Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Ένα βράδυ, τον Ιούλιο, η Νοέμι καθόταν στο συνηθισμένο μέρος στην αυλή και έραβε. Η μέρα ήταν πολύ ζεστή και ο ουρανός, με ένα γκριζωπό γαλάζιο, έμοιαζε να είναι ακόμη σκεπασμένος από τη στάχτη μιας πυρκαγιάς της οποίας οι τελευταίες φλόγες έσβηναν στη δύση.
Ο Τζατσίντο ήπιε και ο Έφις έχυσε έπειτα τις τελευταίες σταγόνες καταγής. Οι μέλισσες πλησίασαν και τριγύρω σχηματίστηκε ένας γλυκός βόμβος. Μόλις όμως φτάσανε στο Ριμέντιο το αγόρι φάνηκε να είναι ευχαριστημένο. Είχε αγκαλιάσει τις θείες του και τις άλλες γυναίκες, είχε φάει καλά και είχε χορέψει σαν βοσκός στο πανηγύρι. Τώρα κοιμόταν και ροχάλιζε.
Εχώθη μέσα εις τα γιασεμιά, εις τις τριανταφυλλιές, εις τα αιγοκλήματα έως 'ς τις τελευταίες των άκρες. Αλλά σε λίγο ήρχισε να την βασανίζη μία στενοχώρια, πόσα ήθελε να ερωτήση, πόσα ανυπομονούσε να μάθη, και όμως κάτι της έσφιγγε δυνατά το στόμα. Πνίγομαι, εσυλλογίσθη· ήκουσε τότε μακρυά εις το δάσος να κελαϊδή το αηδόνι.
Ο Σωκράτης, ανάμεσα στους μαθητές του, στις τελευταίες ώρες της ζωής του, διδάσκει με ηρεμία και γαλήνη τον θείο προορισμό του άνθρωπου και φέρνει δυνατά επιχειρήματα για την ύπαρξη ζωής. Ύστερ’ από τον θάνατο. Η λιτή δραματική αφήγηση του θανάτου του Σωκράτους, με κώνειο, είναι από τις ωραιότερες σελίδες της παγκοσμίου λογοτεχνίας. Η μετάφραση έγινε από τον Αρ. Χαροκόπο.
Με το αλαφρό μου φόρτωμα στην αγκαλιά κατεβαίνω σιγά τους βράχους κι όταν γυρίζω βλέπω εκεί απάνω το σκοτεινό ίσκιο της γυναικός μου. Κάθεται, όπως καθότανε ο Σβεν πρωτήτερα, και τα μάτια της κοιτάζουνε στο σημείο, όπου βασιλεύει ο ήλιος κι όπου έχουνε σβήσει οι τελευταίες ρόδινες φλόγες.
Ακατάπαυτα, για πολλή ώρα κι αφού πάψανε οι σπασμοί, μου φαινότανε πως έβλεπα το πρόσωπό της παραμορφωμένο και το σώμα της να τρέμη τόσο φοβερά. Και θυμήθηκα τις τελευταίες στιγμές του Σβεν.
Τα μάτια του κοιτάζουν ξαφνισμένα τις τελευταίες φλογερές αναλαμπές του ηλιού, που χάνεται στην ήσυχα κυματισμένη θάλασσα. Κάθεται κει με το σαγόνι ακκουμπημένο στο χέρι του, σα να συλλογίζεται κάτι σοβαρό, που δεν μπορεί να το εκφράση με λόγια. Κι όταν τέλος ξέρει πως πρέπει να πάη να κοιμηθή, κρεμιέται στα λαιμό του μπαμπά και παρακαλεί να τον φέρω στο κρεββάτι του.
Όσο για τη Λία, εκείνη καθόταν μαζεμένη σαν το λαγό σε μια χλοερή γωνιά της αυλής∙ ίσως από τότε σχεδίαζε τη φυγή της. Το πανηγύρι διαρκούσε εννιά μέρες και οι τρεις τελευταίες ήταν όλο κυκλικούς χορούς με μουσικές και τραγούδια.
Είπε να φέρουν το φαγητό στο δωμάτιό του και, αφού έφαγε επήγε έφιππος έξω στον έπαρχο, τον οποίον δεν ηύρε στο σπίτι του. Περπατούσε συλλογισμένος στον κήπο εδώ κ' εκεί και φαινότανε ότι ήθελε σ' αυτές τις τελευταίες του στιγμές να μαζέψη στην ψυχή του όλη τη δυσθυμία των αναμνήσεων.
— Λοιπόν καλά, ακολούθα με, Τριστάνε. θα σε βοηθήσω». Ο αυλάρχης έκρυψε στο Λιντάν τον Τριστάνο, τον Γκορνεβάλη, τον Καερδέν και τον ιπποκόμο του, κι' όταν ο Τριστάνος του ιστόρησε λέξι προς λέξι όλες της τελευταίες περιπέτειες του, ο Ντινάς πήγε στο Τινταγκέλ για να μάθη νέα της Αυλής.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν