Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Δέσμιος, εις σημείον ότι έμελλε να καταδικασθή, καίτοι ανεξέταστος και αναπολόγητος, εστάλη υπό του Άννα μέσον της αυλής προς τον Καϊάφαν τον γαμβρόν του, τον ελέω του Ρωμαίου πραίτωρος τιτλούχον Αρχιερέα. Ο Καϊάφας, όπως και ο πενθερός του, ήτο Σαδδουκαίος, εξ ίσου πανούργος και ασυνείδητος όσον ο Άννας, αλλά πεπροικισμένος με ολιγωτέραν δύναμιν θελήσεως και χαρακτήρος.
Και ο μεν Κτήσιππος έμεινεν αναπολόγητος και εσιώπησεν· εγώ δε, με απορίαν μου και θαυμασμόν δι όσα ήκουσα, — Πώς λέγεις, τον ηρώτησα, Διονυσόδωρε; έχω πράγματι ακούση από πολλούς και πολλάκις να κάμνουν χρήσιν αυτού του συλλογισμού και πάντοτε τον εθαύμασα· διότι και η σχολή του Πρωταγόρα και άλλοι ακόμη αρχαιότεροι φιλόσοφοι τον μετεχειρίζοντο συχνά· εμένα πάντα μου εκίνησε τον θαυμασμόν, και μου φαίνεται ότι και όλους τους άλλους ανατρέπει και αυτόν τον ίδιον· ελπίζω όμως να με διδάξης εσύ καλύτερα από κάθε άλλον, ποίον είναι το αληθές περί αυτού. «Δεν ημπορεί κανείς να ειπή ψεύματα», αυτό είναι το νόημα του συλλογισμού· δεν είναι έτσι; αλλ' ή κατ' ανάγκην εκείνος που ομιλεί θα λέγη αλήθειαν, ή δεν θα ομιλή; — Αυτό είναι, απήντησεν ο Διονυσόδωρος. — Θέλουν να ειπούν με αυτό, ότι είναι αδύνατον κανείς να είπη ψεύματα, ημπορεί όμως να έχη ψευδείς δοξασίας; — Όχι, ούτε ψευδείς δοξασίας, μου απήντησεν. — Ώστε δεν υπάρχει καθόλου ούτε ψευδής δοξασία; — Όχι, — Ούτε αμάθεια επομένως, ούτε αμαθείς άνθρωποι· διότι τ' άλλο παρά τούτο, αν υπήρχε, θα ήτο η αμάθεια, να μην έχη κανείς ορθάς ιδέας περί των πραγμάτων; — Βεβαιότατα. — Αλλ' αυτό δεν γίνεται, είπα εγώ. — Όχι βέβαια. — Το λέγεις έτσι αυτό, Διονυσόδωρε, απλώς διά να γίνεται λόγος και να μας εκπλήξης με αυτήν την παραδοξολογίαν, ή πραγματικώς το πιστεύεις πως δεν υπάρχει κανείς αμαθής εις τον κόσμον; — Αλλ' απόδειξέ μας συ το εναντίον. — Αλλά είναι δυνατόν να γίνη αυτό, κατά τον λόγον σου, να αναιρέση κανείς έναν άλλον, αφού κανένας δεν λέγει ψεύματα; — Όχι, δεν είναι δυνατόν, είπεν ο Ευθύδημος — Αλλά μήπως σου εζήτησα εγώ, επανέλαβεν ο Διονυσόδωρος, να αναιρέσης τον ισχυρισμόν μου; διότι ένα πράγμα που δεν υπάρχει, πως είναι δυνατόν κανείς να το ζητήση; — Ω Ευθύδημε, είπα εγώ, δεν εννοώ ακόμη κατά βάθος όλα αυτά ωραία και σοφά πράγματα· κάτι όμως άρχισα αμυδρώς να καταλαμβάνω.
Και ο λαλούν άμορφος όγκος εστέναξε βαθέως από της κλίνης μου, και εξηκολούθησε πνευστιών: — Εάν εγνώριζον και συνηντώμην ποτέ μετά του θεού μου, θα υπέβαλλον εις αυτόν ερωτήσεις, προ των οποίων και αυτός έτι, αναπολόγητος θα έμενε· θα του εζήτουν την κλείδα του μυστηρίου του κόσμου, την οποίαν και ούτος έχει χάση πλέον, διότι το μυστήριον υπερεξεχείλισεν, αποκρύψαν αυτήν και από τους ιδίους οφθαλμούς του!. . .
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν