Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Μα τι βαστούσε δεν μπορούσε να θυμηθή η Ουρανίτσα. Άμα ξύπνησε το είπε της μάννας της. — Καλό όνειρο, καλότυχη. Γράμμα βαστούσε το περιστέρι στη μυτίτσα του. Θα μας φέρη γράμμα. Και κόκκινη κορδέλλα. Το κόκκινο γρήγορο είνε. Θάχωμε γράμμα με το δίχως άλλο σήμερα. Δεν έχει^ σωθήκαν τα ψέμματα. Η Ουρανίτσα έγινε κατακόκκινη σαν το τριαντάφυλλο. Η ωμορφιά της έλαμψε στην αυγή. Ήταν χαράματα ακόμα.
Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• «Ω γέροντ', αξιόλογη παραβολή μας είπες, και ο λόγος σου είναι τακτικός και ωφέλεια θα σου φέρη• ότι θα λάβης φόρεμα και ό,τι άλλο δίκαιον είναι 510 να λάβη, οπού προσέρχεται, πολύθλιβος ικέτης, τώρα• πλην άμα φέξ' η αυγή τα ράκη σου θα βάλης, ότι αλλαξιαίς δεν έχουμε χιτώνων και χλαμύδων εδώ πολλαίς, αλλ' ο καθείς δεν έχ' ή μόνον μία. αλλ' όταν φθάση ο ποθητός υιός του Οδυσσέα, 515 θέλει σ' ενδύση τότε αυτός χλαμύδα και χιτώνα, και οπού η καρδιά σου επιθυμεί θα σε ξεπροβοδήση».
Άμα δε τα πάντα ητοιμάσθησαν κατά το δυνατόν, επωφεληθέντες εκ του υπολοίπου της νυκτός και χωρίς να περιμένουν να φανή η αυγή εξήλθον εκ των οικιών και εβάδισαν κατά των Θηβαίων.
Ότι, άρχοντας αυτός τώρα, πώς θα μπορή ν' ανεβοκατεβαίνη από το σπίτι 'ςτ' αργαστήρι κι από τ' αργαστήρι 'ςτό σπίτι του αυγή, γιόμα και βράδυ περπατώντας, τόσο δρόμο, τόσον ανήφορο.
Κάτω από τα δέντρα, δίχως μιλιά, την έσφιξε στο στήθος του. Σφιχτά δέθηκαν τα μπράτσα τους γύρω από τα κορμιά τους, και ως την αυγή, σαν τυλιγμένοι με σχοινιά, έμειναν έτσι. Παρά τον Βασιληά και όλους τους φρουρούς του κόσμου, οι αγαπημένοι εγλέντησαν τη χαρά τους και την αγάπη τους. Αυτή η νυχτιά ξετρέλλανε τους αγαπημένους.
Εμείς οι συνομήλικες που κατά τον Ευρώτα σαν άντρες θε να τρέξωμε, διακόσες τόσες κόρες, μόλις η Ελένη η ώμορφη προβάλη ανάμεσα μας καμμιά από 'μας δε δείχνεται, καμμιά δίχως ψεγάδι. Αυγή, δείχνοντας ώμορφη τη διάφανή της όψη, σελήνη, ωραία βασίλισσα στη σκοτεινιά της νύχτας, άνοιξη Ανθοπερίχυτη κ' ύστερ' απ' το χειμώνα, τέτοια η χρυσή η Ελένη μας ανάμεσά μας λάμπει.
Από εκεί πάνω, ναι, ο Έφις έβλεπε το Βουνό του μακριά και πέρασε τη νύχτα με προσευχές, κάτω από το μαύρο σταυρό που έμοιαζε να ενώνει το γαλανό ουρανό με την γκρίζα γη. Την αυγή ακούστηκε μια μακρινή ψαλμωδία.
Ο γέρος ο βασιλιάς και η γρηά η βασίλισσα τόχανε μαράζι στην καρδιά τους. Μα το βασιλόπουλο δεν άκουγε ούτε ορμήνειες ούτε παρακάλια. Κάθε αυγή έπαιρνε το τουφέκι του στον ώμο και τραβούσε στους λόγγους και τα βουνά.
Η ντόνα Έστερ όμως τον άρπαξε από το χέρι και η Νοέμι, που πήγαινε από πίσω του, έπεσε βαριά επάνω στον πάγκο, όπως η ντόνα Ρουθ, με τα μάτια κλειστά και το πρόσωπο μελανό. Εκείνος πήγε έξω, κάθισε στο σκαλοπάτι και έμεινε όλη τη νύχτα ακίνητος με το κεφάλι μέσα στα χέρια. Πριν την αυγή έφυγε για να πάει να βρει τον Τζατσίντο.
Μια μεγάλη βασίλισσα, ώμορφη σαν την αυγή. Το βασίλειό της ήτανε ωραίο και πλούσιο. Χρόνια και χρόνια ήθελες να ταξιδέψης για να φθάσης από την μιαν άκρη στην άλλη. Κ' είχε το βασίλειό της όλα τα καλά του κόσμου κι' όλες τις ομορφιές της πλάσης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν