Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025
— Ας όψωνται, Θεέ μου, συχώρεσέ με! αναστέναξε.. Έσβυσε το λύχνο και τράβηξε να πλαγιάση. Περπατούσε στις μύτες των ποδαριών να μη ξυπνήση την παπαδιά. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Άξαφνα στάθηκε σαν αλαφιασμένος. — Τ' είνε πάλι τέτοια ώρα; Η πόρτα χτυπούσε δυνατά. Ένα ραβδί έδερνε την πόρτα, νταπ-ντουπ, ολοένα δυνατώτερα, ανυπόμονα. — Ανοίξτε, λέω. Ανοίξτε. Θέλω τον παπά! νταπ! ντουπ!
Και ρίχνονταν ακράτητοι, σα κύματα αγριεμένα, Με δύναμη και με θυμό και με μεγάλην έχτρα, Σα να μην είχανε πιαστή, να μη είταν κουρασμένοι, Μπαρούτι απάνω στη φωτιά, μανία στη μανία, Καταστροφή και χαλασμός, βοριάς και τρικυμία.
Καθώς πολλοί άλλοι, τους οποίους εθεράπευσε, παρημέλησαν την προσταγήν Του όπως μη το αποκαλύψωσιν. Είνε δυνατόν ν' απατώμεν ημάς αυτούς· είνε δυνατόν να προσφέρωμεν εις τον Χριστόν φαινομένην υπηρεσίαν διά της παρακοής εις τας ιδίας εντολάς Του, να Τον λυπώμεν θέλοντες δήθεν να Τον τιμήσωμεν. Πλην με το μέτρον τούτο δυνατόν να μετρώνται οι άνθρωποι, όχι ο Θεός.
ΣΑΜΨΩΝ Έξω τα σπαθιά, αν είσθε παλληκάρια! — Γρηγόρη, μη ξεχνάς την σπαθιάν οπού σ' έμαθα. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ, σύρων το ξίφος. Σταθήτε, ανόητοι! Κάτω τα σπαθιά! Δεν ηξεύρετε τι κάμνετε! ΤΥΒΑΛΤΗΣ, εφορμών με τα ξίφος εις την χείρα. Με τούτα τ' άκαρδα σκυλιά τι παίζεις το σπαθί σου; Γύρνα εδώ, Μπεμβόλιε, κι’ αντίκρυσε τον Χάρον.
Ημείς όμως μηδέν τοιούτο λάθος πράξαντες, βλέποντες δε και σας μη περιπεσόντας εις τοιούτο, σας συμβουλεύομεν, ενόσω ακόμη υπάρχει εις αμφοτέρους ελευθέρα διάσκεψις, να μη λύσωμεν τας συνθήκας, μήτε να παραβώμεν τους όρκους, τας δε διαφοράς μας να τας λύσωμεν δικαστικώς, ως εγράφη εις τας συνθήκας.
Δεν είξευρα τι να πω, . . τι να κάμω. — Χάρισμά μου; λέω, αφέντη, μα πώς . . . — Δεν έχει πώς, λέει· θα τα πάρης! Μου κάνεις χάρη, . . . . Και μου σφίγγει το χέρι. Μου σφίγγει το χέρι, Μαριώ, κατάλαβες; Τι να κάμω το λοιπόν; τα πήρα. Κακά έκαμα; έπρεπε να μη τα πάρω; Η πτωχή Μαριώ δεν ηδύνατο να απαντήση. Έκλαιε.
Έπρεπεν ίσως τότε να φύγω αμέσως και μη ανεχθώ περισσότερον την συντροφειάν των αλλ' ο Αντισθένης, ο Διογένης και κατόπιν ο Κράτης και ο Μένιππος μ' έπεισαν να παραμείνω ακόμη ολίγον και είθε να μη τους ήκουα, διότι δεν θα επάθαινα τόσα κακά κατόπιν. ΖΕΥΣ. Εξακολουθείς να παραπονείσαι, χωρίς να μου λέγης τι σου έκαμαν.
Ε’ ΓΥΝΗ Μα το ξυράφι πέταξα από το σπίτι πέρα, και τρίχες άφησα κ' εγώ στο σώμα μου να βγάζω, που, όσο είνε δυνατό, γυναίκα να μη μοιάζω. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Έχετε και τα γένεια σας, που όταν θα μπορέσουμε να συναχθούμε, είπαμε πως όλες θα φορέσουμε; Δ’ ΓΥΝΗ Ωραία γένεια έφτιασα κ' εγώ, μα την Εκάτη! Ε’ ΓΥΝΗ Κ' εγώ πολύ καλήτερα κι' από του Επικράτη. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Και σεις τι λέτε;
Πες μου α δε φωνάζη τότες κρυφή φωνή μέσα σου «Μάννα μου», κι ας έμαθες να κλίνης το «μήτηρ», με το δυικό του μαζί! Τι παράξενο όμως, τίποτις άλλο να μη θυμούμαι σ' εκείνη τη λειτουργία! Μήτε τον παπά, μήτε τους ψαλτάδες, μήτε πολυελαίους, μήτε μανάλια! Τίποτις άλλο, παρά τη μάννα μονάχα! Τη μαυροφόρα τη μάννα, και σύννεφα ολοτρόγυρα! Ξεχάστηκαν όλα τάλλα, για την καλή σου την τύχη . . .
Την τετάρτην δε ημέραν όλοι μεν να φέρουν ψηφοδέλτια, από το τέταρτον και μικρότερον τίμημα, να μη δίδη όμως πρόστιμον όστις από το τέταρτον και τρίτον τίμημα δεν θέλει να φέρη. Όστις όμως δεν θέλει να φέρη από το δεύτερον και το πρώτον να τιμωρήται, ο μεν του δευτέρου με τριπλάσιον πρόστιμον από το πρώτον, ο δε του πρώτου με τετραπλάσιον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν