United States or Estonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είτανε μ' άλλους λόγους οι πολίτες ερεθισμένοι από την κακή του «κυβέρνηση». Πρώτος εχτρός του λαού αναφέρνεται ο περίφημες Τριβωνιανός, ο νομικός συβουλάτορας του Ιουστινιανού, περίφημος όχι μονάχα για τη νομική του σοφία, παρά και για τη φιλαργυρία του. Άλλος ακόμα χερότερος ο γνωστός μας ο Ιωάννης ο Καππαδόκης, ο αγράμματος, ο αψής, ο βρισιάρης, ο παράλυτος, ο ασυνείδητος στα χρηματικά.

Διατί; — Υπόθεσε ότι δεν είμεθα ικανοί δι' έφοδον. — Υποθέτω. — Ούτε διά καύσιμον. — Ούτε. — Ούτε διά βούλιαγμα. — Ούτε. — Τότε δεν βλέπεις έν άλλο μέσον; — Ποίον; — Ο Δερμίνιος αυτός είνε φίλος μου. — Το ειξεύρω. — Εμβαίνει ολίγον εις τα έντιμα μέσα. — Ίσως. — Είνε ψευδευλαβής, υποκριτής, ασυνείδητος ΦαρισαίοςΠιστεύω. — Αν συνεννοηθώμεν μ' αυτόν... — Τότε αυτός θα μας εύρη το μέσον.

Στραγγισμένο και το ταμείο από τον περσικό πόλεμο. Ανάφεραν τέλος οι ενάντιοι και το φόβο μην τύχη και ξανασηκωθούν οι γειτόνοι μια και λείψη ο στρατός. Αξιοσημείωτο είναι που κι ο ασυνείδητος εκείνος ο Καππαδόκης, θεόξυπνος όμως πολιτικός, πήγαινε με την ενάντια τη γνώμη· και φάνηκε στην αρχή σα νάλλαξε ο αυτοκράτορας ότα σηκώθηκε και μίλησε ο Καππαδόκης.

Είταν, ως φαίνεται, ο Γεώργιος κοινός άνθρωπος της Καππαδοκίας, που με κολακείες και με παρόμοια μέσα κατόρθωσε να πάρη απάνω του την προμήθεια του στρατού. Τόσο όμως ασυνείδητος κι άδικος, που αναγκάστηκε κρύφια να το ξεκόψη. Τόρριξε τότε στα γράμματα, στη ρητορική, στη σοφιστεία. Έγινε τέλος κι Αρειανός.

Μεταξύ των επιβατών του πλοιαρίου υπήρχε και γέρων τις Ραβίνος, ονόματι Ισαχάρ, όστις, ίνα διασκεδάση κατά τον διάπλουν, επεχείρησε να προσηλύτιση τους νέους εκείνους καλογήρους, ζητών να λάβη παρ’ αυτών ο ασυνείδητος τοκογλύφος την ψυχήν των αντί ναύλου.

Ασυνείδητος, αφού η αγάπη, η ειλικρίνεια, η ποίηση, και η εξαιρετική θέση της γυναίκας του δε στάθηκαν ικανά να τον κάμουνε να της αφωσιωθή. Το βλέπω κ' εγώ πως η φοβερώτερη στιγμή των κριμάτων του Κώστα δεν είν' εκείνη που τόνε βρίσκει η γυναίκα του με την Ελένη. Μάλιστα πρέπει να ομολογήσουμε πώς επροσπάθησε ο άνθρωπος στη αρχή όσο του είτανε βολετό να ξεφύγη από τα δίχτυα της Σειρήνας.

Δέσμιος, εις σημείον ότι έμελλε να καταδικασθή, καίτοι ανεξέταστος και αναπολόγητος, εστάλη υπό του Άννα μέσον της αυλής προς τον Καϊάφαν τον γαμβρόν του, τον ελέω του Ρωμαίου πραίτωρος τιτλούχον Αρχιερέα. Ο Καϊάφας, όπως και ο πενθερός του, ήτο Σαδδουκαίος, εξ ίσου πανούργος και ασυνείδητος όσον ο Άννας, αλλά πεπροικισμένος με ολιγωτέραν δύναμιν θελήσεως και χαρακτήρος.

Ο μπάρμπα-Κωνσταντός δεν εφάνη. Ο ιερεύς ήρχισε ν' αγανακτή. — Ο ασυνείδητος! ο μωρός!.... Ήμαρτον κύριε! «Ανθρώπους και κτήνη». Ήθελε να στείλη ένα των ποιμένων εις την πολίχνην, όπως ζητήση και εύρη ένα συλλειτουργόν να του φέρη.

Χαρτοπαίκτης, μέθυσος και με άλλας αρετάς ακόμη. Είπαν πως ξαναπαντρεύτηκε αλλού, διά να πάρη και άλλον κόσμον εις τον λαιμόν του, ασυνείδητος! Τέτοιοι άντρες! Τι να κάμη; έβαλε τα δυνατά της, κ' επροσπαθούσε όπως-όπως να ζήση τα δύο ορφανά. Τι αξιολύπητα, τα καϋμένα! Κατά τας διαφόρους ώρας του έτους, εβοτάνιζεν, αργολογούσε, εμάζωνε εληαίς, εξενοδούλευε. Εμάζωνε κούμαρα, και τα έβγαζε ρακί.