ανεχόταν με άπειρη υπομονή. Κι εκείνοι δεν τον αγαπούσαν, αλλά ζήλευαν ο ένας τον άλλο για την προσοχή που τους έδειχνε, και καυγάδιζαν συνέχεια.

Αυτή η χαριτωμένη επιστολή, αυτή η ανέλπιστη επιστολή, γέμισε ανέκφραστη χαρά τον Αγαθούλη· η αρρώστια της αγαπημένης του Κυνεγόνδης τόνε βύθισε στη λύπη. Μ' αυτά τα δυο αντίθετα συναισθήματα, παίρνει το χρυσάφι του και τα διαμάντια του, βάζει να τον οδηγήσουνε με το Μαρτίνο στο ξενοδοχείο, που έμενε η δεσποινίς Κυνεγόνδη.

Σαν ετελείωσε το γλυκό τραγούδι, η βασιλόπουλα έσκυψε απ' το ψηλό παράθυρο και τα δάκρυά της στάζανε κάτω στο χώμα. Το φεγγάρι φιλούσε τα δάκρυά της και τάκανε μαργαριτάρια. Τότε το βασιλόπουλο σήκωσε ψηλά τα μάτια του και είδε δυο ζαφείρια. να λάμπουν, σαν άστρα, μέσα στο σκοτάδι του παραθυριού. Και σαν τα είδε είπε μέσα του: — Αυτά είναι τα μάτια της αγαπημένης μου.

Είμασθε δύο αδέλφια δίδυμα φρόνιμα και ανδρεία· εγώ ονομάζομαι Δαλήκ και ο αδελφός μου Αδήλ.

Ούτως απετελέσθησαν αι δύο εποποιίαι, πηγαί αστείρευτοι πάσης τέχνης, πρότυπα ιδεώδη και άφθαστα πάσης ποιήσεως. Ιλιάς. Το κυρίως ηρωικόν έπος, ορμώμενον από της έριδος Αγαμέμνονος και Αχιλλέως, ιστορεί όλα τα κατόπιν και επεισοδιακώς όλα τα πρότερον συμβάντα του Τρωικού πολέμου.

Είχον επιπασθή με στρώμα σακχάρεως, επί της οποίας ετέθησαν σταυροειδώς σταφίδες· κλωναράκια δύο ξηρού βασιλικού και μαντζουράνας συνεπλήρουν την όλην ευπρέπειαν με πολλήν σεμνότητα. Ένα κηρίον εμπηγμένον εις το μέσον ήτο αναμμένον.

Έπειτα μίαν σούπαν την ημέραν, δύο σούπες, τρεις σούπες την ημέραν. Τις δεν λείχει τα δάκτυλά του ενθυμούμενος την γεύσιν αμβροσίας της πρώτης πτέρυγος ορνιθίου και το γλυκύτερον νέκταρος πρώτον ποτήριον οίνου;

Ξεκίνησε Παυλής και νωνός από το σπίτι πρωί πρωί, πρι να πλακώση το κάμα. Περπατάμενοι κ' οι δυο τους. Ένα ζεμπίλι σε ραβδί περασμένο, μια ο ένας στον ώμο του μια ο άλλος, και πηγαίνανε. Δεν μπορούσε ως τότε ο Παυλής να καλοκαθίση και πολλήν ώρα· κάθε λίγο και κοίταζε κατά τόμορφο το χωριό, ρωτώντας το νωνό του πόσους γύρους ακόμα κάμνει ο δρόμος κι από που θα πρωτοφανούνε τα σπίτια.

Και μόνον οι παιγνιδιάτορες, δύο μόνον ηλικιωμένοι άνδρες, ο είς με το βιολίον, ο έτερος με το λαγούτον, κατώρθωσαν να περιέλθωσιν οικίας τινάς «για την καλή χρονιά». Μετ' ολίγον έσβυσαν και τα φώτα των ολίγων οικιών, εν αις φαίνεται ότι περισσότερον ηγρύπνησαν. Πλην έξω εις τα Αλώνια οικίσκος τις μονώροφος διετήρει εισέτι το φως του, υποφαινόμενον εκ των χασμάδων του παραθύρου.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν