Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Και το κύμα το μανισμένο και το αέρι το τρελλό επίστεψα πως εξανάλεγε με διαβολική χαρά και ειρωνεία: — Στην άλλη ζωή!... στην άλλη ζωή. Έμεινε όπως ευρέθηκε καθένας για πολλή ώρα. Και άξαφνα, εσκορπίσαμε τρελλοί, εσκαλώσαμε στα κατάρτια και μονόγνωμοι αρχίσαμε να φασκελώνουμε τον προδότη και να του φωνάζουμε: — Της μάνας σου το κέρατο!... Της μάνας σου το κέρατο!...

Μου είπαν δρόμο πως θέλει και κόπο το ψωμί να κερδίση κανείς, και δεν άφησα αγύριστο τόπο, ως την άκρη έχω φτάσει της γης· η ψυχή μου μισή έχει απομείνει: τη χαρά του κανείς δεν της δίνει. Τη χαρά που έχουν όλοι γνωρίσει, που κι ο πλέον ακόμα φτωχός το ποτήρι της έχει στραγγίσει, δεν τη χάρηκα εγώ μοναχός, κι απ τη δίψα της μέσα φρυγμένος τη γυρεύω παντού πλανημένος.

Όταν θάρχεται να μου κάνη επίσκεψι με την άμαξά της και δεν προσέξη κάποτε να χαιρετήση κανένα γείτονά μου, θάχω ν' ακούω του κόσμου τις κοροϊδίες. Βλέπετε, θα λένε, την κυρία αυτή μαρκησία, που μας κρατάει τόση πόζα; είνε η κόρη του κυρ Ζουρνταίν. Όταν ήταν μικρή το θεωρούσε χαρά της να παίζη τις κουμπάρες μαζί μας. Δεν ήταν δα άλλοτε τόσο σπουδαίο υποκείμενο όπως θέλει να μας περάση τώρα.

«Καβάλλα απάνω σ' ένα γερό, ώμορφο και ψηλό άλογο, και κουκουλωμένος με μια μεγάλη καππότα, έμπαινα με μεγάλη χαρά στα πολυπόθητα σύνορα του χωριού μου, ύστερα από νυχτοπερπάτημα δέκα πέντε ωρών, δρόμο δέκα πέντε μερών και ξενιτειά δέκα πέντε χρονών, μακρυά, πολύ μακρυά, σε ξένα σύνορα και σε ξένα βασίλεια....

Την επιούσαν της τριπλής εκείνης νυκτός, ότε ο Πάπας Ιωάννης επαρουσιάσθη εις τους αυλικούς του, το πρόσωπον της αυτού Αγιότητος ηκτινοβόλει, τα χείλη και αι χείρες εμοίραζον αφειδώς ευχάς, χάριτας και ευλογίας, και όλη εκείνη η παπική χαρά αντανεκλάτο επί του προσώπου των αυλικών, οίτινες ανήγειρον φαιδρώς την κεφαλήν, ως στάχεις ποτισθέντες μετά μακράν ανομβρίαν.

Χαρά και αγαλλίασις εις το πλήρωμα, ότε εγίνετο γνωστόν ότε επεράσθη εις τα χαρτιά και ο Μέλτος ο Μισακός. Με τας μιμικάς του παραστάσεις κατά τους μακρινούς πλους, ελησμόνουν οι αγαθοί ναύται όλα τα δεινά της ξενιτειάς, όλα τα βάσανα της βαρείας των εργασίας.

Δεν ήσαν φωναί θλίψεως και απελπισίας, εις αυτάς έπαλλεν η χαρά και ο θρίαμβος . . . Οι στρατιώται εκύτταζον ο είς τον άλλον, εμβρόντητοι. Η αυγή εχρωμάτιζεν ήδη τον ουρανόν με τας ροδαλάς και χρυσάς ακτίνας της. Αι κραυγαί: «Εις τους λέοντας τους χριστιανούςαντήχουν αδιαλείπτως εις όλας τας οδούς της πόλεως.

Αλλά καθώς, για πρώτη φορά κι' οι δυο τους, ροφούσαν τη χαρά της αγάπης, η Βραγγίνα που τους παρακολουθούσε, άφησε μια φωνή, και με τα χέρια τεντωμένα ικετευτικά, με το πρόσωπο πλημμυρισμένο από δάκρυα, ερρίχτηκε στα πόδια τους: «Δυστυχισμένοι! σταματήστε, και γυρίστε πίσω αν μπορείτε ακόμη! Αλλά όχι.

Με την τελευταίαν φράσιν επραΰνθη ολίγον η έξαψίς της και με ηρεμώτερον τρόπον εξηκολούθησεν: — Εμένα μαρέσει το Μανωλιό, σου τώπα κιάλλη φορά, και χαρά μου θα τώχα να τόνε κάμω γαμπρό.

Κ' ένοιωθε κάποια ορμή να γονατίση, να φιλήση το χώμα το καλόβουλο, να δείξη με χίλιους τρόπους τη χαρά και την ευγνωμοσύνη του. Ο Κουτρουμπής κ' οι άλλοι κολλήγοι αναγκάστηκαν να κάμουν το θέλημά του. Από γεωργοί έγιναν μεροκαματάρηδες· άφηκαν τ' αλέτρι και πιάσανε την αξίνα. Πάσα ημέρα, από την αυγή ως το βράδυ, άλλο δεν έκαναν παρά ν' ανοίγουν γουβιά και χαντάκια, να ψιλοκοσκινίζουν χώματα.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν