Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025
Αυτά 'πε• εγλυκογέλασεν ο μαχητής Μενέλαος, εχάιδευσέ τον, έκραξε κατ' όνομα και του 'πε• 610
ΟΙΔΙΠΟΥΣ Από ποια μάνα τα ’παθα ή ποιόν πατέρα, στων Ολυμπίων τ’ όνομα σ’ ορκίζω, πε μου; ΑΓΓΕΛΟΣ Δεν ξέρω° μα καλύτερα λέγω να ξέρη εκείνος όπου σ’ έδωκε σ’ εμένα βρέφος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Απ’ άλλον λοιπόν μ’ έλαβες; Δεν μ’ εύρες ο ίδιος; ΑΓΓΕΛΟΣ Εγώ δεν σ’ εύρηκα° βοσκός κάποιος σ’ ευρήκε κι εκείνος σε παρέδωκε πάλι σ’ εμένα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποιος είναι; Πε μου!
Αυτά 'πε κ' εταράχθηκε μέσα η καρδιά του Ίρου• 75 αλλά τον ζώσαν στανικώς οι δούλοι και τον φέραν, 'που του 'τρεμαν ολόβολα τα μέλη από τον φόβο. ο Αντίνοος τον ωνείδισε και του 'πε• «Α! να μη ζούσες, α! να μην είχες γεννηθή, καμαρωτό βουβάλι, αφού τούτον τον άνθρωπον φοβείσαι και τρομάζεις, 80 'που οι χρόνοι τον εσύντριψαν και τούτ' η συμφορά του. αλλά θα σ' είπω φανερά και ο λόγος μου θα γείνη• αν τούτος ανδρειότερος φανή και σε νικήση, για την στερηά σε ρίχνω ευθύς 'ς ολόμαυρο καράβι, 'ς τον βασιλέαν Έχετον, αδικητήν του κόσμου, 85 μύτη και αυτιά μ' αλύπητο μαχαίρι να σου κόψη, και τα κρυφά σου ανάσπαστα να δώση ωμά των σκύλων».
Σου αρέσουν τα κεντήματα; Σου αρέσει το μαντήλι; Μαρτύρους βάνω το Χριστό και τη Κυρά Παρθένα, Ότι σου τ’ ωριοκέντησα με την καρδιά μου όλη.... Όπως δε θα είταν ικανή καμμιά άλλη να το κάνη.... Πε μου σου αρέσει, Κωνσταντή, τ’ ωριόπλουμο μαντήλι;— Ρίχνει τα μάτια ο Κωνσταντής απάντω στα κεντίδια, Κυττάζει και θυαμαίνεται της κόρης την αξιάδα.
Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• «ω Κίρκη, πώς εσύ ζητείς εγώ να σου 'μαι πράος, 'που τους συντρόφους μώκαμες 'ς τα μέγαρά σου χοίρους, κ' εμέ κρατώντας τώρα εδώ με προσκαλείς με δόλο 'ς τον θάλαμό σου, ν' αναιβώ την ιδική σου κλίνη, 340 όπως ανδρειά και δύναμιν, ως γυμνωθώ, μου πάρης. ουδέ ποτέ θ' αναιβώ εγώ την ιδική σου κλίνη, αν μη θελήσης, ω θεά, να ομόσης μέγαν όρκο, ότι άλλο ενάντια μου κακό δεν θα σκεφθής κανένα».
ΡΩΜΑΙΟΣ Τον εαυτόν μου έχασα· δεν είμ' εδώ· Ρωμαίος δεν είν' αυτός που σου λαλεί· είναι αλλού εκείνος, ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ειπέ μου τώρα σοβαρά ποιαν αγαπάς; ΡΩΜΑΙΟΣ Τι θέλεις; Ν' αναστενάξω και να ‘πώ; ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Ν' αναστενάξης; όχι· πλην σοβαρά, ποια είν' αυτή 'που αγαπάς, ειπέ μου. ΡΩΜΑΙΟΣ ‘Πέ σοβαρά τον ασθενή να κάμη διαθήκην! 'Σ ένα που κείτεται βαρυά, βαρύς ο λόγος είναι.
Και προς αυτόν ο Ευρύαλος απάντησε και του 'πε• 140 «Λαοδάμα, ο λόγος σου είναι ορθός• ο ίδιος άμε τώρα και καθαρά προσκάλεσε τον ξένον εις αγώνα».
Αυτά 'πε• και ώμοσε η γρηά θεών τον μέγαν όρκον, και αφού τον όρκον ώμοσε κ' ετέλειωσεν εκείνη, ευθύς το κρασί του 'βγαλε κ' έβαλε 'ς τα λαγήνια, τ' αλεύρια 'ς τα καλόρραφτα δερμάτια• και 'ς το δώμα 380 εγύρισε ο Τηλέμαχος κ' έσμιξε τους μνηστήραις.
Τόν είδεν η καλόφτερνη Ινώ, του Κάδμου κόρη, η Λευκοθέα, πριν θνητή με γλώσσαν ανθρωπίνην• τώρα δοξάζεται ως θεά 'ς τα βάθη της θαλάσσης• 335 τον Οδυσσηά, 'που εδέρνονταν 'ς τα κύματα, ελεήθη, και εις ώφυιας σχήμα επέταξε και από τα βάθη εβγήκε, και 'ς την πολύδεσμη πλωτήν εκάθισε και του 'πε•
Τέτοιους θρήνους αφήνονοντας συχνοκεντούσε τα μάτια του με τις χρυσές αυτές καρφίτσες° συνάμα οι αιματόβαφες των ματιών κόρες εστάζανε και βρέχανε τα γένεια ω φρίκη! όχι σταλιές αιματηρές, αλλά χαλάζι αιματωπό, μαυρειδερό εσταζοβολούσαν° κι ήτανε βέβαια μια χαρά και μια ευτυχία, που τώρα εγείνη στεναγμός, ντροπή, κατάρα, θάνατος. Δεν απόλειψε κακό κανένα. ΧΟΡΟΣ Πού το κακό εσταμάτησε, για πε μου;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν