Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουλίου 2025


Κ' όταν από το σπήτι μας εκείνο το μικρούλι Μώδειξε η μάνα τα βουνά του Πίνδου και το Σούλι, Ταις ανοιξιάτικαις βραδειαίς 'σάν τώρα, με φεγγάρι Που αποσταμένη έγερνε αυτήτο μαξυλάρι, 'Σ το παραθύρι μας εγώ με 'ξάγρυπνα τα 'μάτια Κύταζα πέρα τα βουνά, των κλέφτων τα παλάτια, Κι' αγάλιαζα βαθηάβαθηά οπού 'σάν θείο χέρι Το μυρωμένο τους λεπτό με χάιδευε αγέρι.

Έλαμπε το φεγγάρι, και θωρώντας την ομορφιά εκείνη ολόγυρά μου, συλλογιούμουν αν είταν αλήθεια αυτό που έτρεξε κάτω στο τραπέζι, α γίνεται να ζη στον κόσμο Ρωμιός που να λέη τέτοια λόγια με την καρδιά του. Είμουνα σαστισμένος.

Τι να σε κάμη το φεγγάρι, χριστιανέ μου;... Το φεγγάρι δεν κόβει μονέδα... — Περιμένω να βγη το φεγγάρι για να φύγω, και γι 'αυτό σ' ερωτώ, είπεν ησύχως ο μπάρμπα-Κωνσταντός. — Να φύγης;... για πού, αν θέλη ο Θεός; — Δεν ήρθαν τίποτε ξωμερίταις απ' τα καλύβια; — Μου κάνουν τη χάρι να μη 'ρθούν, είπεν ο Γαβριήλ.

Γύριζε στο φεγγάρι, είχε αϋπνία. Το φεγγάρι ξέρεις τονέ χτυπάει κατακούτελα. Μην τα ρωτάς! ΥΠΗΡΕΤΗΣ — Κ' εμένα με χτυπούσε μια φορά, σαν αγαπούσα τη Βασίλω. Όλη τη νύχτα γύριζα στα σοκάκια. Τώρα που τηνέ πήρα δε με χτυπάει ούτε ο Ήλιος. Ρώτα τη να σου πη τι τραβάει ως να με ξυπνήση. Γεια σου Μπάρμπ-Αργύρη. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΚαλή δύναμι. Στο καλό .. . Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ, μοναχός του.

Πριν πιάσουν οι ζέστες, και έπειτα το φθινόπωρο είναι ωραία στη σκιά εκεί πάνω! Και τη νύχτα; Το φεγγάρι μας κρατά συντροφιά σαν νύφη και τα καρπούζια εδώ κάτω στο περιβόλι μοιάζουν τότε σαν κρυστάλλινες φούσκες.» «Ναι, καμιά φορά θα έρθω», υποσχέθηκε ο Τζατσίντο κατεβαίνοντας με σβελτάδα από το ποδήλατο σαν πουλί.

Τα πρώτα φύλλα του που κιτρίνισαν, σαν μάτια που άνοιξαν στο φως της αλήθειας, είδαν το άπειρο που τον περίμενεκι' ο πλάτανος ανατρίχιασε στη σκέψη πως θα γνωρίση το σκοπό του. Απ' το ρυάκι που τον ποτίζει δεν πέρνει πλέον τίποτε υλικό. Ακούει μονάχα το τραγούδι του νερού στο φεγγάρι. Λίγολίγο κιτρίνιζε. Λίγολίγο έφταναν στα κλαριά του χρυσοί στοχασμοί.

Άξαφνα βλέπει το φεγγάρι να βγαίνη σα δρεπάνι ολοκαίνουργο από τα στήθια του Σέχη και να χώνεται μ' ορμή στα δικά του. Ο πόθος του δροσίστηκε πάραυτα. Και μ' εκείνη τη δροσιά ένα δέντρο εφύτρωσε. Έβγαλε φύλλα, έβγαλε κλαδιά και παρακλάδια, σκέπασε σαν ουρανός κάμπους και θάλασσες, χώρες και χωριά, βουνά και ποτάμια.

Του φαινόταν πως περπατούσε μαζί της επάνω στην άμμο κατά μήκος του ποταμού, κάτω από το φεγγάρι: πήγαιναν, πήγαιναν σιωπηλοί, φρόνιμοι. Έφτασαν στη δημοσιά πλάι στο γεφύρι. Εκεί κάτω το όραμα μπερδευόταν. Υπήρχε ένα κάρο και επάνω του καθόταν η Λία, κρυμμένη ανάμεσα σε σάκους.

Έφτιασε μέσα εκεί τη Γης, μέσα Γιαλό κι' Ουράνια, Ήλιο εκεί μέσα ακούραστο, γιομόφωτο Φεγγάρι, κι' όλα τα ζούδια τ' ουρανού πούχει στεφάνι γύρω, 485 Βροχάστερα και Κυνηγό λαμπρόφεγγο και Πούλια, κι' Αρκούδα που πολλοί θνητοί κι' Αμάξι τήνε κράζουν, που πάντα αφτού κλωθογυρνάει τον Κυνηγό θωρώντας και μόνη αφτή μες στ' Ωκιανού δε λούζεται το κύμα.

Δεν πιστέβω ποτέ στη ζωή μου να είδα ό τι είδα στη Σύρα, μήτε να το είδε κανένας. Τη νύχτα, με το φεγγάρι, δεν υπάρχει πράμα στον κόσμο που νάχη της Σύρας την ομορφιά.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν