United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και διά τούτο, δι' ολίγων αταράχων λέξεων, ο Ιησούς συνέτριψε το βδελυρόν σόφισμα εις κόνιν. Έδειξεν αυτοίς το βαναύσως παράλογον της υποθέσεως ότι ο Σατανάς ηδύνατο να εκβάλλη τον ίδιον Σατανάν. Δι' ακαταμαχήτου επιχειρήματος τους απεστόμωσεν αναφερόμενος εις τους ιδίους εξορκισμούς των, τους οποίους μετεχειρίζοντο τόσον συχνά αυτοί και οι μαθηταί των.

Και εσύ κακότροπη, εγύρισε προς την Φαραζάναν, επειδή η τιμή του κοιτώνος μου, και η καλωσύνη μου δεν ημπόρεσαν να σε υποχρεώσουν να μου είσαι πιστή, θέλεις παιδευθή διά την αχαριστίαν σου. Εις τον ίδιον καιρόν, χωρίς να θελήση να ακούση τα δικαιολογήματά μας, και τα παράπονά μας άρχισε να κάμη τους εξορκισμούς του.

Ζήσε να λέγης, ότι ένας τρελλός ευσπλαγχνικός σ' εβίασε να φύγης. ΠΑΡΗΣ Δεν τα ψηφώ τα λόγια σου και τους εξορκισμούς σου, κι' ως άνθρωπον παράνομον εδώ σε συλλαμβάνω. ΡΩΜΑΙΟΣ Πόλεμον θέλεις και καλά; Ιδού λοιπόν! Ο ΑΚΟΛΟΥΘΟΣ Θεέ μου! Σπαθιαίς! Τους νυχτοφύλακας ας τρέξω να φωνάξω. ΠΑΡΗΣ Μ' εσκότωσες! 'σπλαγχνίσου με, και άνοιξε το μνήμα, κ' εξάπλωσέ με νεκρικά κοντά ‘ς την Ιουλιέταν.

Αλλά πρέπει, είπεν ο Σωκράτης, να του ψάλλωμεν κάθε ημέραν εξορκισμούς, έως που να ιατρευθή. Από πού λοιπόν να πάρωμεν, ω Σώκρατες, είπεν ο Σιμμίας, καλόν εξορκιστήν διά τα τοιαύτα, επειδή, είπε, συ μας αφίνεις;

Ο παπάς δεν είχε ειπή δυο-τρεις εξορκισμούς, όταν ο λιγοθυμισμένος ξένος άνοιξε τα μάτια του και με φωνή τρεμουλιαστή είπε σ' όλους τους ανθρώπους, που βρίσκονταν γύρα του: — Καλώς σας ηύρα χωριανοί! Είμαι ο Κώστας! Είμαι ο νοικοκύρης της νοικοκυράς.... Ήθελε να ειπή ότ' είταν ο άντρας της Κώσταινας, αλλά το συνήθειο της πατρίδας εμποδίζει να λέγωνται στώνομα μπροστά στους άλλους, τ' αντρόγυνα.

Ας μιμηθώμεν λοιπόν και ημείς τον Μενέλαον, και ας μη ξεκολλήσωμεν από πάνω των, πριν να μας δείξουν την επιστήμην των υπό την σοβαράν της όψιν· διότι είμαι πεπεισμένος ότι έχουν να μας παρουσιάσουν κάτι τι το εξαιρετικώς ωραίον, όταν άπαξ αποφασίσουν να σπουδαιολογήσουν· αλλά εμπρός! Έλα να τους κάμωμεν παρακλήσεις, εξορκισμούς, δεήσεις, διά να μας εμφανισθούν υπό την αληθινήν των μορφήν.

Αλλά και προς ένα όστις έλεγεν ότι ήτο μάγος και εγνώριζεν εξορκισμούς διά των οποίων ηδύνατο να πείση οιονδήποτε και να λάβη παρ' αυτού όσα ήθελε, Και εγώ, είπεν, είμαι ομότεχνός σου, και αν θέλης, ακολούθησε με εις την αρτοπόλιδα και θα ίδης ότι δι' ενός εξορκισμού και μικρού μαγικού μέσου θα την πείσω να μου δώση ψωμιά, εννοών ότι το νόμισμα είνε ισοδύναμον με εξορκισμόν.

Εις αυτό το αναμεταξύ που αυτή έκανε τους εξορκισμούς της, βλέπομεν ημείς και εβγαίνει φωτιά από την μίαν γαράφαν, και από την άλλην ένας καπνός μαύρος και πολλά πυκνός, ο οποίος σηκωνόμενος, και εξαπλωνόμενος εις τον αέρα, έγινεν αιφνιδίως μία φοβερά βροντή, η οποία αφού και έπαυσε δεν εφάνη πλέον να έβγη τίποτε από τες γαράφες.

Πού είναι ο κακούργος; ΕΔΜ. Ήτον εδώτα σκοτεινά, με το σπαθίτο χέρι κ' ετραύλιζε το στόμα του δαιμονισμένα μάγια, και ήθελε μ' εξορκισμούς να κάμη την Σελήνην να τον συνδράμη. ΓΛΟΣΤ. Αλλ' αυτός τι έγινε; Πού είναι; ΕΔΜ. Ιδέ με, πώς μ' επλήγωσε. ΓΛΟΣΤ. Πού είναι ο αχρείος; ΕΔΜ. Εξέφυγε από εκεί. Ενώ επροσπαθούσε... Συλλάβετέ τον! Τρέξετε! — Και τι επροσπαθούσε;

Κατ' εκείνην την Κυριακήν δεν επρόκειτο να ομιλήση ιεροκήρυξ, ώστε το πλήρωμα της εκκλησίας είδε μετ' απορίας τον ιερέα αναβαίνοντα επί του άμβωνος. Δεν ανέβη να μας διδάξη τον λόγον του θεού, αλλά προς ανάγνωσιν Πατριαρχικού αφορισμού. Ηκούομεν πάντες εμβρόντητοι τον αναγινώσκοντα τας φοβεράς εκείνας κατάρας και τους φρικώδεις εξορκισμούς.