Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Αι άλλαι έβλεπον τον πρεσβύτην καταγινόμενον ν' ανοίξη το δοχείον. — Εδώ σας λέγω είνε η τύχη σας, επανελάμβανεν ο γέρων. Οποιανού είνε, εδώ είνε η μοίρα σας. — Παληό πράμμα! εθαύμαζεν η Γερακούλα. Τώρα δεν φκιάνουν τέτοια γερά! Κύττα χόνδρος! Κύττα σκαλίσματα εύμορφα! Το επικάλυμμα έφερεν ανάγλυπτον τον Ευαγγελισμόν της Θεοτόκου.

Και ανομολογήσασα το δίκαιον του Μανώληκαι πότε δεν είχεν αυτός δίκιο, — ενίσχυσε τας υποψίας και την άδικον και παράλογον αγανάκτησίν του κατά της Πηγής. — Και να μου το δώσης θες εδά το Μαρούλι, είπεν ο Μανώλης, να κάμωμε και τσοι Θωμαδιανούς να σκάσουνε; — Μια που τα χαλάσετε μ' αυτούς τσοι βιλάνους, το πράμμα είνε εύκολο.

Οπού σε τρύπα λογιαστή, ζωγραφιστή καμάρα, 85 Βασιλικά μ' ανάστησε μ' αγάπη και λαχτάρα, Σε χάιδια και σ' ανάπαψες, σε χίλια διο παιγνίδια Και μ' έθρεψε με κάστανα, με σύκα, με καρύδια· Και με λογής λογιών γλυκά, που ο νους σου δε χωράει, Γιατί δεν τα ίδες πουθενά, ποτέ δεν τα 'χεις φάη. 90 Πώς είναι τώρα δυνατό να φιλιοθούμε αντάμα, Οπού δεν έχομε όμιασι μηδέ καν σ' ένα πράμμα.

Εντρέπομαι τον κόσμον, αλλέως θα έστελνα τα χαρτιά σε κανένα δικηγόρο να κατάσχω την περιουσίαν μου. Ευρίσκεται τώρα δεμένος ς' την Πόλι ς' τον Κουρου- τσεσμέ, καθώς μου έγραψαν. Κάνει κανένα κουτσοτάξειδο εκεί γύρω, και ύστερα δένει ς' το Κουρου-τσεσμέ και ξεχειμωνιάζει, Και να δης, Παπά μου, είνε ένα παράξενο πράμμα ς' αυτό το παιδί! Μήπως έχει, θαρρείς, κουμπάραις και τον τρώνε.

Και παραδούς τον Δημήτρην εις χείρας της συζύγου του, κατάπληκτον εξ όσων έβλεπε και ήκουεν, ανεχώρησεν ο βλάμης. — Σε καλό σου, Δημήτρη μου, σε καλό σου! έλεγεν η ταλαίπωρος γυνή, σύρουσα ηρέμα τον σύζυγόν της προς την θύραν του οίκου. Τέτοιο πράμμα δεν τώπαθες άλλη φορά . . . Πού σου ήλθε;

Πώς μπορούσε νάνε σοβαρό ένα τέτοιο τούρκεμα; Είχε ακούσει πως κιάλλους χριστιανούς είχαν προ ετών τουρκέψει μόνο με λίγα λόγια ενός ιμάμη, αλλά σαυτή την περίσταση ήτο τουλάχιστον ένας αντιπρόσωπος της μωαμεθανικής θρησκείας. Πώς να θεωρηθή λοιπόν αληθινό το τούρκεμα πούγινε στο δρόμο κιαπό τούρκο που δεν είχε κανένα ιερατικό αξίωμα; Αλλ' αν το πράμμα δεν είχε τυπικό κύρος, είχε όμως πραγματικό.

— «Γιατί αυτό δεν είνε εργοστάσιο, είνε... με συμπάθειο. »Αντί να μου πη και &σπολλάτη&, θύμωσε... «Μωραίνει Κύριος...», βλέπεις. — «Εσύ να κυττάξης τη δουλειά σου», μου λέει »Με πήραν τα μπουρίνια. — «Η δουλειά μου δεν είνε να βαστάω το φανάρι, του λέω. Σα θέλης να το βαστάς του λόγου σου, αλλάζει το πράμμα. »Η αλήθεια είνε πικρή. Έφυγε μουρμουρίζοντας και μούστειλε την εξόφλησί μου να φύγω...

Αλλ' η μητέρα μου, αν και φαίνεται της άρεσε λίγο το πράμμα, επέμενε να με πάρη μαζή της. Φοβότανε μήπως μου συμβή τίποτε στην επιστροφή, γιατί θα περνούσαμε από τουρκοχώρια. Έπειτα είχα ρεμπελέψει· έπρεπε και να διαβάσω λίγο.

Και αντίς την πρώτη ταραχή Οπού μας φέρει στην αρχή, Τελιόνει κάθε θιάμα, Συνηθισμένο πράμμα. ΜΥΘΟΣ ις'. Τρία ζώα ανταμομένα Σ' έναν Γάιδαρο βαλμένα Κάπιος είχε ξεκινήση Σε μια χώρα να πουλήση. Στη ζερβιά από το σαμάρι Ενα ήμερο Κριάρι, Και μια Αρνάδα από τη δέξια Φορτομένα είχ' επιδέξια Αποπάνω και στη μέση Δίπλα πάλι είχ' αποθέσει. Γουρουνόπουλο θρεμμένο, Μ' αλαφρό σκοινί δεμένο.

Ύστερα όλες οι μέρεςτριάντα χρόνια στην αράδαπεράσανε μπροστά της ανακατωμένες, όμοιες, σα μια μέρα μεγάλη, δίχως τέλος. Ένα πράμμα μονάχα καταλάβαινε: πως η ζωή της είχε σταματήσει εκεί, δεν είχε κάνει ένα βήμα μπροστά. Όλος ο περασμένος καιρός ήτανε γι' αυτήν σα μια ξένη ζωή.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν