Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Κ' έρχεται μαζί του κ' η καταχνιά σα σύννεφο που το φυσούν οι ανέμοι. Σήκω, καημένη, και πάμε μέσα να προσκυνήσουμε. Ο Χάρος πρέπει να είνε και μαζεύει πάλι διαβάτες για τον άλλο τον κόσμο. Περμ. Τίποτις δε βλέπω, και του κάκου με τρόμαξες. Τι να είνε, ως τόσο οι θεοσκότεινες αυτές οι ραβδιές που τινάζουνται από πάνω κι ίσια στο δρόμο μας πέφτουν!

Πεζοί κ' οι δύο, με της ασπίδες τρυπημένες, τσακισμένες, με της κάσκες σαλατιασμένες, σμίγουν και χτυπιούνται. Στο τέλος ο Τριστάνος χτυπάει τον Ριόλ στο μάτι της κάσκας. Το χτύπημα ήτανε τόσο δυνατό και καλοσημαδεμένο, που ο κόμης έπεσε χάμω, στα γόνατα και στα χέρια. «Σήκω τώρα αν μπορής, υποτελή, του φωνάζει ο Τριστάνος. Κακή ώρα ήρθες δω πέρα, και θα πεθάνης

Κι' αυτό το καταφύγιον η συμφορά δεν τόχει, το τέλος της να δύναταιτον θάνατον να εύρη! Κι' όμως θα ήτο δι' αυτήν παρηγορία κάπως, αν του τυράννου την οργήν 'μπορούσε ν' αποφύγη και το σκληρόν του θέλημα να του το ματαιώση. ΕΔΓΑΡ Δος μου το χέρι σου εδώ. Σήκω! Καλά! Πώς είσαι; Είναι τα πόδια σου γερά; Τα νοιώθεις; Σε σηκώνουν; ΓΛΟΣΤ. Είμαι καλά. Καλλίτερα απ' όσον θέλω είμαι.

Ω! σήκω, σήκω απ' την γην να ήσαι άνδρας πρέπει. Ω! σήκω! αν την αγαπάς την Ιουλιέταν, σήκω. Τι ωφελεί τόσον κακόν και θρήνος; ΡΩΜΑΙΟΣ Παραμάνα! ΠΑΡΑΜΑΝΑ Αχ! όλοι θ' αποθάνωμεν, αυθέντη μου, αυθέντη! ΡΩΜΑΙΟΣ Της Ιουλιέτας τ' όνομα επρόφερες.

Αν επιστρέψω ζωντανός, θα σε παρηγορήσω. ΓΛΟΣΤ. Να σ' ευλογήσουν οι θεοί! Καλέ μου γέρε, φύγε! Δος μου το χέρι σου! Ο Ληρ κατεστραμμένος είναι! Κ' εκείνος και η κόρη του αιχμάλωτοι κ' οι δύο.! Ω! σήκω, δος το χέρι σου! ΓΛΟΣΤ. Όχι. Εδώ θα μείνω. Μήπως κ' εδώ δεν ημπορεί κανένας να σαπίση; ΕΔΓ. Ο νους σου πάλιν ς' το κακόν!

Σήκω τώρα να πηγαίνουμε. Θα είνε παρά πάνω από δέκα η ώρα . . . Το φεγγάρι όσο πάει και γέρνει εκεί κάτω, και θα τα βρούμε σκούρα στον κατήφορον, ανάμεσα στα ρέμματα και στον ελαιώνα. Πάμε, μπάρμπ’-Αλέξανδρε. Εσηκώθη κ' εφόρτωσε τα πράγματα εις το ζώον. Αλλά την τελευταίαν στιγμήν ανεζήτει το ψάθινο καπέλλο του, και δεν ενθυμείτο πού το είχε πετάξει. Εγώ είχα φορέσει το υπόδημά μου.

Ο Τζατσίντο κατάπιε τα χάπια και χωρίς να ανασηκωθεί έσφιξε το κεφάλι με τα χέρια του. «Πόσο είμαι κουρασμένος, Έφις! Ναι, έχω μαλάρια: την άρπαξα κι εγώ, ναι! Πώς να μην την αρπάξω σ’ αυτό το κωλοχώρι; Τι χωριό, Θεέ μου!», πρόσθεσε σαν να μιλούσε στον εαυτό του, κουρασμένος. «Εδώ παθαίνει κανείς, εδώ παθαίνει….» «Σήκω», είπε ο Έφις σκυμμένος επάνω του. «Μην μένεις εκεί ξαπλωμένος.

Αυτά 'πε καιτον Όλυμπο τον υψηλόν ανέβη• και απ' την γλυκειά του ανάπαυσι τον Νεστορίδη εκείνος σήκωσε, με το πόδι του κινώντας τον, και του 'πε• 45 «Νεστορίδη Πεισίστρατε, σήκω, 'ς τ' αμάξι ζέψε τ' άλογα τα μονόνυχα, να πάρουμ' ευθύς δρόμο».

ΟΣΒ. Δεν θέλω να με κτυπάς, αυθέντα. Κάμε λοιπόν μίαν κουτρουβάλαν, παληάνθρωπε! ΛΗΡ Ευχαριστώ, παλληκάρι μου! Μου έκαμες δούλευσιν και σε αγαπώ. ΚΕΝΤ Έλα· σήκω και ξεκουμπίσου! Να σου μάθω εγώ να σέρνεσαι! Φύγε απ' εδώ! Έχεις όρεξιν να ξαναπάρης καταγής το μέτρος σου, ζώον; Φύγε, σου λέγω· αν έχης γνώσιν, φύγε! Ευχαριστώ, φίλε. Σε παίρνω εις την δούλευσίν μου. Να ο αρραβώνας σου.

ΚΑΙΣΑΡ. Θα τον ευχαριστήση άρά γε η περιγραφή αύτη; ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ύστερα από το ποτήρι του Πομπηίου, άλλως αυτός είναι αληθής επικούρειος. Έλα, τι διάβολο θέλεις να μου ειπής; άφησέ με τώρα, φύγε. Κάμε όπως σου είπα. — Πού είναι το ποτήρι που σου εζήτησα; Αν χάριν των υπηρεσιών μου θέλης να με ακούσης, σήκω μια στιγμή. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Είσαι τρελλός, μου φαίνεται.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν