United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν τη βλέπω την κερά μας απόψε στο μαγερειό. Δυο και μοναχές παραστέκουνται στις φουβούδες, η γριά η παρακόρη, και το δεύτερό τους κορίτσι. Το μεγαλήτερο το κορίτσι τους θα το βρούμε απάνω, στ' αγαπητά της παράθυρα. Η γριά η παρακόρη που βλέπεις, είναι τώρα χρόνια που ήρθε σ' αυτό το σπίτι από αντικρυνό χωριουδάκι. Πρέπει να είδε κ' έπαθε πολλά στον καιρό της.

Τι να τα κάμη, αφού διαβάζει ο καθείς τα δικά του και τα δικά του μόνο, κάποτε και μόνος; Έχω ιδέα που καμιά ώρα αφτό το βιβλιοπωλείο θα γίνη Ακαδημία. Γιατί οι Ακαδημίες έτσι γίνουνται. Γίνουνται μοναχές τους, και κει που δεν ξέρεις πως θα γίνουν. Είναι σαν τα λουλουδάκια του κάμπου· άξαφνα φυτρώνουν και μεγαλώνουνε, φτάνει να είναι και το χώμα. Κάτι θα κατορθώσουν όλα αφτά τα παλληκάρια.

Ας αφήσουμε να ξαναφυτρώσουν μονάχες τους οι κοινότητες....» Κ' έτσι και σ' όλα τάλλα. Η γλωσσική αλλαγή φέρνει κι άλλα κρυφά κουσούριαχρυσά κι ατίμητα κουσούρια ― σ' όποιον την παθαίνει.

Χώρια του εκεί καθήσανε οι διο θεές μονάχες δίχως μια λέξη ναν του πουν ή ναν τον χαιρετήσουν. 445 Μα αφτός στο νου του τόνιωσε το τι είχαν και τους είπε «Γιατί, Ήρα, τόσο, κι' Αθήνα, γιατί είστε μουδιασμένες; Μα Τι, αποστάσατε μαθές στη δοξοδότρα μάχη σφάζοντας Τρώες, π' άσβυστη κι' οι διο τους έχετε έχτρα; Λαχτάρα σας! με την αντριά και δύναμη μου πούχω, 450 δε με γυρνούσαν όσοι εδώ θεοί είναι στα ουράνια· μα εσάς τ' αφράτα στήθια σας πριν τάπιασε τρεμούλα, πριν δείτε καν τον πόλεμο και τα φριχτά του πάθια.

Έπειτα οι Ρωμαίοι, πολιτικοί ανοιχτομάτες, που δεν παν να αφανίσουν εκείνο που σε κάθε τόπο υπάρχει, παρά το μεταχειρίζονται για τους δικούς των τους πολιτικούς σκοπούς, οι Ρωμαίοι, σαν τον Αλέξαντρο, άφησαν τις Ελληνικές πολιτείες να κυβερνιούνται μοναχές τους, και αυτοί κράτησαν την πολιτική κυριαρχία. Ας σηκωνόταν η Σπάρτη να χτυπήσει τις Ρωμαϊκές λεγεώνες!

Έτσι θα βρουν και οι μικρότερες κοινότητες πόρους αρκετούς για τα σκολειά τους, αν όχι και για άλλες ανάγκες τους, που και τώρα τις κοιτάζουν μοναχές τους, και οι μεγάλες θα προκόψουν καλλίτερα.

Τον πήρανε τα δάκρυα και τα κατάπινε μέσα του.. — Ώρα να σας αφήσω, ξαναείπε. Άφησα και τις γυναίκες μοναχές, ναρθώ να μάθω κανένα μαντάτο. Κανένας δεν ξέρει τίποτε. Όποτε θέλει η θάλασσα θα μας τον δώση πίσω!... Καληνύχτισε και σηκώθηκε. Όλοι βουβοί γύρω, καθένας με τη γνώμη του. Κάτω απ' το μώλο φτάσανε βραχνά ταλυχτήματα των καραβόσκυλων.