Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Ακόμα μια φορά γύρισε κείνη που έρριχνε φως ιερό στην καθημερινή ζωή μας. Τα παιδιά μας τη χαρήκανε, όταν γυρίσαμε, κι ο μικρός Σβεν ανέβηκε στην αγκαλιά της μαμάς, στρυμώχτηκε σιμά της κ' είτανε τόσο ευτυχισμένος. — Βλέπεις, δεν έφυγες από το μαϊμουδάκι, είπε. Είχε τόσο θριαμβευτική έκφραση, σα να πίστευε πως χάρη του έγινε καλά η μαμά.

Ξέρουμε, λόγου χάρη, πράσινο και μαβί . Μα πόσα πράσινα είναι, που λέξη δε βρίσκουμε να τα ζουγραφίσουμε; Κοιτάξτε πόσα είναι τα δέντρα και πόσες οι πρασινάδες!Μα κοιτάξτε και χρωματιές, πόσες αποχρωματιές θέλει και πόσες ξεχρωματιές, για να πάη απαρατήρητα το μάτι μας από το πράσινο στο μαβί!

Ήξεραν πως η Ζωή δεν κερδίζει από την Τέχνη μονάχα πνευματικότητα, βάθος σκέψεως και αισθήματος, ψυχική ταραχή ή γαλήνη, αλλά μπορεί να πλάθη τον εαυτό της επάνω στις ίδιες γραμμές και τα ίδια χρώματα της Τέχνης και να ξαναπαράγη τη μεγαλοπρέπεια του Φειδία και τη χάρη του Πραξιτέλη. Να, απ' αυτού επρόκυψε η εναντίωσή των στο ρεαλισμό. Τον αποστρέφοντο για καθαρά κοινωνικούς λόγους.

Θα καλούσε λόγου χάρη ένα γραμματισμένο «να μου γράψη το ρίγο», δηλαδή να γράψη ένα ξόρκι και το χαρτί θα το κρεμούσα στο λαιμό μου, ως φυλαχτάρι. Ίσως μάλιστα θα έλυωναν το χαρτί μένα τέτοιο ξορκισμό και τη διάλυση θα μούδιδαν να πιω. Ως φάρμακο, θα μούδιδαν αφέψημα αψιθιάς κιάλλων χόρτων, που θεωρούνται αντιπυρετικά, κιως τελευταίο ίσως το κινίνο, που δεν ήτον ακόμη σε μεγάλη διάδοση και χρήση.

Και τι κάνει ο ντον Τζατσίντο;» «Ε, δουλεύει και διασκεδάζει. Είναι εύθυμος, χρυσό παιδί. Όλες οι γυναίκες τρέχουν από πίσω του…. τσακώνονται για χάρη του λες και είναι γλυκό από μέλι…»

ΒΑΤΤΟΣ Με πήρες στο περίγελο; Είνε τυφλός ο Πλούτος μάνε κι ο Έρωτας τυφλός. Μη λες μεγάλο λόγο. ΜΙΛΩΝ Εγώ, καλέ μου σύντροφε, δε λέω μεγάλο λόγο· όμως και συ μην κάθεσαι, δούλευε το δρεπάνι και λέγε για την κορασιά το ερωτικό τραγούδι και τραγουδώντας δούλευετότ' η δουλειά γλυκειά 'νε. Ξέρω πως είχες κάποτε του τραγουδιού τη χάρη.

Νέκρα και γύμνια κατοικεί στο φτωχικό της μείνεμα της άμοιρης Χρηστίτσας. Μα το στολίζει μέσα το σπιτάκι της, αγνή σαν του επιταφίου τα κρίνα, η παρθενιά η αγγελική της λατρεφτής της κόρης. Μα τομορφίζει η ζηλεφτή της προκοπή και η περίσσια χάρη της. Στης ακριβής της κόρης το ουράνιο χαμόγελο ξεχνά τα περασμένα της καλά η άμοιρη Χρηστίτσα.

Και σαν πέρασαν λίγες μέρες τ' αμπέλια είχανε τρυγηθή κι ο μούστος ήτανε στα βαρέλια· κ' επειδή δεν εχρειάζονταν πια πολλά χέρια, έφερναν τα κοπάδια στον κάμπο· κι όλο χαρά προσκυνούσανε τις Νύμφες, φέρνοντας στη χάρη τους σταφύλια επάνω στις κληματόβεργες, σαν χαρίσματα από τον τρύγο.

Μα τα φθονερά κορίτσια λέγανε πως πέθανε κι' αυτή απ' την αγάπη, πως ένας κρυφός καϋμός την έφαγε για τον άσχημο άνθρωπο και πως όλα γίνονται στον κόσμο. Κανένας όμως δεν το πίστεψε.... Έτσι ο άσχημος άνθρωπος σε λίγο καιρό πήρε μαζή του την αγάπη του, και δεν την άφησε να την χαρή άλλος κανένας στον κόσμο.

Γιατί δεν τον πήρες μαζί σου να ζητά ελεημοσύνη; Ξέρεις τι κάνει τώρα; Παντρεύεται την άλλη πειναλέα, την Γκριζέντα, μάλιστα, ο ηλίθιος!» «Καλά κάνει∙ το είχε υποσχεθεί», είπε ο Έφις και ένοιωσε πάλι να τον κυριεύει η χαρά. «Να η χάρη του Θεού που ζητούσες, αφεντικό», σκεφτόταν και χαμογελούσε μπροστά στα προσβλητικά λόγια που ο ντον Πρέντου, μετανιωμένος για το πρώτο του ξέσπασμα καλοσύνης, του απηύθυνε αντιμετωπίζοντάς τον σαν ζητιάνο που ήταν.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν