Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Ιουνίου 2025


Δεν ξέρετε, κυρία Λέλα, τι παράξενο κορίτσι που είναι.. Δεν εννοεί να ξεκολλήση από κοντά μου. Τρέχει αποπίσω μου. ΛΕΛΑΘα είναι πια μεγάλη κοπέλλα! Φαντάζομαι πως θα την καμαρώνετε. ΦΛΕΡΗΣΚλείνει τα δεκαπέντε τον Σεπτέμβριο. ΛΕΛΑΤόσο πολύ. Την έλεγα μικρότερη. ΛΕΛΑΔεν ήτανε ανάγκη νάρθη αυτός ο γέρος για να μου θυμίση να φύγω. Δεν είχα κανένα σκοπό να μείνω περισσότερο. Άκουσε, Τάσσο.

Κι' ο Αγαμέμνος πρόσταξε τον κράχτη του Ταρθύβη να πάει στα πλοία τα γοργά και το σφαχτό να φέρει· κι' ο κράχτης πρόθυμα άκουσε του βασιλιά το λόγο. 120 Τότες η Ίριδα πετάει την είδηση να δώκει στην αρχοντόκορμη Λενιό, με μια της αντραδέρφη, τη Λαοδίκη, μιάζοντας, του Ελικά το τέρι, την πιο όμορφη του βασιλιά Πριάμου τις κοπέλες.

Ο Βινίκιος, αφού ηυχαρίστησε διά το περιδέραιον, επλησίασε τον Πετρώνιον. — Πώς να σου αποδείξω την ευγνωμοσύνην μου δι' ό,τι έπραξες προς χάριν μου σήμερον; — Είθε η τύχη να σε ευνοή! Αλλ' άκουσον: ιδού ότι ο Καίσαρ αναλαμβάνει την φόρμιγγα του. Κράτησε την αναπνοήν σου, άκουσε και χύσε δάκρυα. Πράγματι, ο Νέρων είχεν εγερθή με την φόρμιγγα ανά χείρας και με τους οφθαλμούς προς τον ουρανόν.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Νικολέτα! ΝΙΚΟΛΕΤΑ Ορίστε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Άκουσε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Γιατί γελάς; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Χι, χι, χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι έχει αυτή και γελάει; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Χι, χι, χι. Τι χάλια είν' αυτά; Χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι είπες; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Ω! Θεέ μου! Χι, χι, χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι αηδείες είν' αυτές; Με κοροϊδεύεις δηλαδή; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Θεός φυλάξοι! εγώ τέτοια πράγματα; χι, χι, χι, χι, χι, χι.

Είτα συνάψας τας χείρας: Εις το όνομα του Διός και όλων των θεών, σε εξορκίζω, είπεν, αυθέντα, άφες το σχέδιον τούτο . . . . Άκουσέ με . . . . Αλλ' ιδών τους οφθαλμούς του Βινικίου σπινθηρίζοντας ως οφθαλμούς λύκου ενόησεν ότι τίποτε δεν τον ανέκοπτεν από την απόφασίν του.

Και εγώ έχω τη δική μου· τι πειράζει; θα φροντίσουμε και κατόπι. Ο Αντωνέλλος εκίνησε την κεφαλήν, χωρίς ν' απαντήση. — Άκουσε, Αντωνέλλο, είπεν ο Καραγιάννης αν η Μπέλλα πανδρευότανε, δε θ' αρχότανε και η δική σου αράδα; Ο Αντωνέλλος ήκουε τώρα τους παλμούς της καρδίας του: τόσον ήσαν σφοδροί! — Τι θες να πης; ηρώτησε σιγανά.

Κι' αν θέλης να ξέρης, παπά μου, άκουσε τι λέει ο Εκκλησιαστής: «Τον καθαιρούντα φραγμόν δήξεται αυτόν όφις»· όποιος χαλνάει φράχτη το φίδι θα τον φάη. — Και ποιον φράχτη, σε παρακαλώ, κυρ Φραγκούλη, χάλασ' ο γυιός μου; — ηρώτησε με πείσμα ο κυρ Δημητράκηςγιατί ενόησα καλά, μη μου το αρνείσαι, πως τάχεις με το γυιό μου. — Ένας αρραβώνας μιας κόρης είνε φράχτης, είπεν ο Φραγκούλης.

Τάχα δεν άκουσε ποτέ πως βώδια στα λιβάδια έβοσκεν ο Διόνυσος, ο ώμορφος γυιός του Δία; Τάχα δεν ξέρ' η άπονη πως ένα βοϊδολάτη κ' η Αφροδίτη αγάπησε κ' ήταν τρελλή για 'κείνον και στης Φρυγίας τα βουνά γύριζε βοσκοπούλα, κι αγάπησε τον Άδωνι μέσ' στα πυκνά λαγκάδια και στα λαγκάδια τα πυκνά τον έκλαψεν εκείνη; Κι ο Ενδυμίων τι ήτανε; δεν ήταν βοϊδολάτης; μα τόσο τον αγάπησε κ' εκείνον η Σελήνη πούφευγεν απ' τον Όλυμπο κρυφά-κρυφά μονάχη και στις χαράδρες πήγαινε κ' επλάγιαζε μαζί του.

Αν δεν ερχόμουν, θα το εθεώρει ο Ευκράτης περιφρόνησιν. Εξ εναντίας, είπα εγώ, θα σου εγνώριζε χάρι αν έμενες ναποθάνης στο σπίτι σου, αντί να βγάλης τη ψυχή σου μαζή με το φλέγμα εις το γεύμα του. Αλλ' εκείνος από περιφάνεια έκαμε ότι δεν άκουσε.

Σου λέγω ότι δεν δέχεται σήμερα, έλεγε μετά δριμύτητος η φωνή της μαγειρίσσης. — Εμένα μου είπαν ότι δέχεται, απεκρίνετο η γλυκεία φωνή. — Δέχεται το πρωί εις το Νοσοκομείον. Πήγαινε εκεί αύριον να τον ιδής. — Μου είπαν να τον ιδώ εδώ. — Τι σου είπαν και σου 'ξείπαν! Άκουσε τι σου λέγω εγώ. — Δεν μου είπες του λόγου σου τώρα ότι είναι επάνω; — Μάλιστα, επάνω είναι. — Τότε λοιπόν θα μας δεχθή.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν