United States or Kuwait ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ανάμεσα, βαθειά, το δάσος καψαλισμένο επρόβαινε από την κλεισούρα με κάποιο αργό λούφασμα, λέγεις κ' επροσπαθούσε να συρθή στην ακρογιαλιά, να χαρή κ' εκείνο το χλιαρό κύμα. Κ' έβγαινεν απ' ολούθε βουή και θόρυβος· από το μελαγχολικό του ζητιάνου οργανέτο και από το βραχνιασμένο λαρύγγι των χαροκόπων.

Ο παππά Συνέσιος όσο περνούσε η ώρα εγινότανε πιο εύθυμος και μια φορά οπού ο Άνθιμος δεν τον άκουσε και δεν ήθελε να πιή, ο 'γούμενος του λέγειΠιε παλαβέ, πιε, ανόητο πράμμα· και στον ίδιο καιρό του δίνει μία τσιμπιά από πίσω οπού ο καλόγερος ετινάχτηκε από τον πόνο και πριν καλοέλθη στον εαυτό του, άλλη τσιμπιά ο γούμενος της χήρας, η οποία επετάχθη με γέλοια ενώ επροσπαθούσε να μην τους καταλάβη κανείς.

Τα δε βασιλικά παλάτια από την αρχήν αμέσως τα έκτισαν εις τους ιδίους τόπους, όπου εκατοίκησεν ο θεός και οι πρόγονοί των· τα εκατοικούσε δε ο ένας βασιλεύς διαδεχόμενος άλλον και, εν ώ ήσαν στολισμένα, τα εστόλιζε και αυτός και επροσπαθούσε να περάση όσον ηδύνατο πάντοτε τον προηγούμενον, εις τρόπον ώστε έκαμαν τα παλάτια να τα θαυμάζη κανείς, όταν τα έβλεπε, διά το μεγαλείον και την ωραιότητα των έργων, τα οποία είχον.

Ο Δάφνης, επειδή ήξερε τι γινότανε, μονάχα στη θάλασσα επρόσεχε· κ' εδιασκέδαζε με το πλεούμενο, που γιαλό-γιαλό περνούσε τον κάμπο γληγολότερα από πουλί, κ' επροσπαθούσε να συγκρατήση στο νου του μερικά από τα τραγούδια για να τα παίζη με το σουραύλι.

Ο Φέγγων από φθόνον, και διά να χαρή μόνος την εξουσίαν, αποπλανά την γυναικαδέλφην του Γερούθην, φονεύει τον αδελφόν του και διαδίδει εις τον κόσμον ότι ο φόνος συνέβη τυχαίως, εις την στιγμήν οπού αυτός επροσπαθούσε να σώση την Γερούθην από την φονικήν μανίαν του συζύγου της.

Από τα επτά παιδιά που είχα φέρη στην Αθήνα δεν μου απόμενε παρά μια κόρη, και ούτ' εκείνη εφαίνονταν ευχαριστημένη. Επροσπαθούσε για το χατήρι μας να περιποιηθή τον αρραβωνιαστικό της και δεν κατώρθωνε να κρύψη τη στενοχώρια της. Ενα πρωί μ' επήρεν εκείνος κατά μέρος να μ' αρωτήση τι προίκα ελογάριαζα να του δώσω.

Χαρτοπαίκτης, μέθυσος και με άλλας αρετάς ακόμη. Είπαν πως ξαναπαντρεύτηκε αλλού, διά να πάρη και άλλον κόσμον εις τον λαιμόν του, ασυνείδητος! Τέτοιοι άντρες! Τι να κάμη; έβαλε τα δυνατά της, κ' επροσπαθούσε όπως-όπως να ζήση τα δύο ορφανά. Τι αξιολύπητα, τα καϋμένα! Κατά τας διαφόρους ώρας του έτους, εβοτάνιζεν, αργολογούσε, εμάζωνε εληαίς, εξενοδούλευε. Εμάζωνε κούμαρα, και τα έβγαζε ρακί.

Ο Κιουταχής φοβούμενος μη κατορθώσωσιν οι Έλληνες να κάμωσι προμαχώνας και εις τον ελαιώνα, το οποίον ήθελεν είναι πολλά επικίνδυνον δι' αυτόν, κατεσκεύασε και αυτός άλλους προμαχώνας μεταξύ του ελαιώνος και του Ελληνικού στρατοπέδου. Επροσπαθούσε δε παντοιοτρόπως ν' αντικρούη την πρόοδον των Ελλήνων.

Πού είναι ο κακούργος; ΕΔΜ. Ήτον εδώτα σκοτεινά, με το σπαθίτο χέρι κ' ετραύλιζε το στόμα του δαιμονισμένα μάγια, και ήθελε μ' εξορκισμούς να κάμη την Σελήνην να τον συνδράμη. ΓΛΟΣΤ. Αλλ' αυτός τι έγινε; Πού είναι; ΕΔΜ. Ιδέ με, πώς μ' επλήγωσε. ΓΛΟΣΤ. Πού είναι ο αχρείος; ΕΔΜ. Εξέφυγε από εκεί. Ενώ επροσπαθούσε... Συλλάβετέ τον! Τρέξετε! — Και τι επροσπαθούσε;