United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι λέγουσι μεν ούτω, ίνα εξηγήσωσι πως η ψυχή αισθάνεται τα όντα και γινώσκει έκαστον αυτών, αλλά αναγκαίως συμβαίνουσι πολλά τα αδύνατα εν τη δοξασία ταύτη. Διότι υποθέτουσιν ότι το όμοιον γινώσκει, το όμοιον, ωσανεί υπελάμβανον ότι η ψυχή είναι αυτά τα πράγματα.

Το επιχείρημα ήτο αναντίρρητον, διότι ου μόνον η κρατούσα δοξασία εσχέτιζε πάσαν ασθένειαν μετά της αμαρτίας, αλλά και γενικώς υπεστηρίζετο υπό των ραββίνων ότι «ουδείς άνθρωπος θεραπεύεται από της ασθενείας του μέχρις ου όλαι αι αμαρτίαι Του συγχωρηθώσιν.

Και ο μεν Κτήσιππος έμεινεν αναπολόγητος και εσιώπησεν· εγώ δε, με απορίαν μου και θαυμασμόν δι όσα ήκουσα, — Πώς λέγεις, τον ηρώτησα, Διονυσόδωρε; έχω πράγματι ακούση από πολλούς και πολλάκις να κάμνουν χρήσιν αυτού του συλλογισμού και πάντοτε τον εθαύμασα· διότι και η σχολή του Πρωταγόρα και άλλοι ακόμη αρχαιότεροι φιλόσοφοι τον μετεχειρίζοντο συχνά· εμένα πάντα μου εκίνησε τον θαυμασμόν, και μου φαίνεται ότι και όλους τους άλλους ανατρέπει και αυτόν τον ίδιον· ελπίζω όμως να με διδάξης εσύ καλύτερα από κάθε άλλον, ποίον είναι το αληθές περί αυτού. «Δεν ημπορεί κανείς να ειπή ψεύματα», αυτό είναι το νόημα του συλλογισμού· δεν είναι έτσι; αλλ' ή κατ' ανάγκην εκείνος που ομιλεί θα λέγη αλήθειαν, ή δεν θα ομιλή; — Αυτό είναι, απήντησεν ο Διονυσόδωρος. — Θέλουν να ειπούν με αυτό, ότι είναι αδύνατον κανείς να είπη ψεύματα, ημπορεί όμως να έχη ψευδείς δοξασίας; — Όχι, ούτε ψευδείς δοξασίας, μου απήντησεν. — Ώστε δεν υπάρχει καθόλου ούτε ψευδής δοξασία; — Όχι, — Ούτε αμάθεια επομένως, ούτε αμαθείς άνθρωποι· διότι τ' άλλο παρά τούτο, αν υπήρχε, θα ήτο η αμάθεια, να μην έχη κανείς ορθάς ιδέας περί των πραγμάτων; — Βεβαιότατα. — Αλλ' αυτό δεν γίνεται, είπα εγώ. — Όχι βέβαια. — Το λέγεις έτσι αυτό, Διονυσόδωρε, απλώς διά να γίνεται λόγος και να μας εκπλήξης με αυτήν την παραδοξολογίαν, ή πραγματικώς το πιστεύεις πως δεν υπάρχει κανείς αμαθής εις τον κόσμον; — Αλλ' απόδειξέ μας συ το εναντίον. — Αλλά είναι δυνατόν να γίνη αυτό, κατά τον λόγον σου, να αναιρέση κανείς έναν άλλον, αφού κανένας δεν λέγει ψεύματα; — Όχι, δεν είναι δυνατόν, είπεν ο ΕυθύδημοςΑλλά μήπως σου εζήτησα εγώ, επανέλαβεν ο Διονυσόδωρος, να αναιρέσης τον ισχυρισμόν μου; διότι ένα πράγμα που δεν υπάρχει, πως είναι δυνατόν κανείς να το ζητήση; — Ω Ευθύδημε, είπα εγώ, δεν εννοώ ακόμη κατά βάθος όλα αυτά ωραία και σοφά πράγματα· κάτι όμως άρχισα αμυδρώς να καταλαμβάνω.

Ως προς τας υβριστικάς δε λέξεις ομολογώ και ενταύθα, ότι ατελώς ηδυνήθην, και εν μέρει μόνον, να εξελληνίσω το πλούσιον του Κεντ λεκτικόν. 21.Τοιαύτη, λέγει Άγγλος σχολιαστής, ήτο η κοινή περί αλκυόνων δοξασία, ότι δηλαδή κατά την πνοήν του ανέμου ρυθμίζουσι την πτήσιν αυτών.

Οθενδήποτε λοιπόν και αν προέρχεται η δοξασία αύτη, είτε εκ φαρισαϊκής ψευδοορθοδοξίας, σκοπούσης απλώς να καταδικάση την υποτιθεμένην αίρεσιν των άλλων, είτε εξ υπερβολικού σεβασμού μεταβληθέντος εις πνεύμα φόβου και δουλείας, ημείς πρέπει να προσέχωμεν μη τυχόν αναιρέσωμεν την αξιοπιστίαν των Γραφών, και, σχετικώς με το επεισόδιον τούτο, την αξιοπιστίαν αυτού του Χριστού, διά της υποθέσεως, ότι δεν υπέκειτο εις αληθή πειρασμόν.

Τούτο δε συμβαίνει εις το ζήτημα εις το οποίον αισθάνονται οι περισσότεροι την μεγαλιτέραν και ισχυροτέραν κλίσιν, δηλαδή εις την ακόρεστον και απέραντον επιθυμίαν της αποκτήσεως χρημάτων, την οποίαν γεννά η έμφυτος κληρονομικότης και η κακή εκπαίδευσις. Διά δε την κακήν εκπαίδευσιν και τον κακώς επαινούμενον πλούτον αιτία είναι η επικρατούσα δοξασία μεταξύ των Ελλήνων και των βαρβάρων.

Η πεποίθησίς των επί την μυστικήν παντοδυναμίαν των ήχων, η δοξασία ότι αι λέξεις υπεδήλουν το πεπρωμένον ενός ανθρώπου και τον επί γης προορισμόν αυτού, ημπορεί να φανούν ανόητοι εις τους τυχόντας τεχνικής μορφώσεως, υπήρξαν όμως καθ' όλους τους αιώνας μεγάλοι φιλόσοφοι, οίτινες απέδωκαν εις αυτάς την πρέπουσαν σημασίαν.

Η δοξασία αυτή απήχησε μέχρι των βαρβάρων και εγέννησε την ιδέαν της εμφανίσεως της λαμπράς γυναικός.