Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Από τον Εύξεινο κι από το Βόσπορο κατέβηκαν ίσια στην Προποντίδα, ξολόθρεψαν την Κύζικο, διάβηκαν τον Ελλήσποντο, έπιασαν τα νησιά, και κείθε χυμίξανε στην Πελοπόννησο και στην Αττική. Παντού χαλασμός και φωτιά, παντού σκλαβιά και φονικό. Από τον Πειραιά, ένα πήδημα και βρεθήκανε στην Αθήνα. Τρόμαξαν οι Αθηναίοι, σκιάχτηκαν οι ρητορικοί οι δάσκαλοι βλέποντας τους βαρβάρους άξαφνα ομπροστά τους.
Αυτή η τρέλλα σας η μισητή φαντάσου αν διαδοθή, πόσο της Ρώμης εύκολα η μοίρα θα κριθή. ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Ο κόσμος ο Ρωμαϊκός την μαχαιριά την έφαγε γερή. Κι' η θάλασσα και η στεριά το μαρτυράν. Γραφτό του είνε πάντα να ζαρώση. Ούτε η Αθήνα, ούτε η Ρώμη να εξημερώση μπορεί αυτούς που έρχονται.
Τηνέ θέλω την «Αθηνά». Για ποιόν την έχεις σκαρώσει; Ο Γιαλής πετάχτηκε από το σκαμνί του. — Έλα μαζί, Μοναχάκη. Τυχερό σου θα είνε. Πάμε να βρούμε τα παιδιά του Καπετάν-Τσοβού. Τον έχεις ακουστά τον Καπετάν- Τσοβό. Γι' αυτόν την έχω σκαρωμένα. Ο Καπετάν-Τσοβός πέθανε τις προάλλες, στο τελευταίο του ταξίδι στην Οδέσσα, μέσα στο μεγάλο του το μπάρκο την «Ευαγγελίστρια». Πούντιασε και πέθανε.
Και πρώτα ο γέρος έπιασε να πει και να ρωτήσει «Μίλα, Δυσσέα ξακουστέ, των Αχαιών καμάρι, πες, τ' άτια πώς τα πήρατε; Τι, μπήκατε ως στων Τρώων 545 μες στο στρατό; ή σας τάδωκε κάνας θεός στο δρόμο; Μώρ' άλογα τα λες αφτά, για του ηλιού 'ναι αχτίδες; Σ' όλες τις μάχες βγαίνω εγώ, μηδέ συνήθιο τόχω θαρρώ να μένω πίσω αργός κιας είμαι τόσο γέρος· μα τέτια ζώα ως σήμερα δεν ξάνοιξα, δεν είδα. 550 Θεού θενάναι δώρα αφτά που βρήκε σας στη στράτα , τι και τους διο σας αγαπάει, το ξέρω, ο Ελυμπήσος του Κρόνου γιος κι' η Αθηνά, του Δία η θυγατέρα.»
Περπατώντας περήφανα τη λύπη των άσπρων του μαλλιών στην Αθήνα ο παληός Αθηναίος αφίνει να στάξη το λίγο αίμα της καρδιάς του στης παληές συνοικίες όπου έζησε μια φορά. Είνε γελαστές και τώρα σαν και τότε απ' τον ίδιον ήλιο. Του προσώπου του οι χαράδρες διηγούνται τους κεραυνούς του Καιρού που εβρόντηξαν με θυμό απάνω στης τρέλλας του της κορυφές ω Θεέ! και ρήμαξαν το παρεκκλήσι, της στοργής του.
Είδος Ορφικά και κάμποσο σκοτεινά· μα πάντα καλλίτερα φιλολογικά έργα από τα χριστιανικά στιχουργήματα. Είτανε φτερουγιάσματα φαντασίας κι όχι απλή κατάνυξη. Σπούδαξε ο Πρόκλος στην Αθήνα και δίδαξε εκεί μάλιστα. Την είδαμε την Αθήνα πολλές φορές στην ιστορία απάνω. Τα φιλολογικά της συστατικά δεν είτανε και να τα ζουλέψης.
Είναι όμως όμορφο το επεισόδιο, είναι το κάτω κάτω και μέρος της ιστορίας του Θεοδοσίου, και δεν πρέπει να το παραβλέψουμε. Είτανε στην Αθήνα ένας φιλόσοφος, εθνικός βέβαια, Λεόντιος τόνομά του. Είχε τρία τέκνα, δυο αγώρια και μια θυγατέρα, την Αθηναΐδα όμορφη, ξυπνή, προκομμένη. Λέγουν πως ο πατέρας της, αν και την αγαπούσε, αφήκε όλη του την κατάσταση στους δυο του γιους.
Μα άφησε που μήτε τα ονειρεύουνταν πια οι δικοί μας τέτοια κινήματα, είναι ζήτημα κι αν τους σύφερνε ναφήσουν τη Σκύλλα και να πέσουνε μέσα στη Χάρυβδη. Νίκησε λοιπό με τον καιρό η επιμονή του ακαταδάμαστου Σύλλα. Γύρισε τότες ο Ρωμαίος όλη του την προσοχή στην Αθήνα. Τους αφάνιζε η πείνα τους δύστυχους Αθηναίους. Ποδήματα κι άδεια τουλούμια έβραζαν κ' έτρωγαν, λέει ο Πλούταρχος.
Τι στο καραβοστάσι η Ήρα η αρχιθέαινα, κι' η Αθηνά η Παλλάδα, κι' ο σειστής πήγε Ποσειδός, κι' Ερμής ο αγωγιάτης που νους γερός το νιόθωρο κεφάλι του στολίζει· 35 μαζί κι' ο Ήφαιστος φωτιά γιομάτος κούτσα κούτσα ροβόλαε... κούτσα, μα γοργά του δρόμιζαν τα πόδια.
Χώρια του εκεί καθήσανε οι διο θεές μονάχες δίχως μια λέξη ναν του πουν ή ναν τον χαιρετήσουν. 445 Μα αφτός στο νου του τόνιωσε το τι είχαν και τους είπε «Γιατί, Ήρα, τόσο, κι' Αθήνα, γιατί είστε μουδιασμένες; Μα Τι, αποστάσατε μαθές στη δοξοδότρα μάχη σφάζοντας Τρώες, π' άσβυστη κι' οι διο τους έχετε έχτρα; Λαχτάρα σας! με την αντριά και δύναμη μου πούχω, 450 δε με γυρνούσαν όσοι εδώ θεοί είναι στα ουράνια· μα εσάς τ' αφράτα στήθια σας πριν τάπιασε τρεμούλα, πριν δείτε καν τον πόλεμο και τα φριχτά του πάθια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν