Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Ξαφνικά, από τα μισοανοιγμένα τζάμια του παραθύρου όπου έπαιζαν η ακτίνες του φεγγαριού, μπήκε η φωνή ενός αηδονιού. Η Ιζόλδη άκουγε την καθαρή και γλυκειά φωνή που ερχότανε να μαγέψη τη νύχτα, κ' η φωνή ανέβαινε παραπονετική — τόσο γλυκειά που καμμιά σκληρή καρδιά, ούτε φονηά καρδιά δε θα μπορούσε να την ακούση δίχως να συγκινηθή. «Από που νάρχεται αυτή η μελωδία;...» σκέφτηκε η Βασίλισσα.
Οι φωνές εδυνάμωναν ψιλές, δυνατές. Εσκλήρεναν οι σφυριξιές, διαπεραστικές, στρίγκλικες. Ήρθε τόρα ο Βιολιντζής, κοντόχοντρος σα ρουμοβάρελο. Ήρθε κι ο Λαγουτιέρης, με τη μεταξωτή μεσήνα στο λαιμό. Ανέβηκαν στο πάλκο κ' έπιασαν τη θέση τους. Εξεκρέμασαν και τα όργανα. Έπιασαν να τα κουρδίσουν. Άρχισε κι ο κόσμος νάρχεται τόρα. Έμπαιναν ολοένα.
Κατά την αυγή, οι τέσσερες σύντροφοι ανέβαιναν στο Λιντάν, όταν είδαν νάρχεται πίσω τους ένας άνθρωπος που ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο καβάλλα στο άλογό του που πήγαινε βήμα σιγά σιγά. Ερρίχτηκαν πίσω από τα δέντρα, κι' ο άνθρωπος πέρασε χωρίς να τους δη γιατί ήταν κοιμισμένος. Ο Τριστάνος τον ανεγνώρισε. — Αδερφέ, είπε σιγανά στον Καερδέν, είναι ο ίδιος ο Ντινάς ντε Λιντάν. Κοιμάται.
Πήγαμε ίσαμε κάτω στου Ρουφ. . εκεί έχει τα περισσότερα, γι’ αυτό αργήσαμε- Και της τα σκόρπισε απάνω στην κουβέρτα. . . Κ' έπειτα σα νάθελε, ξέχωρ' απ’ τα λουλούδια να της δώση πάλι και λίγο απ’ τον εαυτό του-από ‘κείνο που της πήρε το πιο πολύτιμο ! έγειρε αποπάνω της, κοντά στο πρόσωπό της... Η Βεργινία, όταν τον είδε νάρχεται κοντά της με τα λουλούδια, είχε ανοίξει διάπλατα τα μάτια της, σαν από τρόμο, και τα ξανάκλεισε, καθώς της τάρριχνε τα λουλούδια απάνω στο κρεββάτι, σα για να μην τα ιδή.
— Τι νάχη τρέξη τάχα; Μη δεν μπόρεσε να βγη ο παπάς από το χιόνι κι' από το σκοτάδι; — Αχ! τι καλό πράμμα να είχε το καημένο το Μικρό Χωριό τον παπά του εγκάτοικο, και να μην προσμένη παπά από το γειτονικό χωριό νάρχεται κάθε γιορτή νύχτα να λειτουργάη; — Κακό χωριό τα λίγα σπίτια! — Τι κατάρα στο καημένο το Μικρό Χωριό να μην έχη ποτέ δικό του παπά! — Κικιρίκουουουουου! Λαλούν τ' αρνίθια.
Με τες χρυσές αχτίδες σου δείξε μου μιαν ημέρα Τον νιον αυτόν τον θεριστή, που τραγουδάει την νύχτα, Να τον γνωρίσω, να τον 'δώ' διάνεμμα να του κάμω Την νύχτα να μη τραγουδάη, 'ς τον κάμπο να μη βγαίνη, Νάρχεται με του φεγγαριού τ' απόσκια 'ς την αυλή μου Να τον χορταίνω φίλημα, να τον χορταίνω αγκάλια Αφιερώνεται 'ς τον αγαπημένον μου κ. Κ. Καζαντζήν.
Θα καταντούσε το ρωμιόπουλο μεγάλος Αγάς μιαν ημέρα. Για τον Αγά αυτά δύσκολα πράματα δεν είτανε. Μα ο Προεστός είχε δόντια, κ' η δουλειά χρειάζουνταν &κολάι&. Σοφίστηκε το λοιπόν ο Αγάς να ζητήση ταγόρι νάρχεται και να τονε μαθαίνη ρωμαίικα. Ήθελε να τα μάθη τα ρωμαίικα, γιατί τους αγαπούσε τους Ρωμιούς. Το καλό τους ήθελε, κ' έπρεπε να καταλαβαίνη ο Αγάς τα παράπονά τους.
Να μεγαλώση, να την βρω 'ςτό ξέφωτο μια μέρα Να της ανοίξω την καρδιά και να τήνε φιλήσω ... Σήμερα που την εύρηκα ναρχέται από τη βρύσι Και της εγύρεψα φιλί 'ςτά μαύρα της τα μάτια, Εκείνη μου τ' αρνήθηκε, και μούπε αλλού να στρέψω, Γιατί την έχ' η μάνα της μικρούλ' αλλού ταμμένη ... Γι' αυτό θα πάρω τα βουνά, θα πάω να γίνω κλέφτης, Κ' εγώ, που την αγάπησα, εγώ θα να την πάρω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν