United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα εδώ από σας κι' όσοι είσαστε των Αχαιών οι πρώτοι, κανείς τον Έχτορα όρεξη δεν έχει ν' αντικρύσει160 Έτσι τους μάλωσε, κι' εννιά σηκώνουνται όλοι όλοι.

Μάλωσε τα παιδιά σου να μη μου χαλνούν τον κήπον. — Έχεις κήπον; — Έχω ένα μικρόν. — Και τι έχεις σπαρμένα; κρομμύδια, μαρούλια; . . . — Όχι. Βασιλικούς και άλλα διάφορα μυριστικά. — Ουφ! είπεν η χωρική, αισθανθείσα αηδίαν επί τη ματαιοπονία της νέας. Και τι σου χρησιμεύουν αυτά; — Μ' αρέσουν, είπεν η Αϊμά. — Και σου τα χαλνούν τα παιδιά μου; — Ναι, — Με ποίον τρόπον;

Κι' ο γέρος ζύγωσε κοντά και τον ξυπνάει κλωτσώντας με το ποδάρι, κι' ανοιχτά τον μάλωσε έτσι κι' είπε «Ξύπνα! τι οργή ψοφολογάς, γιε του Τυδιά, όλη νύχτα; Ή δεν ακούς που κάθουνται σιμά οι οχτροί στα πλοία, 160 μόλις πια λίγα βήματα, στο καμποβούνι απάνου

Ρίχνουν πέτραις κάθε βράδυ. — Κάθε βράδυ; Αλλά τα παιδιά μου πηγαίνουν με τον πατέρα των. Μήπως ευρίσκονται εδώ; — Όταν έρχωνται, τέλος. Η χωρική εσιώπησε. — Σε παρακαλώ, κυρά, επανέλαβεν η νέα, μάλωσέ τα, να μη μου πειράζουν τα φυτά μου. Τι κακόν τους κάμνουν τα καϋμένα τα φυτά μου; Εγώ τα περιποιούμαι, τα ποτίζω, κοπιάζω τόσον δι' αυτά.

Και παίρνει η φήμη τα χωριά, και παν να την ιδούνε· Κι' όσοι την βλέπουν, νηοί και νηαίς, μαραίνονται από ζήλεια... Κι' ο Ήλιος, — σαν την κύτταξε ντυμμένη με τ' αστέρια, Τον αποπήρε ο πόνος του κ' η φλόγα της καρδιάς του Κ' άπλωσε χέρι απάνου της και τσ' είπε λόγια αγάπης... Η κόρη πούταν φρόνιμη και καλοαναθρεμμένη, Τον μάλωσε βαρηά βαρηά και τούπε με φοβέρα, Να μην απλώση απάνου της, να τραβηχθή μακρυά της, Τι μαραγκιάζει ο κόρφος της, χαλάει η εμμορφιά της, Και σαν το μάθη η μάνα της, θε να τον καταριέται... Και φεύγει μ' άδειο το σταμνί.

Έμαθα πως ο Σταύρος έφυγε από το σπίτι, γιατί μάλωσε με τον πατέρα, έμαθα ακόμα πως η μητέρα μου αγαπούσε τόσο πολύ το Σταύρο, ώστε αρρώστησε ύστερ' από το φευγιό του κι αυτό στάθηκε η αιτία να πεθάνη. ΓΙΑΓΙΑ Ποιος σου τα είπε αυτά; Πες μου Αννούλα, ποιος σου τα είπε;