Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025
Σύγκαιρα επρόβαλλε νιος φουστανελλάς, με τη φλοκάτα στον ώμο και στον άλλο το γκραδάκι του· έπειτα χεροπιασμένες του Μήτρου Κούλα η χήρα και Ζαφείρω η θυγατέρα της — λεβεντονιά ασημοφορτωμένη η κόρη, σάψαλο χρονών και φτώχιας η μάννα. Και παραπίσω φάνηκε αργά ένα γαλανομμάτικο βλαχάκι με κόμματο ψωμιού στα δόντια, ανίδεο κι αδιάφορο για τη χαρά της νιας και της γριάς το βάσανο.
Πού ήτο έπειτα κρυμμένη τόση χαρά; Όλοι οι συνελθόντες εγελούσαν θορυβωδώς, αλλ' η Κυρατσούλα ολίγον κατ' ολίγον εξωκειούτο με την ευφρόσυνον πραγματικότητα. Τότε ο Νικολάκης ήρξατο να διηγήται προς τους συναχθέντας ναύτας τα του ναυαγίου με όλην την τραγικότητα του συμβάντος. — Τα κύματα βουνά, έλεγε: Νύχτα, χιονιά. Από την πρύμνη δεν έβλεπες εις την πλώρη.
— «Τσιτ! τσιτ!» καταραμένες! — φώναξε ο παπάς για να τες διώξη, η γριά όμως, που σ' άλλη περίσταση θα είταν ικανή να τες σκοτώση, δε θύμωσε καθόλου, αλλά είπε: — Άφς τες, παπά μ'! Ζώα είναι. Έχ'ν κι' αυτές δίκιο σήμερα να κάν'ν πασκαλιά. Κάθησαν τότε γύρα στο τραπέζι, ο παπάς ξαναβλόγησε κι' άρχισαν να τρώνε. Μόνον η γριά με τη Μαριανθούλα δεν έτρωγαν μ' όρεξη. Η χαρά τους την είχε κόψει.
Θα πιούμε δροσερό νεράκι αχόρταγα, θα γελάσουμε μ' αγάπη και μ' άδολη χαρά, θα κόψουμε κλωνάρια ανθισμένης λυγαριάς, και θα τραβήξουμε ακόμα το δρόμο μας. Θα σφογγίσω τον κουρνιαχτό των λουστρινιών σου με το μαντήλι μου, και θα πάρουμε το μονοπάτι του δάσους. Θα μπούμε μέσα. Το μυστήριο, οι σκιές του θα μας πλημμυρίσουν τη ψυχή, θα μας μεθύσουν. Η φύση ολάκερη θ' αναγεννάται εκεί μέσα.
Γυρεύει ν' απαντήση Τάλογο πανδρειεύεται. θέλει να πιη τη φλόγα Πώβραζε μες τη φλέβα του και 'ς τ' άγριο πέρασμά του Του χάραξε το λάρυγγα, του θέρισε το σφάχτη Του ρούφηξε τη λεβεντιά, του σβει την περηφάνεια Και μεθυσμένο από χαρά φυσσομανάει και φεύγει. Το άτι αναστηλώθηκε, στερνή παλληκαριά του, Τα λάγανά του αιμάτωσαν, λυγάνε η κλείδωσαίς του Και ροβολά νεκρό 'ς τη γη.
Η γρηά-Κυρατσού, όλη χαρά, την επαύριον, ήρχισε να σκουπίζη το μικρόν μαγαζείον, να τινάζη τας αράχνας της οροφής και των τοίχων, να πλύνη καλώς τους ξυλίνους πάγκους και το ταμείον το ξύλινον, ν' ασπρίζη τους τοίχους και να σφουγγαρίζη το λίθινον αυτού έδαφος. Σχεδόν ετραγουδούσεν από την χαράν της η γραία, θλιβομένη μόνον διά την κόρην της, που δεν έκαμνε παιδιά, η ακαμάτα, να έχη βοήθειαν.
Τη λίμνη να περνάς Με τέτοια ώμορφη βραδειά, Που τα κουπιά σου 'ς τα νερά μονάχος να γυρνάς, Και το γλυκό τραγούδι σου να βγαίνη από τα χείληα... Τι θέλγητρο!-τι ζήλια! Χαρά 'ς αυτόν που βάσανα δεν έχει 'ς την καρδιά!
Αλλά γνώριζε ότι μου πέρνεις τη χαρά των ματιών μου και τη χαρά της καρδιάς μου!». Ο Τριστάνος εμπιστεύτηκε το σκυλλί σ' έναν τραγουδιστή της Ουαλλίας, γνωστικό και παμπόνηρο ο οποίος το πήγε εκ μέρους του στην Κορνουάλλη. Ο Τραγουδιστής έφτασε στο Τινταγκέλ και το παράδωσε κρυφά στη Βασίλισσα.
Γυρνούνε από τα έργα τους η λυγερές, γυρνούνε Με τα ζαλίκια αχ' τη λογγιά, με τα σκουτιά αχ' το πλύμα, Με τες πλατιές των τες ποδιές σφογγίζοντας τον ίδρω· Και 'ςόποιο δέντρο κι' αν σταθούν, 'ς όποιο κοντρί ακουμπήσουν. Εις το μουρμούρι του κλαριού, εις την θωριά του βράχου Γλυκόν γλυκό και πρόσχαρον χαιρετισμό ξανοίγουν: — «Γεια και χαρά 'ς τον κόσμο μας, 'ς τον ώμορφό μας κόσμο!»
Έρχετ' άξαφνα ο Κωσταντής, και με χαιρετάει από μακριά και μου λέει «Περβάτησ', Αρετούλα μου, κ' η μάννα μας σε θέλει».— «Αλλοίμον' αδερφάκι μου» του κράζω «και τι νε τούτ' η ώρα! Ανίσως κ' είνε για χαρά, να βάλω τα χρυσά μου Κι αν είνε πίκρα, πες μου το, νάρθω καταπώς είμαι». Και μου λέει «Έλα καταπώς είσαι» . Κι ανεβαίνω μαζί του τάγριο τάλογο, και σύραμε σα σύννεφα κ' ήρθαμε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν