Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Ήτο, προσθέτει, αποσυρμένη εις την μοναξίαν της κατοικίας της και ποτέ δεν εξήρχετο, πάμπτωχος δε εις τοιούτον βαθμόν, ώστε ο πατριάρχης ήνοιξε κατάλογον συνδρομών, ίνα τη προμηθεύση τα προς το ζην· ο ίδιος συγγραφεύς προσθέτει ότι την 23 Φεβρουαρίου 1822 έφθασε και η κεφαλή του Αλή-Πασσά εις Κωνσταντινούπολιν εντός κιβωτίου. Αραβαντινού εφιλοπόνησα.

Και επέρασεν ώρα αρκετή και εσυλλογίζετο πού τάχα να ευρίσκεται. Εκεί διά μιας βλέπει το φως της ημέρας, και ακούει μίαν φωνήν: «Ο μολύβδινος στρατιώτηςΕις αυτό το μεταξύ ένας ψαράς είχε πιάσει το ψάρι, και το υπήγεν εις την αγοράν, όπου η μαγείρισα της οικίας, από την οποίαν είχε κρημνισθή, ηγόρασε το ψάρι, το επήρεν εις το μαγειρείον και το ήνοιξε με το μαχαίρι της.

Είνε τέλος μέταλλον πολύτιμον, φρουρούμενον από τα ευτελέστερα· χρυσός, φυλαττόμενος από σίδηρον και από τ ε ν ε κ έ δ ε ς. Και το Φάσμα ήνοιξε βραδέως του κιβωτίου το πώμα κάτωθεν δε αυτού απήστραψαν νομίσματα χρυσά. — Κλέψε τώρα εξ αυτών, λέγει, εκατόν δραχμάς. Έκλεψα εκατόν δραχμάς· αλλά μόλις απεμακρύνθην, ήκουσα φωνάς όπισθεν μου να λέγουν: — Ο άτιμος. . . ο άτιμος!. . .

Εφόρεσε το πετραχήλι του, ήνοιξε το ευχολόγιον και ήρχισε να διαβάζη με ψίθυρον και βόμβον φωνής: «Επιτιμά σοι Κύριος, διάβολε... φύγε, δραπέτευσον, αναχώρησον, δαιμόνιον ακάθαρτον και εναγές, καταχθόνιον, βύθιον, απατηλόν, άμορφον, ή αυτός ει ο Βεελζεβούλ, ή καταπείων, ή δρακοντοειδής, ή θηριοπρόσωπος, ή ως ατμίς ή ως καπνός, ή ως «άρρεν ή ως θήλυ, ή ως ερπετόν, ή ως πετεινόν, ή νυκτόλαλον, ή κωφόν, ή άλαλον... ή λάγνον ή δυσώδες, ή φαρμακόφιλον, ή ερωτομανές, ή αστρομαγικόν, ή φιλόνεικον, ή ακατάστατον, ή εωθινόν· μεσημβρινόν ή μεσονύκτιον, ή αωρίας τινός, ή αυγής..· ή κρημνών, ή εκ λάκκου, ή καλαμώνος, ή λίμνης, ή εκ στέγης λουτρού, ή εκ μνήματος ειδωλικού, ή όθεν ίσμεν και ουκ ίσμεν;.. φιμώθητι, φοβήθητι, φύγε, μη υποστρέψης, μηδέ υποκρυβής, αλλ' άπελθε εις γην άνυδρον, έρημον, αγεώργητον, ην άνθρωπος ουκ οικεί.

Ο Έλλην ήνοιξε την παλάμην και έκαμε με την άλλην χείρα χειρονομίαν σημαίνουσαν ότι ήθελε να του μετρήση χρήματα. — Οι καιροί το επιβάλλουν αυθέντα, είπε μετά στεναγμού. — Τότε, θα είσαι ο πείσμων άνθρωπος, ο οποίος καταλαμβάνει το φρούριον εξ εφόδου λαμβάνων σάκκους χρυσού. — Είμαι απλούστατα πτωχός φιλόσοφος, απεκρίθη εκείνος με ταπεινόν ύφος. Τον χρυσόν τον φέρετε σεις.

Ο Πλήθων αυτομάτως ήνοιξε τους οφθαλμούς, ως τω είχεν ειπεί η Νύμφη, και είδε φαεινάς όψεις υπερφυείς, αστραπομόρφων ανδρών και γυναικών διερχομένων ενώπιον αυτού. Ο ηγέτης του θιάσου ήτο περικαλλής και λαμπρός νεανίας. Εκράτει χρυσήν λύραν εν τη δεξιά, και η όψις του ήτο φαιδρά και εξαισία. Ήτο ο Φοίβος Απόλλων. Είμαι ο Φοίβος Απόλλων.

Ότε ήνοιξε τους οφθαλμούς της, φως ηλίου άπλετον κατηύγαζεν, όχι πλέον τους καταγράφους τοίχους του μυροβόλου κοιτώνος της, αλλά βράχους κύκλω ξηρούς και δάση άγρια, τους αυτούς εκείνους βράχους και δρυμούς, ους είχεν εμπρός της καθ' ην ημέραν αι άστοργοι του πατρός της χείρες είχον εκθέσει αυτήν εις βοράν των θηρίων.

Οι τρεις Γύφτοι είχον κατακλιθή ήδη, ομοίως και η γραία και η Αϊμά. Αίφνης κρότος ηκούσθη εις την θύραν της καλύβης. Ο Πρωτόγυφτος δεν είχεν αποκοιμηθή και ηγέρθη μετά μεγίστης προθυμίας. Έσπευσε ν' ανοίξη την θύραν. — Ποίος είνε, πατέρα; ηρώτησεν ο Μάχτος. Ο Γέρος δεν απήντησε και ήνοιξε την θύραν χωρίς ν' ανησυχήση. Ουδ' ερώτησίν τινα απηύθυνε προς τον κρούοντα.

Πλην έκαμνεν όλα αυτά τα κακιώματα διά να ξεκολλήση τίποτε μέτρημα, «να κάμη κι' αυτός μια δουλειά, να ζήση». Ναυαγήσας εις την Μαύρην θάλασσαν, είχε θραύσει το οστούν της αριστεράς χειρός του, η οποία αδύνατος πλέον καθίστα αυτόν σχεδόν άχρηστον ως ναυτικόν. Φιλόπονος όμως νέος, ήνοιξε το μικρόν καφενείον, εκ του οποίου «έβγαζε το τσουβάλι» την τροφήν του.

Ειπέ τους όλους να φύγουν από τον δρόμον μας. Ήνοιξε την θύραν και, μολονότι δεν ήτο κανείς έξω εκεί, εφώναξα δυνατά: Φύγετε όλοι, πηγαίνετε εις τα σπίτια σας. — Δεν έμεινε κανείς έξω, Χρήστε. Πηγαίνωμεν. — Δεν ημπορώ να βλέπω το φως, πάτερ. Με πειράζει. Ο ήλιος επλησίαζεν εις την δύσιν του και αι τελευταίαι ακτίνες του εχύνοντο διά της ανοικτής θύρας εντός του πενιχρού δωματίου.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν