United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις την υπέροχον των αναγνωσμάτων εκείνων αξίαν πρέπει να προστεθή της δωδεκαετούς μου φαντασίας η παρθενία.

Στου χωριού τα σύγυρα αντίπερα, έξω στα Παρακήπια, έχει το φτωχικό ξωμάχι της η θεια Χρηστίτσα η καψόχηρα. Χωμένο μες τους βαθιούς τους ίσκιους τους πυκνούς τω δεντρικών, κρύβει πιστά στα βάθη του θερμά και αγαπημένα της ορφανής την παρθενιά τη λατρεφτή, τα κάλλη τα περίσσια, ταπάρθενά της όνειρα, γλυκά αδερφωμένα με της μάνας της αγλύκαντης τις άπλαστες γεροντικές ελπίδες.

Αυτό είναι απόδειξη μεγάλης εξυπνάδας, είπε ο Γκαίτε· ακόμη έκαμε θαυμάσια ο συγγραφέας, που εφύλαξε την παρθενιά της Χλόης ίσαμε το τέλος της ιστορίας, αφού οι ερωτευμένοι δεν ήξεραν τίποτα πιο όμορφο από το να ξαπλώνουνται γυμνοί ο ένας κοντά στον άλλο· η εξήγηση της διαγωγής τούτης δίνει αφορμή στο συγγραφέα να ανακινήση τις πιο αψηλές ιδέες.

Κάτω απ' τη μαύρη σκέπη κλαίει ανόχλητα τη χαμένη παρθενιά της η κόρη. — Σωστά· είπε ο Δημητράκης θλιμμένος. Άνοιξε το όλο να ζήσης. Όλο το κέντημα είνε για τον πόλεμό μας ; — Α μπα· εδώ είνε κεντημένη όλη η ιστορία της γενιάς σας. — Της γενιάς μας· ήθελες να πης. — Όπως θες. Και σύγκαιρα ξετύλιξε απάνου στο χορτάρι ένα κομμάτι ατλάζι πλατύ και μακρύ σα σεντόνι. Ήταν όλο γεμάτο από κεντήματα.

Εγώ όντας γυναίκα δεν έπαθα τώρα τίποτε· επειδή από καιρό αυτά άλλος άντρας μου τάμαθε, παίρνοντας την παρθενιά μου για πλερωμή.

Νέκρα και γύμνια κατοικεί στο φτωχικό της μείνεμα της άμοιρης Χρηστίτσας. Μα το στολίζει μέσα το σπιτάκι της, αγνή σαν του επιταφίου τα κρίνα, η παρθενιά η αγγελική της λατρεφτής της κόρης. Μα τομορφίζει η ζηλεφτή της προκοπή και η περίσσια χάρη της. Στης ακριβής της κόρης το ουράνιο χαμόγελο ξεχνά τα περασμένα της καλά η άμοιρη Χρηστίτσα.

Δεν το στολίζει μέσα πια το φτωχικό σπιτάκι της άμοιρης Χρηστίτσας, αγνή σαν του Επιτάφιου τα κρίνα, η παρθενιά η αγγελική της λατρεφτής της κόρης. Δεν τομορφίζει τόρα πια η ζηλεφτή της προκοπή και η περίσσια χάρη της.

Την αναθρέφουνε λοιπόν οι Νύμφες και τη μαθαίνουν οι Μούσες να παίζη το σουραύλι και να λέη με τη λύρα και την κιθάρα κάθε τραγούδι, ως που άμα ήτανε στον ανθό της παρθενιάς της, εχόρευε μαζί με τις Νύμφες, ετραγουδούσε μαζί με τις Μούσες· τους αρσενικούς όμως τους απόφευγε όλους και ανθρώπους και θεούς, επειδή αγαπούσε την παρθενιά.

« Φρόσω · καλλίτερα » Νάχες πεθάνει, » Και να μην έβγαινες » Μεςτο σεργιάνι.» « Τα τόσα κάλλη σου Κι' η ωμορφιά σου » Σ' έκαμαν κι' άφησες » Και τα παιδιά σου.» « Αυτή, φροσύνη μου, » Η ωμορφιά σου, » Σ' έφαγε, χάλασες » Την παρθενιά σου.» « Τι σου χρειάζετο, » Φρόσω καϋμένη, » Συ του Μουχτάρ-πασσά » Νάσαι ερωμένη