Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


Καμμιά φοράτο νου του Το διάνεμα γοργά γοργά του αλόγου του επερνούσε, Τάκουε που χλημήτιζε... 'ς το φυσσομανητό του Ταντιβοούσανε ταυτιά, του ξάναφταν τα μάτια, Κ' ύστερα πάλ' επλάκωνε με τη χαρά της νίκης Κάθε πικρό συλλογισμό, κι άφινε να φωτίζουν Το μέτωπό του το τραχύ παράδοξαις ελπίδαις. Αντραγαθήματα παληά, χρυσοπλασμένα γνέφη, Μ' ένα χαμόγελο πικρό για τον Κιοσέ Μεχμέτη.

Τα μόνα ωραία πράγματα, καθώς το είπε κάποιος μια φορά, είναι εκείνα που δεν αφορούν σ' εμάς. Εφόσον ένα πράμα μας χρησιμεύει ή μας χρειάζεται ή οπωσδήποτε μας επιδρά προξενώντας μας πόνο ή ηδονήν ή αποτείνεται ορμητικά στη συμπάθειά μας ή είναι ζωτικό μέρος του περιβάλλοντος όπου ζούμε, είναι έξω από την καθαυτό σφαίρα της Τέχνης. Πρέπει να είμαστε πολύ ή λίγο αδιάφοροι στα θέματα της Τέχνης.

Αφτούς ο Αχιλέας τους είχε πιάσει μια φορά μες στις πλαγιές της Ίδας 105 ενώ βοσκούσαν πρόβατα, και με λυγαριοκλώνια τους έδεσε, και ξαγορά ναν τους αφίσει πήρε. Τότες στα στήθια ακόντισε τον ένα ο Αγαμέμνος, εκεί ίσα στ' απανόβυζα· τον άλλο, σέρνοντάς του μια με τη σπάθα προ τ' αφτί, τον γκρέμισε απ' τ' αμάξι.

Όλ' αυτά τα ηπειρωτικά πλήθια συνειθίζουν μια φορά κάθε χρόνο κατά τον Τρυγητή να ξυπνάν με τον ποδοβολητό και με τες φωνές τους από τον χιλιόχρονο ύπνο τους τους παλιούς αντίλαλους των σκόρπιων και θλιβερών χαλασμάτων της ερημωμένης Καστρίτσας. Τα παιδιά τα μικρά κ' η κοπέλλες έτρεχαν εδώ κ' εκεί, σαν πεταλούδες, κ' εμάζευαν χεριές χεριές τα χινοπωριάτικα τ' αγριολούλουδα.

Ο παππά Συνέσιος όσο περνούσε η ώρα εγινότανε πιο εύθυμος και μια φορά οπού ο Άνθιμος δεν τον άκουσε και δεν ήθελε να πιή, ο 'γούμενος του λέγειΠιε παλαβέ, πιε, ανόητο πράμμα· και στον ίδιο καιρό του δίνει μία τσιμπιά από πίσω οπού ο καλόγερος ετινάχτηκε από τον πόνο και πριν καλοέλθη στον εαυτό του, άλλη τσιμπιά ο γούμενος της χήρας, η οποία επετάχθη με γέλοια ενώ επροσπαθούσε να μην τους καταλάβη κανείς.

Χαλασμός κόσμου όξω, μπουρίνι, νεροποντή, σκοτεινιά. Ο Μοναχάκης σαλπάριζε... Όταν καμμιά φορά τον έβλεπαν και γύριζε ύστερ' από μήνες, τα γεροντάκια έκαναν τον σταυρό τους κάτω στον καφενέ. — Γερο-Μελιγκόνη, καλώς τα δέχτηκες! Το μπρίκι του ξαδέρφου σου. Ο Μελιγκόνης κουνούσε το κεφάλι του. — Τι να σας πω; Έχει μέρες ο Μοναχάκης. Σαν έχης μέρες, στη φωτιά να πέσης θα γλυτώσης.

Ψυχή μου, αυτό είνε μεγάλο δυστύχημα, παρετήρησεν ο Σκούντας. — Τω όντι, είπεν ο Τρανταχτής. Και πρώτη φορά μου συμβαίνει. — Τι κρίμα, είπεν ειρωνικώς ο Σκούντας. — Και δεν ξεύρεις πόσο κακό είνε να γελάση κανείς δικούς του ανθρώπους. — Φίλοι σου λοιπόν είνε αυτοί που θα γελάσης; — Είνε κάτι περισσότερο, είνε φιλενάδες μου. — Φιλενάδες σου! μεγάλο θαύμα! — Βέβαια. Δι' αυτό είμαι λυπημένος

Εξεθύμαινε, ραγισμένο χώνεβε στον κομμένο λαιμό του το τελεφταίο μουγκρητό. Εχουρχούριζε σπαραγμένος ο λάρυγγας. Αφρούς κ' αίματα εχούχλαζε, κάτω από τάπονο μαχαίρι, ταπονώτερο του μακελάρη χέρι. Στρυφτογύρισε τόρα το διάπλατο μαχαίρι στον ανοιγμένο λάρυγγα μ' ορμή. Το αίμα ανάβλυσε πλιότερο. Εσπάραξε το βόιδι για τελεφταία φορά. Αναχάσκισαν τάσπρα του χείλια. Εξεχύθηκαν ποτάμια αφροί κ' αίματα.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ Αχ! Τι χαρά μου! Πατέρα μου, μια φορά που ο Θεός δεν ήθελε να σε χάσω και μου ξαναδίνει την ευτυχία, επίτρεψέ μου να πέσω στα πόδια σου και να σου ζητήσω μια χάρι. Αν δεν εγκρίνης τη συμπάθεια της καρδιάς μου, αν μου αρνείσαι να πάρω τον Κλεάνθη, σ' εξορκίζω, πατέρα μου, να μη μ' αναγκάσης τουλάχιστον να πάρω άλλον. Αυτή είναι η μόνη χάρι που σου ζητώ.

Της φαινότανε σα να έπρεπε να κάνουμε την εκδρομή αυτή, σα να μην μπορούσε να βεβαιωθή πράγματι για την ευτυχία της πριν ξαναδή αυτό το μέρος, έτσι όπως το είδε μια φορά κι όπως το έβλεπε πάντα στα όνειρά της. Είπε πως είχε σκοπό, άμα θαρχόμαστε μαζί εδώ έξω, να με παρακαλέση ναρθούμε να κατοικήσουμε άλλο ένα καλοκαίρι. Κ' ήξερε πως δε θα μπορούσα να της το αρνηθώ.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν