Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Αλήθεια είχαν κάνει άλλον ουρανό δικό τους οι μυγδαλιές με τάνθη της παρθενιάς που στέλνει η Περσεφόνη απ’ του Πλούτωνος την κλίνη, κάθε άνοιξη, στις Κ ό ρ ε ς του απάνω κόσμου. Αχ, μυγδαλιές ! γιατί να φανερωθήτε μπρος σταέχε μάτια του κοριτσιού ενώ έτρεχε να ξεφύγη μακριά από ταγόρι!
Και δε θα τηνε βρης μοναχά στο κορίτσι αυτή την ακαταπόνετη δύναμη της τιμής. Αυτό το βλέπουμε και στις χώρες, δηλαδή στις &ρωμαίικες& τις χώρες. Εκείνο που είναι ν' απορήσης, είναι που βλέπεις τόσες και τόσες λυγερές μαυροφόρες και περνούν ταγύριστα χρόνια της νιότης στην άχαρη μοναξιά της χηρείας, δίχως άλλη ελπίδα παρά να μεγαλώση ταγόρι τους και να πιάση τον τόπο του μακαρίτη!
Τους τοίχους του πύργου να τρυπήση, στο χαρέμι να κρυφογλιστρήση δίχως μήτε σκλάβος να τονε δη, στης Μελέκης τα γόνατα να πέση και να ζητήση βοήθεια και σωτεριά, — είταν όνειρα γλυκά κ' ησυχαστικά, μα όνειρα ανωφέλητα της αγάπης. Είχε ως τόσο κι ο Αγάς τον καημό του. Τον έτρωγε και κείνονα κρυφή συλλογή. Πώς αϊτός να γείνη, να πετάξη και να φέρη ταγόρι στον Όλυμπο!
Ίσια στον πύργο πήγε. Ο Αγάς, ό,τι έκαμε το ναμάζι του, κ' έπινε τον καφέ του. Μήτε τον καλοκοίταξε στην αρχή. Τέλος του είπε να καθίση, και του πρόσταξε και καφέ. — Έφεντημ, αρχίζει αμέσως ταγόρι, παράξενο θα σου φάνηκε να με βλέπης τέτοιαν ώρα. Μ' απ' αυτό να καταλάβης πως μεγάλη δουλειά μ' έφερε ως εδώ. Η ζωή μου είναι εις τα χέρια σου. — Τι έπαθες, τζάνουμου, ρωτάει ο Αγάς.
— Αυτή θα τονε γιατρέψη τον πόνο μου, είπε μονάχος του, και κείνο ταγόρι θα γείνη ο νοικοκύρης μας. Περάσανε χρόνια, ως εφτά ή οχτώ. Ο Παυλής είχε μισέψει στη ξενιτειά, μα είταν από πρόπερσυ μεταγυρισμένος. Στο πεζούλι απάνω του Μαυρουδή κάθουνταν η τρυφερόκαρδη η Σμαράγδα και βύζαινε το πρωτογέννητό της. Ο γέρος ο Μαυρουδής κλάδευε τις πορτοκαλιές, και πότε πότε συντύχαινε και της κόρης του.
Κ' έτσι διαφεντεύοντας και λογομαχώντας, καταντούσανε σωστοί πατριώτες στα γερατειά τους. Πήγε μια φορά ο Προεστός μας στον πύργο ενός Χασάν Αγά, πήρε μαζί και ταγόρι του. Πρώτη φορά δεν είταν που τον έβλεπε ο Αγάς τον Ηλία, μα φαίνεται πως ποτές δεν τονε καλομάτιασε καθώς αυτή τη φορά, γιατί κι αρνί τους έσφαξε, και να τραγουδήση τον έβαλε τον Ηλία. Και τους τραγούδησε ο Ηλίας.
Θα καταντούσε το ρωμιόπουλο μεγάλος Αγάς μιαν ημέρα. Για τον Αγά αυτά δύσκολα πράματα δεν είτανε. Μα ο Προεστός είχε δόντια, κ' η δουλειά χρειάζουνταν &κολάι&. Σοφίστηκε το λοιπόν ο Αγάς να ζητήση ταγόρι νάρχεται και να τονε μαθαίνη ρωμαίικα. Ήθελε να τα μάθη τα ρωμαίικα, γιατί τους αγαπούσε τους Ρωμιούς. Το καλό τους ήθελε, κ' έπρεπε να καταλαβαίνη ο Αγάς τα παράπονά τους.
Με τον ίδιο τον γέρο πολλά λόγια δεν είχε η αρχόντισσα. Το χαμογέλοιο του εκείνο τηνε σκότωνε. Σαν καθίσανε στο πεζούλι και τα λέγανε, βγήκε κ' η Μαυρουδού με την κόρη της και καλωσόρισαν τους μουσαφιρέους. Έγειναν τανερωτήματα, είπε ο Παυλής τα μηνύματα της μετέρας του, πήρε κι ο γέρος την κόρη στα γόνατά του, ρωτώντες την αν το γνώριζε τόμορφο εκείνο ταγόρι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν