Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025
Σε πρώτο ταξείδι, όταν φθάσαμε με το καλό ς' το Ταϊγάνι, ο καπετάνιος μας αμέσως επαράγγειλε μια ασημένια σκούνα, μισή οκά, με τα κατάρτια της, με τα πανιά της ανοιχτά, με τα ξάρτια της, όλα ασημένια. Μπροστά 'ς την πλώρη ένα ασημένιο γεροντάκι με στρογγυλά ασημένια γένεια, ο Άης-Νικόλας, σημαίνει την καμπάνα την ασημένια. Πίσω ο καπετάνιος. Δεν λείπει κι' αυτός.
Η κοκώνα της χώρας τα θέλει τα δάκριά της να τα χύση στο θέατρο. Δεν της μένουνε για ζωντοχήρες και για χαροκαμένες. Στη χώρα έχει ανοιχτά μαγαζιά, και πηγαίνει όποιος θέλει και βρίσκει το Ψυχικό. Στο χωριό τέτοια μαγαζιά δεν έχει. Πηγαίνει η φτωχή στης αρχόντισσας, της δίνει τον πόνο της, και παίρνει ένα κομμάτι ψωμί.
Το σήκωσε ψηλά, το χαμήλωσε ως τη γη, το ξανασήκωσε, το έκανε να γελάει, το έφερε έξω σφίγγοντάς το δυνατά στο στήθος της. Ο Τζατσίντο κάθισε έξω έχοντας ανοιχτά τα πόδια και ταλαντεύοντας τα χέρια του ανάμεσά τους, ενώ άκουγε την Καλίνα που τον προσκαλούσε να φάει μαζί της κουκιά μαγειρεμένα με γάλα.
Αλλά και στην κορφή του βουνού απάνω το όραμα της ημέρας εκείνης ήτον εμμορφώτατο. Τρεις χιλιάδες και πλειότερες πανηγυριστάδες τήραε κανένας σκορπισμένες ανάμεσα στ' ανοιχτά ρεπιθέμελα των παλαιών χτιρίων. Έλεγες ότ' είχαν σηκωθή σύγκορμοι από τους τάφους των οι παλιοί κάτοικοι της μεγάλης αυτής και ξακουσμένης των Μολοσσών πολιτείας.
Μα να! πλακώνει με τρανή σαν πύργο ασπίδα ο Αίας, κι' ο Έχτορας κωλώνει εφτύς ως στο σωρό των Τρώων. 129 Τότες σκεπάζει το νεκρό με την πλατιά του ασπίδα 132 και στέκει ο Αίας μ' ανοιχτά τα γιγαντένια σκέλια, σα λιονταρού που, ενώ περνά το δάσος με μικρά της, άξαφνα βρίσκει παγανιά στο δρόμο της, και στέκει 135 στα κουταβάκια ομπρός αντριά γιομάτη, κι' όλο κάτου τραβάει το φρυδοτόμαρο σκεπάζοντας τα μάτια· έτσι κι' ο Αίας στάθηκε μπροστά στο σκοτωμένο. 137
Το είπε κρυφά του μηχανικού κ' εκείνος εδιάταξε να τραβήξουν ανοιχτά, για να πλανέψουν τις άλλες που ερχόνταν κατόπιν τους. Ανοίχθηκαν κάπου εξήντα μίλια. Οι άλλοι που τους έβλεπαν άρχισαν να υποψιάζονται. Μωρέ κάτι σχοινί θα μας πλέξη το Αιγινήτικο κουρούπι· έλεγαν. Ως τόσο έρριξαν μια με την άλλη τους βουτηχτάδες τους οι μηχανές και άρχισε στα γεμάτα το ψάρεμα.
Μηδέ τα φύλλα βρήκε 120 σφιχτοκλεισμένα του πορτιού μήτε βαλτό το σύρτη, Μον τα κρατούσανε ανοιχτά, μήπως γλυτώσουν ίσως κάνα συντρόφι πούτρεχε οχ τη σφαγή στα πλοία.
Και καταλάει κατόπι με το μαχαίρι ως δώδεκα αρχοντονιούς των Τρώων, 175 και νιους και σκύλους μ' ανοιχτά λαρύγγια μες στα ξύλα τους ρήχνει... α! βάρβαρη δουλιά σοφίστηκε να κάνει!
Να τρέξη και να σταθή σαν πύργος σιμά στη γυναίκα του, να της τα πη, να κηρυχτή ανοιχτά σύμμαχός της, και με το τουφέκι στο χέρι να τη γλυτώση από τους καταλαλητάδες της, μα ας είνε κι αδέρφια. Τα κλωθογύριζε αυτά μες στο νου του, μα δεν είτανε κι άθρωπος να βγάζη πέρα τέτοιες δουλειές. Τούρκοι να είταν άλλο πράμα. Ο Τούρκος δε χρειάζεται και πολύ θάρρος ηθικό.
Κι' ο γέρος ζύγωσε κοντά και τον ξυπνάει κλωτσώντας με το ποδάρι, κι' ανοιχτά τον μάλωσε έτσι κι' είπε «Ξύπνα! τι οργή ψοφολογάς, γιε του Τυδιά, όλη νύχτα; Ή δεν ακούς που κάθουνται σιμά οι οχτροί στα πλοία, 160 μόλις πια λίγα βήματα, στο καμποβούνι απάνου;»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν